Προσωπικά του χρωστώ μεγάλη ευγνωμοσύνη, διότι μ' αυτόν μεγάλωσα κι ας μη το ξέρει. Διάβαζα φανατικά τις θεατρικές κριτικές του, ρούφαγα τα πονήματά του για τον Ελύτη, τον Γκάτσο, το Αρχαίο Θέατρο και το Ευρωπαϊκό, τον Λόρκα, τον Χουρμούζη.
Τον θυμάμαι πολύ καλά και ως δάσκαλο φίλων μου στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
Έφυγε νωρίς, χωρίς να έχει γίνει συνείδηση, νομίζω, το μέγεθος της απώλειάς του...
Χαίρομαι, λοιπόν, που τώρα διαβάζω την είδηση:
Τιμώντας τη μνήμη και την προσφορά του Τάσου Λιγνάδη στο ελληνικό θέατρο, διοργανώνεται στο Εθνικό εκδήλωση-παρουσίαση του βιβλίου του «Κριτικές θεάτρου-τόμος α': Αρχαίο δράμα», που κυκλοφόρησε πρόσφατα, είκοσι πέντε χρόνια μετά το θάνατο του Τάσου Λιγνάδη.
Περιλαμβάνει τις κριτικές για το αρχαίο δράμα (θα ακολουθήσουν και άλλες δύο για το νεοελληνικό και το παγκόσμιο θέατρο) και προσθέτει άλλη μία ψηφίδα στην ιστορία του θεάτρου. Παράλληλα ανοίγει και έναν άτυπο διάλογο σχετικά με την κριτική θεάτρου στις μέρες μας.
H έκδοση του α' τόμου έγινε από το Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη.
Για το βιβλίο θα μιλήσουν οι: Σπύρος Ευαγγελάτος, Σωτήρης Χατζάκης, Ρούλα Πατεράκη, Γρηγόρης Ιωαννίδης (κριτικός θεάτρου), Ματίνα Καλτάκη (κριτικός θεάτρου) και Καίτη Διαμαντάκου (καθηγήτρια τμήματος θεατρικών σπουδών Παν/μίου Αθηνών-επιμελήτρια της έκδοσης). Αποσπάσματα θα διαβάσει ο γιός του Τάσου Λιγνάδη, Δημήτρης Λιγνάδης.
Τη Δευτέρα 7 Απριλίου στις 19.00 στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, κτίριο Τσίλερ (Αγίου Κωνσταντίνου 22-24).
Πολλές από τις θεατρικές κριτικές του Τ. Λιγνάδη τις έχω σε φακέλλους στο αρχείο μου. Κιτρινισμένες απ' το χρόνο πια, μα πολύτιμες ως διαχρονικές (παρά το επικαιρικόν).
Η συγκεντρωτική αυτή έκδοση θα αναδείξει, νομίζω, την προσφορά του ανδρός, που έχει καταστεί για μας τους νεώτερους αειδίνητον όφλημα.
Και επειδή ζούμε στον καιρό των δανείων, ας θυμηθούμε τι έγραφε ο Τάσος Λιγνάδης στο βιβλίο του «Η ξενική εξάρτησις κατά την διαδρομήν του Νεοελληνικού Κράτους (1821-1945) (Αθήνα 1975)» για τα δάνεια της επαναστατικής περιόδου:
«Η υπερεπάρκεια κεφαλαίων, κυρίως εις Λονδίνον, ωθεί τους χρηματιστάς να τοποθετούν τα χρήματά των εις επισφαλείς επιχειρήσεις, των οποίων όμως ενδεχομένη επιτυχία θα απέφερε τεράστια κέρδη. Τοιαύτη επισφαλής τοποθέτησις εκρίνετο και η ελληνική περίπτωσις, κατά την οποίαν το απεγνωσμένον του αγώνος ενός λαού, μη έχοντας άλλην περιουσίαν ει μη τα "χώματα" των προγόνων του, παρείχε προϋποθέσεις συνάψεως συμφωνίας επί τη βάσει ληστρικών όρων. Αυτή είναι η ερμηνεία, αν όχι κατά κανόνα, τουλάχιστον κατά μέγα μέρος, της συστάσεως των φιλελληνικών εταιρειών».
Το πρώτο δάνειο του 1824, που διαπραγματεύτηκαν Ελληνες απεσταλμένοι σε συνεργασία με τη Φιλελληνική Εταιρεία του Λονδίνου ήταν ύψους 800.000 λιρών στερλινών με τιμή εκδόσεως 59% και τόκο ετήσιο 5% επί της ονομαστικής αξίας. Η εθνική περιουσία της Ελλάδας, τα εθνικά κτήματα, οι δασμοί των τελωνείων, αλυκών και αλιεύσεων θα ήσαν η παρακαταθήκη διά την αποπληρωμή του δανείου.
Όπως γράφει ο Τάσος Λιγνάδης: «Εκ του ονομαστικού κεφαλαίου των 800.000 λ. στερλ. μόνον αι 454.700 λ. ήσαν το ευεργετικόν ποσόν, το οποίον θα εδίδετο εις την Ελλάδα· εκ τούτου αφηρέθησαν διά προκαταβλητέους τόκους δύο ετών 80.000 λ. και διά χρεόλυτρα δύο ετών 16.000 λ. Ούτω το ποσόν κατήρχετο εις τας 358.700 λ. Εξ αυτού πάλιν αφηρούντο 60.000 λ. διά διαφόρους δαπάνας. (...) Αφαιρουμένου και του ποσού τούτου δεν απέμειναν να δοθούν εις την Ελλάδα ει μη 298.700 λ.».
Σχολή Εθνικού Θεάτρου στην οδό Πειραιώς, 2-3 μήνες πριν από το τέλος της ζωής του, ο Τάσος Λιγνάδης πάνω στη σκηνή. |
Και επειδή ζούμε στον καιρό των δανείων, ας θυμηθούμε τι έγραφε ο Τάσος Λιγνάδης στο βιβλίο του «Η ξενική εξάρτησις κατά την διαδρομήν του Νεοελληνικού Κράτους (1821-1945) (Αθήνα 1975)» για τα δάνεια της επαναστατικής περιόδου:
«Η υπερεπάρκεια κεφαλαίων, κυρίως εις Λονδίνον, ωθεί τους χρηματιστάς να τοποθετούν τα χρήματά των εις επισφαλείς επιχειρήσεις, των οποίων όμως ενδεχομένη επιτυχία θα απέφερε τεράστια κέρδη. Τοιαύτη επισφαλής τοποθέτησις εκρίνετο και η ελληνική περίπτωσις, κατά την οποίαν το απεγνωσμένον του αγώνος ενός λαού, μη έχοντας άλλην περιουσίαν ει μη τα "χώματα" των προγόνων του, παρείχε προϋποθέσεις συνάψεως συμφωνίας επί τη βάσει ληστρικών όρων. Αυτή είναι η ερμηνεία, αν όχι κατά κανόνα, τουλάχιστον κατά μέγα μέρος, της συστάσεως των φιλελληνικών εταιρειών».
Το πρώτο δάνειο του 1824, που διαπραγματεύτηκαν Ελληνες απεσταλμένοι σε συνεργασία με τη Φιλελληνική Εταιρεία του Λονδίνου ήταν ύψους 800.000 λιρών στερλινών με τιμή εκδόσεως 59% και τόκο ετήσιο 5% επί της ονομαστικής αξίας. Η εθνική περιουσία της Ελλάδας, τα εθνικά κτήματα, οι δασμοί των τελωνείων, αλυκών και αλιεύσεων θα ήσαν η παρακαταθήκη διά την αποπληρωμή του δανείου.
Όπως γράφει ο Τάσος Λιγνάδης: «Εκ του ονομαστικού κεφαλαίου των 800.000 λ. στερλ. μόνον αι 454.700 λ. ήσαν το ευεργετικόν ποσόν, το οποίον θα εδίδετο εις την Ελλάδα· εκ τούτου αφηρέθησαν διά προκαταβλητέους τόκους δύο ετών 80.000 λ. και διά χρεόλυτρα δύο ετών 16.000 λ. Ούτω το ποσόν κατήρχετο εις τας 358.700 λ. Εξ αυτού πάλιν αφηρούντο 60.000 λ. διά διαφόρους δαπάνας. (...) Αφαιρουμένου και του ποσού τούτου δεν απέμειναν να δοθούν εις την Ελλάδα ει μη 298.700 λ.».
Π.Α.Α.
Eξαιρετικός συγγραφέας ο Τ. Λιγνάδης!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάντως, τα κριτικά του δικίμια για το αρχαίο δράμα φρονώ πως πρέπει να μελετηθούν επειγόντως!!!
Πολλά έχει να ωφεληθεί ο αναγνώστης από την επαφή του με τα κείμενα αυτά!
Διογένης/Ε.Μ.