Μάνο. Μεγάλε Ερωτικέ...
Είναι όμορφο να σου μιλώ τα χαράματα... Και ξέρω πως δεν είμαι η μόνη. Και ξέρω πως είναι κι’ άλλοι... Και το πιο σημαντικό απ’ όλα, ξέρω πως όταν σου μιλώ, δεν είμαι μόνη. Γιατί, «Ποτέ δεν έφυγες άλλωστε, διότι αν είχες φύγει, δεν θα υπήρχε και λόγος να σου γράφω τούτη την ώρα...».1 Κι’ ακόμη επειδή, «Υπήρξες ο πρώτος που μίλησες για τη θέα στο πρόσωπο του Τέρατος που πάμε να συνηθίσουμε κι’ ως φαίνεται το συνηθίσαμε πια οι δύστυχοι».2 Σαν σήμερα έφυγες... Αλλά δεν έφυγες ποτέ... Το ξέρεις, το αισθάνεσαι, πως σήμερα σ’ έχουμε περισσότερο ανάγκη από ποτέ; Θα χαμογελάς, τώρα που μας ατενίζεις από το Σείριο; Τι θα έλεγες άραγε για τους μύριους όσους μικρούς δικτακτορίσκους που μας περικυκλώνουν, για τη χούντα του ηθικισμού που μας κατακλύζει από παντού, για τη μόνη κυριαρχία, τη δικτατορία των ηλιθίων... Και πολέμησες με πάθος το μονοφυσιτισμό που διαλύει τον άνθρωπο... Κι’ έγραψες Ιστορία στο Τρίτο πρόγραμμα... Κι’ αλήθεια... Πόσες φορές δεν θα έλεγες σήμερα: «Κύριε υπουργέ είστε βλαξ!». Μας άνοιξες ουρανούς, μας ταξίδεψες σε πρωτόγνωρους δρόμους, τάραξες τις βεβαιότητές μας, απάλυνες τον πόνο του έρωτά μας... Και τώρα ο Κεμάλ σου είναι εξόριστος... Θα μας έλεγες, ίσως, να πετάξουμε τα προσωπεία για να βρούμε επιτέλους το αληθινό μας πρόσωπο, κάτω απ’ τα προσωπεία. Θέλει πόνο. Όμως, αλήθεια, προσπαθήσαμε ποτέ; Κι’ εμείς που, «…σήμερα ζούμε κάποιο τέλος. Δεν ξέρω ποιο. Πάντως όχι της ντροπής. Καμία αξία δεν κινητοποιεί το θυμικό μας, καμία ιδέα δεν ακινητοποιεί τον κυνισμό των νεότερων γενεών που βλέπουν με απάθεια τα πάντα, διότι γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε μια εποχή που το σεσηπός θεωρείται αυτονόητο και φυσικός χώρος. Αυτό που με πανικοβάλλει περισσότερο απ’ όλα δεν είναι η έλλειψη ισχυρών ιδεολογιών, δεν είναι η θεοποίηση του χρήματος και της εξουσίας, δεν είναι ο κατακερματισμός του κοινωνικού ιστού, δεν είναι η αλαζονεία των (πλανητ)αρχών, δεν είναι η φτώχεια που κοιτάει το σπίτι μας, δεν είναι οι απανταχού μελλοθάνατοι των αυριανών πολέμων, δεν είναι το χαμόγελο που παγώνει στα χείλη ανθρώπων κάθε 5 λεπτά. Είναι που μέσα σε αυτό το “τελείωμα” του κόσμου δεν υπάρχει – στη χώρα μας τουλάχιστον – μια προσωπικότητα σαν τον Μ. Χατζηδάκι: Να ορίσει το μέτρο των πραγμάτων. Να δώσει όνομα στα τραύματα της συνείδησής μας. Να σπείρει όνειρο στα χαλάσματα των οραμάτων μας. Να ξαναδώσει νόημα στην έννοια “άτομο”. Να δωρίσει μαγεία στις στιγμές που ξεφεύγουν από τον πανικό της πραγματικότητας Κάθε εποχή χρειάζεται ένα Χατζηδάκι να μας (ξανα)διδάξει το πώς να ζούμε ή και να πεθαίνουμε με αξιοπρέπεια».
Είναι όμορφο να σου μιλώ τα χαράματα... Και ξέρω πως δεν είμαι η μόνη. Και ξέρω πως είναι κι’ άλλοι... Και το πιο σημαντικό απ’ όλα, ξέρω πως όταν σου μιλώ, δεν είμαι μόνη. Γιατί, «Ποτέ δεν έφυγες άλλωστε, διότι αν είχες φύγει, δεν θα υπήρχε και λόγος να σου γράφω τούτη την ώρα...».1 Κι’ ακόμη επειδή, «Υπήρξες ο πρώτος που μίλησες για τη θέα στο πρόσωπο του Τέρατος που πάμε να συνηθίσουμε κι’ ως φαίνεται το συνηθίσαμε πια οι δύστυχοι».2 Σαν σήμερα έφυγες... Αλλά δεν έφυγες ποτέ... Το ξέρεις, το αισθάνεσαι, πως σήμερα σ’ έχουμε περισσότερο ανάγκη από ποτέ; Θα χαμογελάς, τώρα που μας ατενίζεις από το Σείριο; Τι θα έλεγες άραγε για τους μύριους όσους μικρούς δικτακτορίσκους που μας περικυκλώνουν, για τη χούντα του ηθικισμού που μας κατακλύζει από παντού, για τη μόνη κυριαρχία, τη δικτατορία των ηλιθίων... Και πολέμησες με πάθος το μονοφυσιτισμό που διαλύει τον άνθρωπο... Κι’ έγραψες Ιστορία στο Τρίτο πρόγραμμα... Κι’ αλήθεια... Πόσες φορές δεν θα έλεγες σήμερα: «Κύριε υπουργέ είστε βλαξ!». Μας άνοιξες ουρανούς, μας ταξίδεψες σε πρωτόγνωρους δρόμους, τάραξες τις βεβαιότητές μας, απάλυνες τον πόνο του έρωτά μας... Και τώρα ο Κεμάλ σου είναι εξόριστος... Θα μας έλεγες, ίσως, να πετάξουμε τα προσωπεία για να βρούμε επιτέλους το αληθινό μας πρόσωπο, κάτω απ’ τα προσωπεία. Θέλει πόνο. Όμως, αλήθεια, προσπαθήσαμε ποτέ; Κι’ εμείς που, «…σήμερα ζούμε κάποιο τέλος. Δεν ξέρω ποιο. Πάντως όχι της ντροπής. Καμία αξία δεν κινητοποιεί το θυμικό μας, καμία ιδέα δεν ακινητοποιεί τον κυνισμό των νεότερων γενεών που βλέπουν με απάθεια τα πάντα, διότι γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε μια εποχή που το σεσηπός θεωρείται αυτονόητο και φυσικός χώρος. Αυτό που με πανικοβάλλει περισσότερο απ’ όλα δεν είναι η έλλειψη ισχυρών ιδεολογιών, δεν είναι η θεοποίηση του χρήματος και της εξουσίας, δεν είναι ο κατακερματισμός του κοινωνικού ιστού, δεν είναι η αλαζονεία των (πλανητ)αρχών, δεν είναι η φτώχεια που κοιτάει το σπίτι μας, δεν είναι οι απανταχού μελλοθάνατοι των αυριανών πολέμων, δεν είναι το χαμόγελο που παγώνει στα χείλη ανθρώπων κάθε 5 λεπτά. Είναι που μέσα σε αυτό το “τελείωμα” του κόσμου δεν υπάρχει – στη χώρα μας τουλάχιστον – μια προσωπικότητα σαν τον Μ. Χατζηδάκι: Να ορίσει το μέτρο των πραγμάτων. Να δώσει όνομα στα τραύματα της συνείδησής μας. Να σπείρει όνειρο στα χαλάσματα των οραμάτων μας. Να ξαναδώσει νόημα στην έννοια “άτομο”. Να δωρίσει μαγεία στις στιγμές που ξεφεύγουν από τον πανικό της πραγματικότητας Κάθε εποχή χρειάζεται ένα Χατζηδάκι να μας (ξανα)διδάξει το πώς να ζούμε ή και να πεθαίνουμε με αξιοπρέπεια».
Να ζήσουμε κι’ όχι απλώς να υπάρξουμε. Να διαλύσουμε κάθε μετριότητα που μας κρύβει τον ουρανό... Κι’ αλήθεια... Είμαστε αφόρητα φτωχοί χωρίς εσένα... Κι’ ο πόνος μας ο μέγας γεννήτορας. Απ’ εκείνον θα καρπίσει το μέλλον... Γιατί, καλύτερα από τον καθένα ξέρεις πως τ’ απαγορευμένα είναι και τα όμορφα... Για την ακρίβεια είναι πάντα τα πιο όμορφα... Απ’ ότι άλλο... Γιατί όταν κάτι είναι αληθινό, δεν αφήνει περιθώρια «νομιμότητας» και υποταγής. Τούτο το τραγούδι σου, ο Κεμάλ που τόσο σε γοήτευσε, είναι πιο επίκαιρο από ποτέ και η αντίδραση που προκάλεσε, είναι η απόδειξη πως έχει ακόμη τη δύναμη να ενοχλεί το σύστημα. Είμαστε όλοι Κεμάλ. Στο πρόσωπο του διωκόμαστε όλοι. Ο Κεμάλ είναι ο άλλος, μα και ταυτοχρόνως ο ίδιος μας ο εαυτός. Κι’ εσύ, Μάνο, είσαι το αληθινό μας πρόσωπο.
Καληνύχτα Κεμάλ...
Ξημερώνει...
Καληνύχτα Κεμάλ...
Ξημερώνει...
Μαρία Χατζηαποστόλου
Σημειώσεις:
2. Όπως παραπάνω.
3. Στέλλα Βλαχογιάννη, BHMAGAZINO 16-02-2003, Πηγή: www.lifo.gr
Μερικές φορές, ο γυναικείος συναισθηματισμός γράφει ευχάριστα κείμενα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑλλο πράγμα όμως είναι το ευχάριστο, και άλλο πράγμα το πραγματικό ....
Ο Χατζηδακης αν ζουσε σημερα θα λιθοβολουνταν απο Κανακηδες και Λαζοπουλους εειδη δεν θα εδινε συνεχεια δικιο στα παιδια . Τα οποια παιδια συνηθως ειναι 18 με 30 αρα ειναι παλιμπαιδιζοντες μαντραχαλοι χαιδευομενοι απο πασης φυσης δημαγωγους σαν αιωνια παιδια που ποτε δεν μεγαλωνουν βρε παιδι μου . Εν ζωη ειχε λιθοβοληθει αρκουντως μια που δεν θυμιατιζε την ΚΝΕ και τους πασης φυσης πολιτικοποιημενους αιωνιους εφηβους που ειχαν περασει τα 20 και παραμεναν εφηβοι . Α.Μ
ΑπάντησηΔιαγραφή@A.M
ΑπάντησηΔιαγραφήΛες δηλαδή να ήταν υπέρ των "διαβαστερών" εργατικών νέων που σε κάτι παλιές καλές εποχές δεν έπαιρναν χαμπάρι τι συνέβαινε γύρω τους από το πολύ διάβασμα(ονόματα δε λέμε,υπολήψεις δε θίγουμε);
X.K.
Οχι Χ.Κ δεν θα ηταν με τα χαπατα αλλα κατα τεκμηριο δεν ηταν ουτε με τα πολιτικοποιημενα χαπατα . Εκτος και αν οι συνεντευξεις που τους εκραζε ηταν πλαστες . Α.Μ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜου αρέσει που ξέρεις και ντριμπλάρεις(ποδοσφαιρόφιλος γαρ)!
ΑπάντησηΔιαγραφήΥ.Γ Αν για κάτι έπρεπε να "κατηγορήσεις" τους νέους,είναι οτι από τη δεκαετία του 90 κι εντεύθεν οι περισσότεροι έγιναν τρέντι απολιτικ παρτάκηδες,με ίντερνετ,φρέντο,κλαμπ κλπ.Αν δεν πολιτικοποιηθείς στα 18-30 δε θα το κάνεις ποτέ.Σεβαστή κι αυτή σαν επιλογή,αλλά επίτρεψε μου να μην την ασπάζομαι..
Χ.Κ.
Αλλο πολιτικοποιηση και αλλο κονφορμισμος που μεταμφιεζεται σε πολιτικοποιηση . Η πολιτικοποιηση η κανονικη ειναι απο 16 με 17 και οσο παει . Μεχρι να πεθανεις . Η εκφραση να πολιτικοποιειται καποιος η καποια απο τα 18 ως τα 30 ειναι σα να λεμε οτι κανει καποιος το αγροτικο του . Α.Μ
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Χατζιδάκις αντιπαθούσε τις στρατευμένες νεολαίες, είτε των κομμάτων, είτε του ποδοσφαίρου, είτε και της ''ηλεκτρικής κιθάρας'', όπως είχε γράψει χαρακτηριστικά στο οπισθόφυλλο των Αγώνων Ελληνικού Τραγουδιού Κέρκυρας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπό κει και πέρα, είναι στη διάθεση του οποιουδήποτε, τοποθέτηση του Χατζιδάκι, όπου επαινούσε τη νεολαία του ΚΚΕ εσωτ. για το επίπεδο της και έριχνε φαρμακερά βέλη για τους ΟΝΝΕΔίτες, τα παιδιά της παράταξης, στην οποία υποτίθεται ότι ανήκε.
Η επιστολή σου, Μαρία, είναι ζεστή και από καρδιάς, γι'αυτό και καλά έκανες και τη δημοσίευσες.
Ευχαριστώ.