Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2013

ΑΠΟ ΤΟ "ΒΟΣΠΟΡΟ" ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ ΣΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΣΑΣ!


Καλησπέρα σας από το Βόσπορο, αγαπητοί συνοδίτες.
Από το "Βόσπορο" του Πειραιά, βέβαια, κι όχι της αγαπημένης Πόλης. 
Στην υγειά σας, με πολίτικες γεύσεις, και καλό μήνα!

ΗΛΙΟΣ ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΟΣ ΔΥΩΝ...


Ο χειμωνιάτικος ήλιος, για να θυμηθώ τον Γκάτσο και τον ομώνυμο δίσκο του Χατζιδάκι, έδυσε πριν από λίγο, όπως το 'χει συνήθεια τέτοια ώρα, από καταβολής κόσμου. 
Η φωτογραφία - πριν λίγο - από τον Αττικό ουρανό που ...σκιάζεται από τις μπετόν πολυκατοικίες. 
Μα ο ήλιος αυτές δεν τις βλέπει. Κουράστηκε και πάει να κοιμηθεί...
Αύριο πάλι. 

ΠΡΟΣ ΠΟΛΩΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΜΑΣ ΚΑΚΟΔΑΙΜΟΝΙΑΣ;

Θεόδωρος Στάμος, Χωρίς τίτλο

Αντιφάσεις εκ παραδρομής ή πόλωση της εκκλησιολογικής μας κακοδαιμονίας; 
(αλλιώς: ένα μικρό σχόλιο με αφορμή την τελευταία «επίθεση» κατά του π. Βασιλείου Θερμού) 
Του θεολόγου - φιλολόγου Κώστα Νούση
Είχα σχεδόν δεσμευθεί να μην καταπιαστώ εκ νέου με τον μητροπολίτη Πειραιώς και αυτό ισχύει παρά τη φαινομενική μου επαναφορά. Ο σκοπός του παρόντος δεν είναι άλλος παρά η καταγγελία της σύγχρονης εκκλησιαστικής δυσπραγίας και της εκκλησιολογικής προβληματικής αντινομίας των ημερών. Θέλω να πιστεύω ότι προσωπικά, όσο και οι συντάξαντες την έκκληση για το ζήτημα του μοναστηριού στη Ναύπακτο, επί των προκειμένων δεν είναι άνθρωποι πονηροί, κρυψίνοες και οπισθόβουλοι, αλλά έντιμα μέλη του εκκλησιαστικού σώματος, που απλά συμμετέχουν στο χαρισματικό αυτό γεγονός συμπάσχοντας στα τραύματα της αγάπης, τα οποία επιφέρει ο αρχαίος πτερνιστής. 
Είναι γεγονός ότι η πρόσφατη σχετική με το ζήτημα ανάρτηση του Π. Ανδριόπουλου καλύπτει ακριβώς αυτήν ταύτην την επιχειρηματολογική δομή και ουσία, τις οποίες είχα κατά νουν πριν ξεκινήσω να γράφω το παρόν. Οπότε θα τις επαναλάβω κατά κάποιον τρόπο και από τη δική μου οπτική γωνία, καθώς και θα επιληφθώ και δυο τριών ακόμα θεμάτων, που δεν άγγιξε ο φίλος Παναγιώτης. 
Ως δυστυχέστατα επεσήμανα και στην προτελευταία ανάρτηση για έναν βωμολόχο μπλόγκερ, βλέπω πολλά από όσα σχολιάζονται στα σχετικά μας κείμενα να λαμβάνουν εν τη πραγματώσει τους προφητικό χαρακτήρα. Στην προκειμένη περίπτωση δεν έχω - και το τονίζω προκαταβολικά – καμιά διάθεση να καταφερθώ κατά του εν λόγω Επισκόπου, από τον οποίο και ξεκινώ. Είναι λίαν νωπές οι μνήμες της μετ’ εκείνου προσωπικής μου «αντιπαράθεσης», στην οποία οι διαπιστώσεις μου φαίνεται να επικυρώνονται στην πράξη και δη με τρόπο δραματικό πλέον και απροκάλυπτο. 
Απορώ κατ’ αρχήν και εξίσταμαι με το γεγονός της απροσχημάτιστης αντίφασης λόγων και λόγων ή επί το ακριβέστερον λόγων και έργων. Βλέπουμε, για παράδειγμα, να συμφωνεί πλέον εμφατικά μαζί μας ο Σεβασμιώτατος πάνω στο πρόβλημα της καινότροπης εισπήδησης (και εν γένει κανονικής υπέρβασης) μέσω διαδικτύου, για την οποία κυριότατα μας ενεκάλεσε μέσω του γραφείου αιρέσεων της Μητρόπολής του. Θυμίζω ενδεικτικά για το τραγελαφικό (ή και ύποπτο) τη υπόθεσης• λέγανε δι’ εμέ: «πιο συγκεκριμένα διηύρυνε τον όρο αυτόν, πέρα από τα πλαίσια, που ορίζει το Πηδάλιο, στα νέα πλαίσια της «μεταλλαγμένης εισπηδήσεως» (σελ.2 της δεύτερης απαντήσεως), στις «καινές μορφές εισπηδήσεως» (σελ.4 της πρώτης απαντήσεως) και στην «έμμεση κανονική εισπήδηση» (σελ.4 του πρώτου δημοσιεύματος της 25ης.11. 2012). Το ότι βέβαια όλα τα παρά πάνω «μετανεωτερικά, εξαμβλωματικά και καινοφανή μορφώματα» (σελ.1 της δεύτερης απαντήσεως) της σκέψεώς του είναι τελείως ξένα προς την Κανονική και Εκκλησιαστική μας Παράδοση, μόλις είναι ανάγκη να υπογραμμιστή. Το τραγικό στην παρούσα περίπτωση δεν είναι, ότι έχουμε να κάνουμε απλώς με το σοβαρό παράπτωμα της παραχαράξεως των θεοπνεύστων Ιερών Κανόνων, αλλά επί πλέον με την απόπειρα συμπληρώσεως αυτών, τους οποίους με θείο φωτισμό συνέγραψαν οι άγιοι Πατέρες, ανυψώνοντας έτσι εαυτόν υπεράνω Συνόδων και Πατέρων Με τις ενέργειές του αυτές ο αγαπητός κ. Κ.Ν., χωρίς ίσως να το αντιλαμβάνεται, προκαλεί «από απλή ταραχή και σκανδαλισμό μέχρι και σοβαρότερες παρενέργειες στην Εκκλησία», και πάντως «σίγουρα κάνει την δουλειά του και διασκεδάζει ο αρχαίος όφις» (σελ.1 του πρώτου δημοσιεύματος της 25ης.11.2012). Αυτή η περίπτωση «τω όντι ανήκει στο φαινόμενο της ευρύτερης θεολογικής μας σχιζοείδειας». Αυτό, ειδικά το τελευταίο, προσυπογράφω και πάλι. 
Έρχεται, λοιπόν, νυν ο Σεραφείμ και δηλοί κατηγορηματικώς: «ἐπισημειοῦται δέ ὅτι ὑφίσταται συντρέχουσα ἁρμοδιότης τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Δικαστηρίου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς ἐν προκειμένῳ κατά τάς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 7 τοῦ ἀνωτέρω νόμου διότι τά φερόμενα ὡς τελεσθέντα κανονικά παραπτώματα διά τοῦ διαδικτύου ἐτελέσθησαν καί ἐντός τῆς κανονικῆς δικαιοδοσίας τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς ἐφ’ ὅσον τό διαδίκτυον λειτουργεῖ καί ἐντός αὐτῆς»!!! Τα υπέρ ημών συμπεράσματα δεν υποδηλώνονται προς αυτοδικαίωσιν, όπερ ευτελές, ανώριμον, ανόητον και εφάμαρτον, όσο για να πούμε το εξής: πρόκειται απλά για μια ανακολουθία που δείχνει κάποιον ακόμα κενό περιεχομένου και συμβατού ήθους σύγχρονο εκκλησιαστικό λόγο – επί το απλούστερον: καλά δεν ξέρουν ή ξεχνάνε τι γράφουν μέσα σε λίγες μέρες; - ή μήπως για κάτι απεχθέστερο, το οποίο δεν θέλω ούτε καν να διανοηθώ; 
Προς τούτοις, έχω ήδη αναφερθεί στον νομικίστικο και σχολαστικό χαρακτήρα των γενικότερων παρεμβάσεων του εν λόγω Επισκόπου και, δυστυχώς, δεν νομίζω πως και στο τελευταίο του κείμενο υπερβαίνει την τεθλασμένη – κατά την ταπεινή μου γνώμη – ποιμαντική αυτή γραμμή του. Η παράθεση νόμων του κράτους, ιερών κανόνων και, το χείρον, η απειλητική, τρομοκρατική και εκβιαστική τους χρήση πάνω σε κληρικούς και λαϊκούς, πέρα από το γεγονός της προκληθείσης θλίψης για την έκπτωσή μας από αγαπητικό εν Χριστώ χαρισματικό Σώμα σε εγκόσμιο οργανισμό ή θεσμό, ενισχύει το απωθητικό προφίλ της εν Ελλάδι υπαρχούσης δεσποτοκρατίας. 
Δεν μπορώ εδώ να μην επισημάνω και την «επίθεση» κατά ενός εγνωσμένης πνευματικότητας και προσφοράς στα θεολογικά γράμματα εγγάμου ιερέως (π. Β. Θερμού), που καταμαρτυρεί μια ανεξήγητη αντινομία μέσα στην τελολογία και στην οντολογία της σύγχρονης ποιμαντικής δράσης και ευρύτερης εκκλησιαστικής μας πραγματικότητας. Πιο απλά: αν απαξιώνουμε τέτοια στελέχη της Εκκλησίας, ποιο άραγε ιερατικό γένος επιθυμούμε να παραγάγουμε και κατ’ επέκταση σε τι επίπεδο θέλουμε να βρίσκεται ο λαός του Θεού; Λένε οι εκκαλούντες περί ειρήνευσης, ισχυριζόμενοι πως πρόκειται περί διασταυρωμένης πληροφορίας, κάτι που ούτε καν θέλω να διανοηθώ και σχολιάσω: «παρά το γεγονός ότι τυπικά εμφαίνεται σαν αίτημά του (π. Γ. Δορμπαράκη) να λάβει απολυτήριο, η αλήθεια είναι ότι εξαναγκάστηκε να το κάνει επειδή του ζητήθηκε και για να μην παραμείνει υπό την σοβαρή δυσμένεια του μητροπολίτη». Απαντά αρνούμενος ο Μητροπολίτης: «κατά τόν εὐφυέστατον φερόμενον συγγραφέα τῆς «διαμαρτυρίας» εἰς θέματα διοικήσεως καί κανονικῆς τάξεως ἡ τυπικότης δέν διασφαλίζει καί δέν ἀποδεικνύει τήν οὐσίαν». Ποιον να πιστέψεις; Το σίγουρο είναι ότι πρόκειται για τραγικές καταστάσεις απάδουσες προς τη φύση της Εκκλησίας και πως ενίοτε ο τύπος αποτελεί την ταφόπλακα της ουσίας, δηλαδή της εν Χριστώ αγάπης. 
Περνάω και στα πιο σοβαρά, ώστε να εξηγήσω την προαναφερθείσα βαθύτερη ανησυχία μου πάνω σε υποδόριες απεχθείς πιθανές αλήθειες. Μια απλή ανάγνωση του κειμένου των συντακτών των «εκκλήσεων» για ειρήνευση της (τοπικής εν Ναυπάκτω) Εκκλησίας το μόνο που δεν καταφέρνει είναι να μας προκαλέσει τις ανησυχίες και τις «καχυποψίες» του Πειραιώς. Ίσα ίσα που μας εμβάλλει νέες. Γίνομαι πιο σαφής. Φοβάμαι ότι, όσο και να διαβάσει κανείς τις εκκλήσεις, δεν θα βρει «εξισώσεις» με τον Ναυπάκτου, αλλά μάλλον αφορμή για αναφορά στον «θεολογικόν αυτόν γίγαντα» σε ευθεία αντιπαραβολή (προς αντιπαράθεση μήπως;) με τον «κακόδοξον» Περγάμου. 
Πρόκειται για τυχαία ή εσκεμμένη εκδίπλωση μιας «αντιοικουμενιστικής» πολεμικής, που άρχισε εδώ και καιρό ο Πειραιώς και οι συν αυτώ; Έχουμε μήπως τα προοίμια μιας συντεταγμένης επίθεσης; Έχουν άραγε έρθει μεταξύ τους προηγουμένως οι εμπλεκόμενοι «αντιοικουμενιστές» Ιεράρχες σε συνεννόηση; Αν όχι, μήπως θα πρέπει να διαψεύσει αυτήν την εξίσωση ο νέος υπό του ετέρου εμπλεκόμενος; Αν όχι, πότε θα επιληφθεί του θέματος η ΔΙΣ ή το Πατριαρχείο για την έμμεση αυτή επίσημη καταγγελία για κακοδοξία ενός θεσμικού εκπροσώπου του Οικουμενικού Θρόνου; Και τι άλλο θα πρέπει να περιμένουν τα ανώτατα συλλογικά όργανα, για να οριοθετήσουν τον «οικουμενισμό» επιτέλους; Και, ειρήσθω εν παρόδω, ο Σεβασμιώτατος φαίνεται επιτέλους να θυμήθηκε στην εν λόγω αναπόδεικτη εξίσωσή του τα «ἀνώτατα συνοδικά ὄργανα διοικήσεως». Αν δεν πρόκειται για προσβλητική της νοημοσύνης και της βραχύτατης μνήμης μας υπόμνηση, απλά θα του πούμε το δάσκαλε που δίδασκες… 
Έχουμε, προφανέστατα, πολύ βαθύτερα ζητήματα εδώ. Πέρα από τις όποιες ιερές ή ανίερες συμμαχίες, έχουμε θεολογικές και ποιμαντικές ενάντιες σχολές και τάσεις, που καταμαρτυρούν την επιταγή των καιρών για προσαρμογή της ορθόδοξης πνευματικότητας και εκκλησιολογίας στο πλαίσιο της μετανεωτερικότητας. Ο εκκλησιασμός των τάσεων και στάσεων μπορεί μεν να οδηγήσει σε μια εν Πνεύματι σύνθεση, μπορεί όμως και σε σύγκρουση και καθαιρετικές διαδικασίες. Εξάπαντος, ωστόσο, δεν μπορούν να εκκρεμούν άλλο τέτοια θέματα και να τραυματίζεται η ενότητα και η ειρήνη της Εκκλησίας από τις όποιες δυσδιάκριτες διαθέσεις και ιδέες του καθενός. Αυτή η αναβλητικότητα και η κώφευση της διοικούσας Εκκλησίας δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’ αόριστον. Βλέπουμε, λοιπόν, από τις ίδιες πηγές να εκπορεύονται αντικρουόμενα ρεύματα. Από τη μια οι μεταπατερικοί – ζηζιουλικοί - οικουμενιστές (π.χ. Βόλος) και απ’ την άλλη οι παραδοσιακοί – ρωμανιδικοί - αντιοικουμενιστές (βλ. Πειραιάς) – άραγε πόσο συμβολική ήταν η μετακίνηση του π. Γ. Δορμπαράκη από τον βόρειο στον νότιο εκκλησιαστικό πόλο; Εν προκειμένω έχουμε και πάλι μια άριστη ευκαιρία αυτοπροσδιορισμού της σύγχρονης εκκλησιολογίας. Η διαλεκτική με τον μεταμοντερνισμό και ο φονταμενταλισμός, το παλιό με το νέο, η παρελθοντολαγνία και η ανοιχτότητα σε ιδέες και ανθρώπους προβάλλουν απαιτητικά εκζητώντας διεξόδους. Εκείνο που σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να χαθεί είναι η αγάπη, το πρόσωπο, ο φυσικός άνθρωπος, ο οποίος βλέπουμε να οράται ή σαν θύμα ή σαν θεσμική μονάδα και να στοχοποιείται. Την έκκληση ουσιαστικά για «προσωπικές συναντήσεις» έκαναν οι υπογράφοντες, μεταξύ των οποίων έβρισκες και φερέλπιδα ονόματα της παραγωγής σύγχρονου και ζωντανού θεολογικού λόγου και της εκκλησιαστικής ζωής. Και αναρωτιέσαι εύλογα αν οι παρασκηνιακές κινήσεις και οι αδιόρατες απευκταίες πραγματικότητες κρύβονται στους πολλούς ή στους λίγους… Ας μας διαψεύσουν εξ αμφοτέρων οι «ύποπτοι» εν αγάπη και ομονοία πολιτευόμενοι. 
Επειδή θέλω να είμαι έντιμος, οφείλω να πω ότι προσωπικά θα προτιμούσα ο κάθε κληρικός, έστω και σε θετικές παρεμβάσεις του, ως εν προκειμένω, να έχει την «ευλογία» (έστω και την εν απλή γνώσει) του οικείου του Μητροπολίτη. Επιμένω, επίσης, πως η υπακοή στον Επίσκοπο, ακόμα και λαθεμένη και κατ΄ άνθρωπον άγουσα σε αδικίες, είναι η πλέον θεάρεστη και οι «πνευματικότεροι» προτιμούν να αδικηθούν παρά να δικαιωθούν εδώ, αναμένοντες τη θεία «εκδίκηση». Οι δε Επίσκοποι να παύουν να αυτονομούνται και να λειτουργούν δεσποτικά, αλλά πατρικά, ανθρώπινα, φυσικά, αγιοπνευματικά. 
Το δια ταύτα είναι πως σε όλα τα παραπάνω προσβάλλεται η ουσιώδης ταυτότητα της εκκλησίας και αμαυρώνεται η ad extra εικόνα και η καλή (εσχατολογική – χαρισματική) μαρτυρία της. Η λύτρωση παραμένει διαχρονικά η μετάνοια, δηλαδή το γύρισμα του νου μας, της όρασής μας, του είναι μας προς τον Θεό. Εκεί μέσα σβήνουν τα πάθη, οι μικρότητες, τα ιδεολογήματα, οι αυτονομήσεις, οι εξατομικευτικές διαδρομές, και αναδύεται ο Χριστός και τα πρόσωπα των αγίων, των χριστοειδών αυτών όντων στα οποία καλούμαστε άπαντες να μεταμορφωθούμε. 
Κ.Ν. 
31/1/2013

Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

Η "ΕΙΣΠΗΔΗΣΗ" ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ ΚΑΙ Ο "ΚΑΚΟΔΟΞΟΣ" ΠΕΡΓΑΜΟΥ...


Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου 
Για το κείμενο Διαμαρτυρίας "για μια επισκοπική αυθαιρεσία" που υπογράψαμε και δημοσιεύσαμε εδώ στην Ιδιωτική Οδό, ο Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ με σχετική ανακοίνωσή του, ζητεί χωρίς περιστροφές από τον "αίτιο" του κειμένου π. Βασίλειο Θερμό να υποβάλει στον μητροπολίτη του Θηβών Γεώργιο την έγγραφη "κανονικήν του μεταμέλειαν" για μια σειρά από "κανονικά" παραπτώματα. Αν δεν το κάνει τον περιμένει εκκλησιαστικό δικαστήριο. 
Το φινάλε του κειμένου του Σεβ. Πειραιώς τα λέει όλα: 
"Ἐπισημειοῦται δέ ὅτι ὑφίσταται συντρέχουσα ἁρμοδιότης τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Δικαστηρίου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς ἐν προκειμένῳ κατά τάς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 7 τοῦ ἀνωτέρω νόμου διότι τά φερόμενα ὡς τελεσθέντα κανονικά παραπτώματα διά τοῦ διαδικτύου ἐτελέσθησαν καί ἐντός τῆς κανονικῆς δικαιοδοσίας τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς ἐφ’ ὅσον τό διαδίκτυον λειτουργεῖ καί ἐντός αὐτῆς".
Άρα, ο Σεβ. Πειραιώς έρχεται στα λόγια μας ως προς την δια διαδικτύου "εισπήδησιν". Ο ίδιος γνωρίζει πολύ καλώς το θέμα αφού έχει υποπέσει επανειλημμένως στον πειρασμό. Με αιχμηρά κείμενά του αφορώντα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο (εξ ου και η δυσφορία του Πατριάρχη εκφρασθείσα με επιστολή προς τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο), στις αυτοκέφαλες Εκκλησίες Σερβίας και Κύπρου, σε μητροπόλεις του Οικουμενικού Θρόνου, όπως για παράδειγμα - εντελώς πρόσφατο - στην Μητρόπολη Γερμανίας και άλλα δια τα οποία επιλείψει γαρ με διηγούμενον ο χρόνος. 
Και να μην ξεχάσω το θρασύτατο κείμενο δύο κληρικών του για τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο και τον αείμνηστο Πατριάρχη Αθηναγόρα. Σύμφωνα με τη λογική του Σεβ. Πειραιώς περί διαδικτύου και η Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου θα μπορούσε να επιληφθεί των κληρικών της Μητροπόλεως του "ἐφ’ ὅσον τό διαδίκτυον λειτουργεῖ καί ἐντός αὐτῆς". 
Όμως στην ανακοίνωση που σχολιάζουμε ο Σεβ. Πειραιώς λέει κάτι πολύ σημαντικότερο: 
Η επιστολή που υπέγραψαν κληρικοί και λαϊκοί (μεταξύ των οποίων και ο τότε κληρικός της Μητροπόλεως Πειραιώς π. Γ. Δορμπαράκης, στον οποίο έγινε σχετική "σύστασις") για το ζήτημα της σχέσης Μητροπόλεως Ναυπάκτου και Μονής Μεταμορφώσεως ήταν ...προβληματική διότι εξίσωνε "τόν ὁμολογητήν καί βαθυνούστατον θεολογικόν γίγαντα Μητροπολίτην Ναυπάκτου καί ἁγ. Βλασίου κ.κ. Ἱερόθεον, τοῦ ὁποίου αἱ 500 θεολογικαί συγγραφαί πλουτίζουν τήν θεολογικήν γραμματείαν, ἀντιμετωπίζουν πατερικῶς καί ἀποτελεσματικῶς τάς κακοδοξίας τοῦ Μητροπολίτου Περγάμου κ.κ. Ἰωάννου, τήν μεταπατερικήν λύμην καί τίς κενοφωνίες τῶν μεταφράσεων τῶν λειτουργικῶν κειμένων...".
Μας λέει, λοιπόν, εδώ ο Σεβ. Πειραιώς απροκάλυπτα ότι τόσο ο ίδιος όσο και ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος θεωρούν τον Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη "κακόδοξο"! Ο δε Μητροπολίτης Ναυπάκτου αντιμετωπίζει με αποτελεσματικότητα (sic) τον "κακόδοξο" Περγάμου. 
Με δεδομένο ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης έγραψε επισήμως ότι ο Περγάμου Ιωάννης "αποτελεί τον στιβαρόν θεολογικόν βραχίονα της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, η οποία ενεπιστεύθη εις τον αγλαόν επίσκοπον και θεολόγον της τον χειρισμόν και την διεκπεραίωσιν υψίστης σημασίας εκκλησιαστικών υποθέσεων εις όλον το πλέγμα των ευθυνών και των δράσεών της, ανέθεσεν εις αυτόν δυσκόλους αποστολάς, προεδρείας και διαπραγματεύσεις", αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι Μητροπολίτες Ναυπάκτου και Πειραιώς και τινες συν αυτοίς έχουν βαλθεί να αποδείξουν τον "θεολογικό βραχίονα" του Οικουμενικού Θρόνου ως "κακόδοξο"! 
Κατόπιν αυτών, ο λόγιος Μητροπολίτης του Θρόνου Προικοννήσου Ιωσήφ ίσως θα πρέπει να αναθεωρήσει τη σχέση του με τη Μητρόπολη Πειραιώς. Τουλάχιστον... 
Αυτά γι' απόψε.

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2013

ΠΕΡΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Γιώργος Μπούτλας, Λάθος χρόνος

"ΟΙ ΜΕΛΙΣΣΕΣ… ΚΑΙ ΟΙ ΠΙΘΗΚΟΙ"
Μια κριτική θεώρηση της σύγχρονης Ελληνικής παιδείας με αφορμή την εορτή των τριών Ιεραρχών 
“Όλα είναι θέμα παιδείας” ήταν γραμμένο κάτω από το λογότυπο του Υπουργείου Παιδείας κατά το πρόσφατο παρελθόν. Και έμεινε και αυτό ως σύνθημα, όπως και τόσα άλλα συνθήματα σ’ αυτόν εδώ τον τόπο, μια νεκρή στην πράξη πρόταση, που υπηρέτησε πρόσκαιρες πολιτικές σκοπιμότητες. 
Την αλήθεια όμως, ότι όλα είναι θέμα παιδείας, κατάλαβαν πριν από πολλά χρόνια τρείς εκκλησιαστικοί άνδρες, τρείς Ιεράρχες, οι οποίοι αφιέρωσαν όλο τους το «είναι» στο διδακτικό, κοινωνικό και ποιμαντικό τους έργο. Και οι τρείς, ενώ προέρχονταν από εύπορες οικογένειες, στο τέλος της ζωής τους πέθαναν πάμφτωχοι και μόνο με το ράσο τους. 
Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι, ο Βασίλειος ο Μέγας, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος είχαν ως πρότυπο Διδασκάλου το Χριστό, το έργο Του, τη ζωή Του και το μαρτύριό Του. Πρώτα ζούσαν και μετά έγραφαν και δίδασκαν. Δεν ήταν δυνατόν να διδάξουν κάτι ξένο, αν από πριν δεν το είχαν ζήσει και οι ίδιοι. Και βεβαίως, ζωή σημαίνει σχέση με το Θεό, με τον άνθρωπο, με όλη τη φύση. 
Ήρθαν σε επαφή με τη Φιλοσοφία της Αρχαίας Αθήνας χωρίς φόβο ή αισθήματα κατωτερότητας, και σαν μέλισσες επέλεξαν τα καλύτερα από τα λουλούδια των Αρχαίων Φιλοσόφων και τα μπόλιασαν με το Ευαγγέλιο του Χριστού, για να γεννήσουν το πιο γλυκό μέλι, τροφή για όλους εμάς, τις κατοπινές γενιές των ανθρώπων. 
Τα έργα τους, είτε Θεολογικά είτε Φιλοσοφικά (επιστημονικά, ρητορικά, ποιητικά και πολλά άλλα), είναι άξια ενδελεχούς μελέτης και μεγάλου θαυμασμού, πράγμα το οποίο δυστυχώς δε συμβαίνει στο σύγχρονο Ελληνικό Σχολείο. Ανταγωνισμός, παπαγαλία, άγχος και πόσες άλλες αρνητικές καταστάσεις βιώνουν καθημερινά οι μαθητές… Από την παιδεία του τύπου και του καθωσπρεπισμού προ της μεταπολίτευσης περάσαμε μετά, σιγά αλλά σταθερά, στην παιδεία του κενού περιεχομένου. Κάποτε στο σχολείο κυριαρχούσε ο φόβος της τιμωρίας και κατ’ επέκταση η πίστη σε ιδανικά και αξίες συνήθως ως προς τους εξωτερικούς τύπους. Και αυτό βεβαίως φάνηκε μετά, όταν δηλαδή έφυγαν οι τύποι, και έμεινε η παιδεία μετέωρη. Αυτό που ζούμε σήμερα δηλαδή. Μια παιδεία της ημιμάθειας, της απαξίωσης και της ήσσονος προσπάθειας. Μια παιδεία τελικά, υποταγμένη στα υποκριτικά συνθήματα της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας, είτε πραξικοπηματικά αυτοδιορισμένης παλιότερα είτε δημοκρατικά εκλεγμένης τα τελευταία μεταπολιτευτικά χρόνια. 
Μας έφεραν αναλυτικά προγράμματα βασισμένα σε Γερμανικά μοντέλα - τώρα τελευταία ακούμε και για Σουηδικά ή Φινλαδικά μοντέλα - να τα φορέσουμε σαν ένα στενό κακοραμμένο κοστούμι στο σώμα του κουρασμένου έλληνα μαθητή. Ένας άκρατος και άκριτος πιθηκισμός από τα χρόνια του ξενόφερτου Όθωνα ακόμα. Σαν να μην έχει αυτός ο τόπος ιστορία και μάλιστα λαμπρή, σαν να μην έχει πίστη, σαν να μην έχει παράδοση, πολιτισμό και μυαλά που να προοδεύουν στην επιστήμη. 
Στην Ελλάδα έχουμε ίσως και μια παγκόσμια πρωτοτυπία στην Παιδεία: εφαρμοσμένα ή εφαρμοστέα προγράμματα εκπαίδευσης άλλων χωρών σε συνδυασμό όμως με τη νεοελληνική νοοτροπία της παροχής παιδείας μέσα από…φροντιστήρια. 
Μήπως εδώ λοιπόν να βρίσκεται η ρίζα του κακού που βιώνει σήμερα η Ελλάδα; Στη διαχρονικά παρεχόμενη παιδεία δηλαδή; Και σαφώς δεν κομίζουμε «γλαύκα ες Αθήνας», γιατί όλοι περάσαμε από το Ελληνικό Σχολείο και είμαστε γνώστες των πραγμάτων με εξαίρεση βέβαια πολλούς πολιτικούς μας, οι οποίοι έκαναν αξιόλογες σπουδές στα καλύτερα Πανεπιστήμια της αλλοδαπής και ήρθαν να φέρουν τα φώτα της Δυτικής κουλτούρας και τώρα πλέον και τις …οικονομικές τους γνώσεις και θεωρίες για να μας…σώσουν. 
Μα, θα πει κάποιος, τι πρέπει να γίνει; Είναι δυνατόν η Ελλάδα να μείνει πίσω από τις παγκόσμιες εξελίξεις και να απομονωθεί; Σαφώς και όχι. Ήδη όμως έχει απομονωθεί και δυστυχώς καθημερινά ταπεινώνεται. Γιατί; Γιατί απλούστατα ποτέ δεν ήταν ο εαυτός της. Πάντα «ανήκαμε στη Δύση», στην Ανατολή ή όπου αλλού. Και όταν «η Ελλάδα ανήκε στους Έλληνες» αυτό ήταν ένα πυροτέχνημα λόγου, που εκστομίζονταν από πολιτικές ηγεσίες για εσωτερική κατανάλωση και μόνο. Συνυπεύθυνος πολλές φορές σε όλα αυτά ήταν και ο λαός, που έτρεχε στους «βουλευτάδες» - «μαυρογιαλούρους» για την κατάληψη μιας… «θεσούλας» στο δημόσιο, αλλά και…«δια πάσαν νόσον», ενώ κατόπιν θαμπωμένος από τα φώτα της Εσπερίας εξελίχθηκε σε homo consumens χάνοντας το «μέτρον άριστον». Αν και αυτό βεβαίως δεν ισχύει για όλους, γιατί κάποιοι μην έχοντας «μπάρμπα στην Κορώνη» ή λόγω προσωπικής κοσμοθεωρίας έμειναν… «έξω του Νυμφώνος». 
Αλλά αυτός ο λαός, που ιστορικά ποτέ δεν άφησε τη μοίρα να τον οδηγήσει, παρ’ όλα αυτά λες και από κάποιο χέρι κατευθύνεται στο σχήμα της Αρχαίας Ελληνικής Τραγωδίας: «ύβρις – νέμεσις – τίσις», για να φτάσει τελικά στη Λύτρωση της Τραγωδίας του. Ύβρις εδώ, είναι η άρνηση του προσώπου μας και η κατάφαση του προσωπείου μας. Μια περίεργη μίξη του τρόπου ζωής της Δύσης (καταναλωτισμός, υλιστική αθεΐα στην πράξη) και της Ανατολής («ρουσφέτι», «μπαξίσι», κατάλοιπα της Οθωμανικής σκλαβιάς) και βεβαίως της Ελληνικής διχόνοιας, που όταν βασίλευε, πάντα μας έφερνε στο σπίτι μας τους ξένους καλοθελητές με το αζημίωτο. 
Στερέψαμε πνευματικά λοιπόν, και κατόπιν ενέσκηψε και η οικονομική κρίση. Και το χειρότερο είναι ότι καταλάβαμε την πνευματική μας ένδεια, ότι δηλαδή «ο βασιλιάς είναι γυμνός», τώρα που ζούμε την υλική ένδεια και την οικονομική δυσπραγία. Έχουμε μάθει να εκτιμούμε τα πάντα βάσει οικονομικών όρων. 
Ζούσαμε λοιπόν, με υποκρισία στην κοινωνία και την παιδεία μας και τώρα τα προσωπεία πέφτουν, και συνεπώς οι επιλογές είναι δύο: ή θα χάσουμε την αυτοσυνειδησία μας με ορατό τον κίνδυνο να αφομοιωθούμε ή θα οικοδομήσουμε νέα θεμέλια ζωής βασισμένα στην αλληλεγγύη μεταξύ μας, σε αληθινή δημοκρατία και σε μια κοινωνία ελεύθερων προσωπικοτήτων με κρίση και λόγο. Μέλη κι όχι μέρη αυτής της κοινωνίας, λειτουργικά ενωμένα μεταξύ μας, όπου κανένας δε θα είναι «η κόλαση για τον άλλον». «Ο καθένας έχει έναν εαυτό και κάνοντάς τον καλύτερο γίνεται αυτομάτως όλη η κοινωνία καλύτερη» συνήθιζε να λέει ο γέροντας Παΐσιος. 
Τα κλειδιά για μια νέα τέτοια κοινωνία σαν αυτή που περιγράφουμε τα έχουν οι νέοι άνθρωποι. Είναι η αισιοδοξία, η πίστη και η αγάπη που τους διαπνέει, το νέο αίμα που δεν έχει «μολυνθεί» ακόμα. Η πόρτα προς τον κόσμο είναι και πρέπει να γίνει η Παιδεία. Μια Παιδεία της ουσίας με πίστη στο Θεό και τον άνθρωπο, αλλά και με έμφαση στις επιστήμες. Με σεβασμό στα θρησκευτικά μας σύμβολα (εικόνες, προσευχή, αγιασμός) ως πολύτιμο μέρος της ζωής μας κι όχι ως τύπο, καθώς επίσης και στα εθνικά μας σύμβολα (Σημαία, εθνικές εορτές), αλλά και με σεβασμό στο διαφορετικό εθνικό και θρησκευτικό ιδεώδες . 
Σ’ αυτόν τον τόπο θα πρέπει επιτέλους, να μην απεμπολούμε τα στοιχεία της ταυτότητάς μας επειδή κάποιοι πατριδοκάπηλοι ή θρησκειοκάπηλοι τα χρησιμοποίησαν ή τα χρησιμοποιούν βάναυσα .Άλλωστε, και οι φίλοι μας οι Ευρωπαίοι αγαπούν την πατρίδα τους και γιατί να μην τους «αντιγράψουμε» σ’ αυτό; Οι Έλληνες όσες φορές λειτούργησαν σαν μέλισσες σύμφωνα με την παρομοίωση του Μ. Βασιλείου στο έργο του «προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων», όχι μόνο δεν κινδύνευσε η υπόσταση της Ελλάδας, αλλά έδωσε και τα φώτα της σε όλο τον κόσμο. 
Αναγκαία είναι επίσης, η ύπαρξη παιδείας με πολιτιστικές προτάσεις και με καλλιέργεια των χαρισμάτων και δεξιοτήτων των νέων ανθρώπων. Μην ξεχνάμε το γεγονός ότι ο πολιτισμός υπήρξε ανέκαθεν η «βαριά βιομηχανία» των Ελλήνων αντλώντας το παγκόσμιο ενδιαφέρον και το θαυμασμό. 
Και το σημαντικότερο είναι ότι μέσα από τη νέα παιδεία θα πρέπει να μάθουν οι νέοι πώς να κυβερνούν και να κυβερνώνται και βεβαίως, ότι οι κοινωνικές θέσεις είναι θέσεις θυσίας κι όχι νεκρωμένες θέσεις εξουσίας. 
Είναι η ώρα να απελευθερωθούν οι υγιείς πνευματικές δυνάμεις μέσα και από τους άλλους φορείς της παιδείας, την ελληνική οικογένεια που πάντα συνείχε την κοινωνία, την Εκκλησία με τη ρηξικέλευθη πρόταση ζωής της και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ως πολιτιστικά και επιμορφωτικά όργανα. 
Τώρα είναι η ώρα όχι για …οικονομικές ευκαιρίες, αλλά για την έκρηξη και απελευθέρωση της ηφαιστειακής ψυχής των νέων με σκοπό τη μεταμόρφωση αυτού του κόσμου. Όσο πιο σύντομα το καταλάβουμε όλοι μας, και περισσότερο οι ηγέτες αυτού του τόπου, τόσο πιο γρήγορα θα βγούμε απ’ αυτή τη δίνη που έχουμε περιπέσει και με δική μας ευθύνη μα περισσότερο των αρχόντων της πατρίδας μας. Το χρωστάμε άλλωστε στη νέα γενιά. Και άλλος τρόπος εκτός απ’ αυτόν ίσως να μην υπάρχει. 
Γκουνέλας Χρήστος 
Θεολόγος, εκπαιδευτικός

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΣΤΑ ΙΧΝΗ ΤΟΥ ΠΙΚΙΩΝΗ ΚΑΙ ΣΤ' ΑΝΑΦΙΩΤΙΚΑ


φωτογραφίες: Ιδιωτική Οδός
Σήμερα στο άνδηρο του Πικιώνη, στου Φιλοπάππου, εκεί στο πλάτωμα, παρατηρώ πως μαρμάρινα καθιστικά και μικρές πέτρινες κατασκευές οργανώνονται με βάση οπτικούς άξονες. Τα καθιστικά, διάσπαρτα στο άνδηρο, απομακρυσμένα το ένα από το άλλο έχουν ένα μόνο σκοπό: να τοποθετήσουν τον επισκέπτη σε εκείνα τα σημεία όπου θα έχει την καλύτερη δυνατή θέα της Ακρόπολης. 


Βγάζω φωτογραφίες. Όσο είναι ικανές να αποτυπώσουν την αχώρητη ομορφιά. Και σκέφτομαι τι μεγάλος που ήταν ο Πικιώνης. Με ό,τι έφτιαξε εδώ πάνω ενεργοποιεί στο έπακρον το βλέμμα σου, μπας και αισθανθείς αυτόν τον τόπο όπως πραγματικά είναι: μια μυστική συνομιλία με την αιωνιότητα. 
Λίγο μετά στα Αναφιώτικα προσπαθώ να ...αιχμαλωτίσω με το φωτογραφικό φακό μια μοναδική θέα του Αττικού τοπίου, με το αττικό φως, παρά την μουντάδα, να αναδεικνύει τον Λυκαβηττό, που φαντάζει πιο μεγαλοπρεπής και απίστευτα κοντά. Ταπεινοί υπήκοοι, τα απέραντα μπλοκ των πολυκατοικιών.


Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2013

ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΠΙΣΚΟΠΙΚΗ ΑΥΘΑΙΡΕΣΙΑ


Στις 9 Ιανουαρίου 2013 αναρτήθηκε στο διαδίκτυο (http://www.amen.gr/article11916) έκκληση 26 πιστών χριστιανών προς όλα τα εμπλεκόμενα στην υπόθεση της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως Ναυπάκτου μέρη, στην οποία με σεβασμό παρακαλούσαν να καταβληθή κάθε προσπάθεια για να θεραπευθή το πρόβλημα και να μην οδηγηθούμε σε σχίσμα. 
Ένας εκ των υπογραψάντων ήταν και ο πρωτοπρεσβύτερος της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς π. Γεώργιος Δορμπαράκης, φιλόλογος και θεολόγος, κληρικός έγκριτος και αξιοσέβαστος, με πλούσια ποιμαντική και συγγραφική δραστηριότητα. 
Στις 11 του μηνός αναγράφηκε στο διαδίκτυο (http://panagiotisandriopoulos.blogspot.gr/2013/01/blog-post_11.html) ότι ο Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ απαίτησε (δι’ άλλου προσώπου) από τον π. Γεώργιο, την επόμενη κιόλας μέρα της ανάρτησης, να αναζητήσει άλλη Μητρόπολη διότι ετόλμησε να συνυπογράψει την έκκληση. Κάποιοι εξ ημών επικοινωνήσαμε με τον π. Γεώργιο και μας επιβεβαίωσε την είδηση. Παρά το γεγονός ότι τυπικά εμφαίνεται σαν αίτημά του να λάβει απολυτήριο, η αλήθεια είναι ότι εξαναγκάστηκε να το κάνει επειδή του ζητήθηκε και για να μην παραμείνει υπό την σοβαρή δυσμένεια του μητροπολίτη. 
Το μυαλό μας αδυνατεί να συλλάβει το νόημα μιάς τέτοιας απόφασης. Διώκεται στην Εκκλησία μας η ελευθερία της γνώμης; Μήπως έχει ποινικοποιηθή η ειρηνευτική πρωτοβουλία και έκκληση; Με ποιά λογική τιμωρείται ένας ανεπίληπτος και υποδειγματικός κληρικός επειδή συμμετείχε σε μια ευγενική δημόσια έκκληση για ένα χρόνιο πρόβλημα που πληγώνει την Εκκλησία; Πώς είναι δυνατόν να στερούνται τόσοι χριστιανοί τον ποιμένα τους με μια αιφνίδια απόφαση του μητροπολίτη, χωρίς έστω μια προσωπική ακρόαση προηγουμένως; Ο γνωστός ανά το πανελλήνιο για το εκκλησιαστικό του φρόνημα π. Γεώργιος Δορμπαράκης προφανώς μοιράστηκε στην έκκληση μαζί με άλλους την κοινή αγωνία εξ αιτίας της ποιμαντικής του συνειδήσεως. Πολύ συχνά Έλληνες Ορθόδοξοι κληρικοί παρεμβαίνουν στα δημόσια πράγματα, ακόμη και στα εκκλησιαστικά, με γραπτό λόγο ή στα ηλεκτρονικά μέσα, ενίοτε με τρόπο λιγώτερο συγκρατημένο και ευγενικό από την συγκεκριμένη έκκληση, χωρίς όμως να εκφράσουν κάποια ενόχληση οι Ιεράρχες μας- και πολύ ορθά. 
Η δημόσια αυτή διαμαρτυρία μας δεν στοχεύει στην αποκατάσταση του π. Γεωργίου Δορμπαράκη στην ενορία του, κάτι που ο ίδιος άλλωστε μάς απέκλεισε υπό τις κρατούσες σήμερα συνθήκες. Αποσκοπεί όμως στη ευαισθητοποίηση του πληρώματος της Εκκλησίας, του ιερού κλήρου, αλλά και των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών απέναντι σε φαινόμενα αυθαιρεσίας και εξουσιαστικής βίας, τα οποία (περιττό να το τονίσουμε) δεν γίνονται πλέον ανεκτά από τους πιστούς όπως στο παρελθόν. Ιδίως μεσω της θεολογικής ανανέωσης των τελευταίων δεκαετιών έγινε φανερό πλέον πως τέτοιες πρακτικές υποσκάπτουν αυτή καθ’ εαυτή την φύση της Εκκλησίας και του σωστικού μηνύματός της. 
Η ευχή και η προσευχή μας είναι να χρειάζονται στο εξής όλο και λιγώτερες παρεμβάσεις οι οποίες θα στοχεύουν στο να εμποδίσουν και να αναιρέσουν ενέργειες που διαταράσσουν την Εκκλησία και παραχαράσσουν το ορθόδοξο φρόνημα. 
Σημείωση: Η συλλογή υπογραφών άρχισε την Δευτέρα 21 Ιανουαρίου και παρά τον αθρόο ρυθμό της τερματίσθηκε, όπως είχε προαναγγελθή, τα μεσάνυχτα της Πέμπτης 24. 
1. Αηδόνης Αριστοτέλης, καθηγητής φυσικός (Μιλάνο) 
2.Αναγνωστόπουλος Δημήτριος, παιδοψυχίατρος, αναπληρωτής καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών (Ν. Σμύρνη) 
3. Ανδριόπουλος Παναγιώτης, καθηγητής θεολόγος (Αθήνα) 
4. Αντωνόπουλος Βασίλειος, καθηγητής θεολόγος (Χαλάνδρι) 
5. Αποστολίδης Απόστολος, μηχανικός (Μαρούσι) 
6. Αργυρόπουλος Ανδρέας, θεολόγος, σχολικός σύμβουλος (Κοζάνη) 
7. Αργυρόπουλος Χρήστος, ιδιωτικός υπάλληλος (Αθήνα) 
8. Αρμενάκης Ιωάννης, καθηγητής ηλεκτρολόγος μηχανικός (Σαλαμίνα) 
9. Βαβούρης Δημήτριος, δημόσιος υπάλληλος (Περιστέρι) 
10. Βαρβατσούλιας Γεώργιος, διδάκτωρ θεολογίας, ψυχολόγος, συνεργάτης Πανεπιστημίου Glyndwr (Λονδίνο) 
11. πρωτ. Βασιλάκος Σπυρίδων, θεολόγος (Θήβα) 
12. Βασιλόπουλος Κοσμάς, υπάλληλος υπουργείου Οικονομικών (Μαρούσι) 
13. Βλαχάκος Ευάγγελος, ψυχολόγος (Γλυφάδα) 
14. Βλάχος Ιωάννης, συνταξιούχος (Ιωάννινα) 
15. Βουλγαράκη Ευαγγελία, διδάκτωρ θεολογίας (Ν. Πεντέλη) 
16. Γαζέτας Ιωάννης, συνταξιούχος (Πεύκη) 
17. Γαζέτας Νικόλαος, ελεύθερος επαγγελματίας (Αθήνα) 
18. Γαλάνης Βασίλειος, φυσικός (Πάτρα) 
19. Γεωργαλής Ηλίας, οδοντίατρος (Αστακός Αιτωλοακαρνανίας) 
20. Γιαμαλής Δημήτριος, οδοντίατρος (Αίγινα) 
21. Γιαννόπουλος Ανδρέας, εκπαιδευτικός (Πάτρα) 
22. Γιουβάνογλου Δέσποινα, καθηγήτρια χημικός (Σαλαμίνα) 
23. Γκαμαράζη Νερατζούλα, χημικός μηχανικός (Χαλάνδρι) 
24. Γκούστης Μάνος, ιδιωτικός υπάλληλος (Βριλήσια) 
25. Γούλας Απόστολος, καθηγητής Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ (Θεσσαλονίκη) 
26. Δασκαρόλη Αναστασία, επίκουρη καθηγήτρια γερμανικής φιλολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών (Κηφισιά) 
27. Δεσύλλας Μάριος, γεωπόνος, συγγραφέας (Άλιμος) 
28. Δημητρακάκη Μαρία, ιδιωτικός υπάλληλος (Ζωγράφου) 
29. Ερρίπης Κωνσταντίνος, θεολόγος, ιατρός (Σταμάτα Αττικής) 
30. Ζαχαριάδης Θεόδωρος, φυσικός, επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου Κύπρου (Λευκωσία) 
31. Ζουμπουλάκης Σταύρος, φιλόλογος, πρόεδρος Δ.Σ. Ιδρύματος ‘Αρτος Ζωής’ (Ζωγράφου) 
32. Ηλιόπουλος Χρήστος, φυσικομαθηματικός, υποψήφιος διδάκτωρ πολιτικής φιλοσοφίας (Ν. Σμύρνη) 
33. Θεοτοκάτου Σοφία, φιλόλογος (Μαρούσι) 
34. πρωτ. Θεοφίλου Δημήτριος, υποψήφιος διδάκτωρ θεολογίας (Ιτέα) 
35. πρωτ. Θερμός Βασίλειος, παιδοψυχίατρος, διδάκτωρ θεολογίας (Παλλήνη) 
36. Θωμοπούλου Αγγελική, συνταξιούχος δημοσίου (Ναύπακτος) 
37. Ισόπουλος Αναστάσιος, ιδιωτικός υπάλληλος (Ηράκλειο Αττικής) 
38. Ιωαννίδου Ευρυδίκη, ιδιωτικός υπάλληλος (Αθήνα) 
39. Καλογεράκη Χρύσα, φυσίατρος (Χανιά) 
40. Καλουπτσή Αντωνία, ψυχολόγος (Βύρωνας) 
41. Καλουπτσή Ελένη, οικιακά (Βύρωνας) 
42. Καλουπτσή Ευαγγελία, τραπεζικός υπάλληλος (Αθήνα) 
43. Καλουπτσής Πολυχρόνης, αξιωματικός ε.α. (Βύρωνας) 
44. Κανελλόπουλος Μιχαήλ, υπεύθυνος αθλητισμού (Ντόχα, Κατάρ) 
45. Κανελλοπούλου Πανωραία, καθηγήτρια θεολόγος, σύμβουλος ψυχικής υγείας (Κόρινθος) 
46. Καπογιάννη Δέσποινα, φιλόλογος, διευθύντρια Αρσακείου Γυμνασίου (Ντράφι) 
47. Καπογιάννης Δημήτριος, νομικός, καθηγητής ΤΕΙ Μεσολογγίου (Πάτρα) 
48. Καραϊβάζογλου Ευστράτιος, δημόσιος υπάλληλος (Υμηττός) 
49. Καραϊβάζογλου Κυριακή, οικιακά (Υμηττός) 
50. Καρακασίδης Ιωάννης, ιατρός (Λάρισα) 
51. Καραταράκης Εμμανουήλ, καθηγητής φυσικός (Χανιά) 
52. Καρκανιάς Αθανάσιος, ψυχίατρος, διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών, διευθυντής νοσοκομείου ‘Σωτηρία’ (Καρέας) 
53. Καρπούζης Νικόλαος, λιθογράφος (Αθήνα) 
54. Κατούφα Ευγενία, δημοσιογράφος ΕΡΑ (Χαλάνδρι) 
55. Κεσμέτη Αναστασία, πεζογράφος (Υμηττός) 
56. Κίσσας Γεώργιος, θεολόγος, διδάκτωρ ψυχολογίας (Χολαργός) 
57. Κόκκινος Δημήτριος, εκδότης (Ν. Ερυθραία) 
58. Κοκκότης Βασίλειος, φυσικός (Ν. Ψυχικό) 
59. Κόλλιας Σταύρος, καθηγητής μαθηματικός (Κόρινθος) 
60. Κοντογεωργίου Ασημίνα, φυσικός, σχολική σύμβουλος (Βόλος) 
61. Κοντονάσιος Ζαννής, φιλόλογος (Μαρούσι) 
62. Κοντονάσιου Παναγιώτα, καθηγήτρια γαλλικών (Μαρούσι) 
63. Κοσματόπουλος Αλέξανδρος, συγγραφέας (Θεσσαλονίκη) 
64. Κουμάρογλου Ευθυμία, συνταξιούχος τραπεζικός (Αθήνα) 
65. Κουμπαρέλης Εμμανουήλ, διδάκτωρ βιολογίας (Αθήνα) 
66. Κουτσόπουλος Ιωάννης, φοιτητής γεωπονίας (Αθήνα)
67. Κουτσούρη Μαρία, γεωπόνος (Χανιά) 
68. πρωτ. Κουτσούρης Δημήτριος, επίκουρος καθηγητής Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών (Ηλιούπολη) 
69. Κουφογιάννη Πανωραία, επίκουρη καθηγήτρια Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών (Καρέας) 
70. Κρητικού Μαρία, φιλόλογος (Αίγινα) 
71. Κρουσταλάκης Σπυρίδων, μηχανικός πληροφορικής (Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκης) 
72. Κτιστάκη Μαριάνθη, αρχιτέκτων (Αθήνα) 
73. Κωτούλα Κωνσταντίνα, συνταξιούχος (Π. Φάληρο) 
74. Λαζάρου Σπυρίδων, πλαστικός χειρουργός (Καπανδρίτι) 
75. Λέκκας Γεώργιος, εκπαιδευτικός, διδάκτωρ Πανεπιστημίου Παρισίων (Θρακομακεδόνες) 
76. Λόλης Χαράλαμπος, γυμναστής (Πεύκη)
77. Λουβουλίνα Λίντα, συνταξιούχος (Ν. Σμύρνη) 
78. Λουβουλίνας Δημήτριος, φαρμακοποιός (Ν. Σμύρνη) 
79. Λουκοπούλου Σοφία, συνταξιούχος δημοσίου (Ναύπακτος) 
80. Λυτροκάπη Μαρία, οικιακά (Λάρισα) 
81. Μάϊνας Χαράλαμπος, καθηγητής μαθηματικός (Παπάγου) 
82. Μαλεβίτης Ηλίας, καθηγητής θεολόγος, υποψήφιος διδάκτωρ ιστορίας, (Πάτρα) 
83. Μάλφας Γεώργιος, καθηγητής θεολόγος (Πάτρα) 
84. Μανωλάτου Στέλλα (Άλιμος) 
85. Μανωλόπουλος Ιωάννης, ιδιωτικός υπάλληλος (Ν. Χαλκηδόνα) 
86. Μανωλόπουλος Μιχαήλ, καθηγητής φυσικός (Βρυξέλλες) 
87. Μαργαρίτης Σταύρος, καθηγητής φυσικός, τ. αναπληρωτής επόπτης Αρσακείων σχολείων (Ντράφι)
88. Μασάλας Δημήτριος, μηχανολόγος μηχανικός (Μαρούσι) 
89. πρωτ. Μαριάτος Πέτρος, ιατρός παθολόγος (Κύθηρα) 
90. Μάρκος Νικόλαος, φυσικός-μετεωρολόγος (Ναύπακτος) 
91. Μάρκου Παρασκευή, φιλόλογος (Ναύπακτος) 
92. Μαφρέδας Γεράσιμος, δικηγόρος (Αθήνα) 
93. Μελισουργού Ειρήνη, έμπορος (Χανιά) 
94. Μιχαλακόπουλος Σωτήριος, καθηγητής (Χανιά) 
95. Μόσχος Δημήτριος, επίκουρος καθηγητής Θεολογικής Σχολής Αθηνών (Βύρωνας) 
96. Μουρούλης Δημήτριος, καθηγητής φυσικός (Ν. Ψυχικό) 
97. Μουστάκης Δημήτριος, δημοτικός υπάλληλος (Νάξος) 
98. Μπαζάντες Απόλλων, δικηγόρος (Μαρούσι) 
99. Μπακάλη Ελένη, φαρμακοποιός (Μαρούσι) 
100. Μπολέτη Χαραλαμπία, βιοχημικός, κυτταρικός βιολόγος (Αθήνα) 
101. Μπούρδαλας Παναγιώτης, φυσικός, θεολόγος (Πάτρα) 
102. Μπουρσινός Δημήτριος, ψυχολόγος (Μελίσσια) 
103. Μπύρου Αναστασία, προϊσταμένη τμήματος Πανεπιστημίου Μακεδονίας, (Θεσσαλονίκη) 
104. Μωραϊτάκη Αναστασία, ψυχολόγος (Μαρκόπουλο) 
105. Νάκος Σπυρίδων, επιχειρηματίας (Αγρίνιο)
106. Ναούμη Ελένη, φοιτήτρια φιλοσοφικής (Αθήνα) 
107. Ναούμης Βασίλειος, διοικητικός νοσοκομειακός υπάλληλος, (Αθήνα) 
108. Ναούμης Ευθύμιος, δικηγόρος, (Αθήνα) 
109. Νάρη Άννα, οικιακά (Λάρισα) 
110. Ντάλτας Περικλής, ε.τ. μόνιμος πάρεδρος Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (Σκριπερό Κέρκυρας) 
111. Ξανθοπούλου Ασημίνα, καθηγήτρια γαλλικών (Άμφισσα) 
112. Παγώνη Αικατερίνη, εκπαιδευτικός (Γλυφάδα) 
113. Παναγιώτου Θωμάς, καθηγητής μαθηματικός (Χανιά) 
114. Παναγόπουλος Στυλιανός, δικαστικός επιμελητής (Γλυφάδα) 
115. Παναγόπουλος Τριαντάφυλλος, οικονομολόγος (Κηφισιά) 
116. Παναγοπούλου Άννα, εκπαιδευτικός (Κηφισιά) 
117. Παναγοπούλου Θεοδώρα, μουσικός (Κηφισιά) 
118. Παντούλας Θεόδωρος, εκδότης (Χαλκίδα) 
119. Παπά Αγγελική, δικηγόρος (Βριλήσια) 
120. Παπαγεωργίου Αριστοτέλης, διδάκτωρ χημείας (Καπανδρίτι) 
121. Παπαγεωργίου Γεώργιος, ιατρός χειρουργός (Κηφισιά) 
122. Παπαγεωργίου Σοφία, πολιτικός μηχανικός (Κηφισιά) 
123. Παπαδόπουλος Κ. Ιωάννης, θεολόγος (Μαρούσι) 
124. Παπαδοπούλου Ειρήνη, ψυχολόγος (Μαρούσι) 
125. Παπαθανασίου Ν. Αθανάσιος, διδάκτωρ θεολογίας (Βύρωνας)
126. Παπακωνσταντίνου Ελένη, εκπαιδευτικός (Ν. Σμύρνη) 
127. Παπαμιχαλόπουλος Αντώνιος, ιατρός πνευμονολόγος, (Παλλήνη) 
128. Παπανικολάου Μιχαήλ, φοιτητής Πολυτεχνείου (Αθήνα) 
129.Παπανικολάου Νικόλαος, φυσικός, αναπληρωτής καθηγητής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (Ιωάννινα)
130. αρχιμ. Παραβάντσος Αθανάσιος, ιεροκήρυξ Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος, ψυχοθεραπευτής (Θεσσαλονίκη) 
131. Πατσαντζοπούλου Αθηνά, συνταξιούχος δημοσίου (Ναύπακτος) 
132. Παυλάκη Μαρία, ιατρός παθολογοανατόμος (Ν. Σμύρνη) 
133. Παυλάκης Μάρκος, μαθηματικός, τραπεζικός (Ν. Σμύρνη) 
134. Παυλόπουλος Νικόλαος, διδάκτωρ γεωφυσικής (Υμηττός) 
135. Πιτσιλή Ελένη, συνταξιούχος (Αθήνα) 
136. Πιτσιλή Μαρία, δασκάλα (Αθήνα) 
137. Πιτσιλής Γεώργιος, συνταξιούχος (Αθήνα) 
138. Πολυκρέτη Μαρία, θεολόγος, καθηγήτρια μουσικής (Αθήνα) 
139. Πούλιου Ελένη, ιατρός πνευμονολόγος (Παλλήνη) 
140. Πούλος Γεώργιος, στρατηγός ε.α. (Π. Φάληρο) 
141. Πούλου Ειρήνη, δικηγόρος (Βριλήσια) 
142. Πούλου Κυριακή, δικηγόρος (Αθήνα) 
143. Πραντάλου Ελένη, δικηγόρος (Αθήνα) 
144. Πρινέα Μαρία, καθηγήτρια μουσικής (Ηράκλειο Αττικής) 
145. Προδρόμου Μαρία, έμπορος (Λυκόβρυση) 
146. Πυρουνάκης Κλήμης, καθηγητής θεολόγος (Καπαρέλι Θήβας)
147. Πυρπύλης Βασίλειος, καθηγητής φυσικός (Παλλήνη) 
148. Ράπτης Αθανάσιος, συνταξιούχος θεολόγος (Ιωάννινα) 
149. Ρουμελιώτης Χρήστος, καθηγητής θεολόγος (Κόρινθος) 
150. Σακκάς Μιχαήλ, χημικός μηχανικός (Λυκόβρυση) 
151. Σαμοθράκη Κωνσταντίνα, φιλόλογος (Αθήνα) 
152. Σαχάς Δανιήλ, θεολόγος, ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Waterloo Καναδά (Μαρούσι) 
153. Σεφεριάδης Δημήτριος, υπεύθυνος εκδόσεων ‘Γρηγόρη’ (Αγία Παρασκευή) 
154. Σιακωτού Αναστασία-Αγάπη, επίτιμη σχολική σύμβουλος γαλλικών (Μελίσσια) 
155. Σκιαδά Αμαλία, καθηγήτρια γαλλικών (Βρυξέλλες) 
156. Σούκερα Μαριλένα, δικηγόρος (Κέρκυρα) 
157. Σούκερας Ανδρέας, τραπεζικός (Κέρκυρα) 
158. Σούκερας Κωνσταντίνος, συνταξιούχος τραπεζικός (Κέρκυρα)
159. Σουλιμιώτης Γεώργιος, ελεύθερος επαγγελματίας (Άγιος Δημήτριος) 
160. Σπαθαράκης Μιχαήλ, καθηγητής φυσικός (Ν. Πεντέλη) 
161. οικον. Σπηλιόπουλος Αθανάσιος, γεωπόνος (Γλυφάδα) 
162. Στάθης Γεώργιος, θεολόγος, επίτιμος πάρεδρος παιδαγωγικού Ινστιτούτου (Μελίσσια) 
163. Στεφανίδου Αθανασία, δικηγόρος (Βούλα) 
164. Τζόλα Θεοδώρα, φιλόλογος (Αθήνα) 
165. Τριανταφυλλόπουλος Νικόλαος, φιλόλογος (Χαλκίδα) 
166. Τσέκερη Αφεντούλα, συνταξιούχος φιλόλογος (Ιωάννινα) 
167. Τσέκερης Περικλής, φυσικός, συνταξιούχος αναπληρωτής καθηγητής Πανεπιστημίου (Ιωάννινα) 
168. Τσώχου Αθηνά, καθηγήτρια θεολόγος (Ηλιούπολη) 
169. Φαμέλη Παναγιώτα, δασκάλα (Άνω Λιόσια) 
170. Φαμέλης Γεώργιος, ηλεκτρολόγος μηχανικός (Άνω Λιόσια)
171. Φαμέλης Παναγιώτης, φοιτητής Πολυτεχνείου (Άνω Λιόσια) 
172. Φαράντου Πανωραία, ιδιωτικός υπάλληλος (Αγία Παρασκευή) 
173. Φύσκιλη Μαγδαληνή, καθηγήτρια αγγλικών (Πάτρα)
174. Χατζηαναστασίου Σταύρος, συνταξιούχος (Χανιά) 
175. Χιωτέλλη Αικατερίνη, φιλόλογος (Αθήνα) 
176. Ψαράκη Γεωργία, κοινωνική λειτουργός, ψυχοθεραπεύτρια (Ηράκλειο Κρήτης) 
177. Ψύλλης Βασίλειος, θεολόγος, μηχανικός (Ναύπακτος) 
Εκ Πειραιώς 
178. Αγγουρά Ευαγγελία, συνταξιούχος εκπαιδευτικός 
179. Αγγουρά Ευθυμία, εκπαιδευτικός 
180. Αγγουρά Ευθυμία, ιδιωτική υπάλληλος 
181. Αγγουρά Κωνσταντίνα, οικιακά 
182. Αγγουράς Ιωάννης, συνταξιούχος ναυτικός 
183. Αγγουράς Νικόλαος, συνταξιούχος πλοίαρχος Ε.Ν. 
184. Αθανασόπουλος Σωτήριος, συνταξιούχος
185. Αθανασοπούλου Βασιλική, καθηγήτρια φυσικός 
186. Αλεξανδράκη Κωνσταντίνα, νηπιαγωγός
187. Αντωνάκου Σταυρούλα, δασκάλα 
188. Αποστόλου Γεωργία, ιδιωτικός υπάλληλος 
189. Αποστόλου Ιλιάδα, ιδιωτικός υπάλληλος 
190. Αποστόλου Χρήστος, ιδιωτικός υπάλληλος 
191. Αρβανίτη Σταυρούλα, ιδιωτικός υπάλληλος 
192. Ατζουλάτου Γιασεμή, οικιακά 
193. Βάλβη Ευαγγελία, οικιακά 
194. Βάλβης Ιωάννης, ιδιωτικός υπάλληλος 
195. Βαμβακίδης Στέφανος, ιδιωτικός υπάλληλος 
196. Βαρουδάκη Καλλιόπη, συνταξιούχος οικονομολόγος 
197. Βαρουδάκης Αλέξανδρος, συνταξιούχος οικονομολόγος 
198. Βελισαρίου Καλλιόπη, ιδιωτικός υπάλληλος (Πειραιάς) 
199. Βενετσανάκη Α. Ερμιόνη, συνταξιούχος 
200. Βενετσανάκη Ι. Ερμιόνη, δικηγόρος 
201. Βενετσανάκη Ευαγγελία, νοσηλεύτρια 
202. Βενετσανάκη Μαρία, οικιακά 
203. Βενετσανάκης Αναστάσιος, πτυχιούχος ΤΕΦΑΑ 
204. Βενετσανάκης Αντώνιος, συνταξιούχος 
205. Βενετσανάκης Ιάκωβος, εφέτης διοικητικών δικαστηρίων 
206. Βενιέρη Ευαγγελία, βιβλιοπώλης 
207. Βεντούρη Αθηνά, οικονομολόγος 
208. Βεντούρης Ευάγγελος, εκπαιδευτικός 
209. Βλαβιανού Καλλιόπη, ιδιωτικός υπάλληλος 
210. Βλαχάκης Νικόλαος, εκπαιδευτικός 
211. Βλάχου Ευτυχία, οικιακά 
212. Γαρεφαλάκη Ευαγγελία, συνταξιούχος 
213. Γκαλιμανά Φοίβη, θεολόγος 
214. Γρίβα Ζωγραφιά, εκπαιδευτικός 
215. Γρίβας Αντώνιος, Α΄ μηχανικός Ε.Ν. 
216. Γρίβας Πέτρος, μηχανολόγος-ηλεκτρολόγος 
217. Δέδε Χαρίκλεια, οικιακά 
218. Δέδες Δημήτριος, μηχανικός αυτοματισμών 
219. Διαμαντή Ιωάννα, ελεύθερος επαγγελματίας 
220. Διαμαντής Κωνσταντίνος, ελεύθερος επαγγελματίας 
221. Εγγλέζος Εμμανουήλ, δικηγόρος 
222. Ευγενίου Ευαγγελία, οικιακά 
223. Ευθυμιόπουλος Νικόλαος, ιδιωτικός υπάλληλος 
224. Ζουβελέκη Τερψιχόρη, γυμνάστρια 
225. Hλιάκης Γεώργιος, ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας 
226. Θεοφίλου Σταύρος, φοιτητής Κοινωνικής Εργασίας 
227. Θεοφίλου Φανή, φοιτήτρια Νομικής 
228. Θεοχάρη Σταυρούλα, φοιτήτρια 
229. Θεοχάρης Γεώργιος, φοιτητής 
230. Θεοχάρης Ιωάννης, εκπαιδευτικός 
231. Ιωαννίδη Αγγελική, διαιτολόγος 
232. Ιωαννίδη Χρυσούλα, καθηγήτρια 
233. Ιωαννίδης Δημήτριος, συνταξιούχος Α' μηχανικός Ε.Ν. 
234. Ιωαννίδης Κωνσταντίνος, υποψήφιος διδάκτωρ μοριακής βιολογίας 
235. Καλκανδή Αριάνθη, συνταξιούχος 
236. Καλκανδή Άννα, δασκάλα 
237. Καναλέ Ελευθερία, ιδιωτικός υπάλληλος 
238. Καναλέ Μαρία, οικιακά 
239. Καναλές Νικόλαος, ιδιωτικός υπάλληλος 
240. Καναλές Παντελής, επιχειρηματίας 
241. Καναλές Φανούριος, ιδιωτικός υπάλληλος 
242. Καπά Μαρίκα, συνταξιούχος 
243. Καπάτσου Ζωή, συνταξιούχος 
244. Καπετανάκη Ζωή, οικιακά 
245. Καπετανάκης Επαμεινώνδας, συνταξιούχος Π.Α. 
246. Καπίρη Αναστασία, συνταξιούχος 
247. Καραμολέγκος Γεώργιος, φοιτητής Πανεπιστημίου Πειραιά 
248. Καραμολέγκος Ευάγγελος, έμπορος 
249. Καραμολέγκος Στυλιανός, ιδιωτικός υπάλληλος 
250. Καραμολέγκου Σοφία, οικιακά 
251. Καραφίλη Μαρουλία, οικιακά 
252. Καραφίλη Σταυρούλα, οικιακά 
253. Κατσαρά Ειρήνη, δασκάλα
254. Κατσαρά Ελευθερία, δημοτική υπάλληλος 
255. Καφούρου Μαρούσα, καταστηματάρχης 
256. Κιουρκτσόγλου Αριστέα, εκπαιδευτικός, μουσικός 
257. Κλάδος Ζαχαρίας, ηλεκτρονικός μηχανικός 
258. Κλάδου Αδαμαντία, οικονομολόγος, τραπεζικό στέλεχος 
259. Κομνηνού Πολυξένη, οικιακά
260. Κομνηνού Σουλτάνα, πολιτικός μηχανικός 
261. Κοτσολάκου Παρασκευή, οικιακά 
262. Κουρκουλή Πηνελόπη, οικιακά 
263. Κουτσιρίμπα Αγγελική, συνταξιούχος 
264. Κουτσόπουλος Αθανάσιος, μηχανικός υπολογιστών 
265. Κουτσόπουλος Γεώργιος, συνταξιούχος 
266. Κουτσούρη Αργυρώ, συνταξιούχος λογίστρια 
267. Κουτσούρη Ειρήνη, δασκάλα 
268. Κουτσούρης Γεώργιος, συνταξιούχος βιοτέχνης 
269. Κυπραίου Ευθυμία, οικιακά 
270. Κωνστανταράκη Ευαγγελία, συνταξιούχος τραπεζικός 
271. Λέκκα Βασιλική, οικιακά 
272. Λέκκα Πηνελόπη, φοιτήτρια 
273. Λιβάνης Γεράσιμος, επιχειρηματίας 
274. Λιβάνης Ιωάννης, ιδιωτικός υπάλληλος 
275. Λιβάνης Σπυρίδων, επιχειρηματίας 
276. Λιβανός Αντώνιος, καθηγητής φυσικός 
277. Λιβανού Ανδριάνα, μαθητρια 
278. Λιβανού Ζωή, φιλόλογος 
279. Λιβανού Μαρία, πολιτικός μηχανικός 
280. Λιόλιου Αγγελική, ιδιωτικός υπάλληλος 
281. Λιόλιου Αικατερίνη, εκπαιδευτικός 
282. Λιόλιου Σοφία, συνταξιούχος 
283. Λυκοπάντη Ταξιαρχούλα, οδοντοτεχνίτης 
284. Μαδιάς Κωνσταντίνος, καθηγητής ισπανικής 
285. Μέξη Διαμάντω, βοηθός λογιστή 
286. Μεϊμάρη Ευαγγελία, συνταξιούχος 
287. Μεϊμάρη Ιφιγένεια, αρχιτέκτων 
288. Μεϊμάρης Δημητριος, άνεργος 
289. Μιχαλακάκου Μαρία, οικιακά 
290. Μιχόπουλος Χρήστος, ελεύθερος επαγγελματίας 
291. Μπαϊράμογλου Αθηνά, έμπορος
292. Μπαϊράμογλου Ελισάβετ, έμπορος 
293. Μπαϊράμογλου Σοφία, επιχειρηματίας 
294. Μπακοδήμα Ευγενία, συνταξιούχος 
295. Μπινίκος Ιωάννης, μηχανολόγος μηχανικός 
296. Μπούη Αικατερίνη, οικιακά 
297. Μπουχλιέρη Χαρίκλεια, ιδιωτικός υπάλληλος 
298. Μυλωνάς Αλέξανδρος, συνταξιούχος
299. Μυλωνάς Μενέλαος, πτυχιούχος ΤΕΙ 
300. Μωραϊτης Ευάγγελος, συνταξιούχος μηχανικός 
301. Νάννος Ιωάννης, Α΄ μηχανικός Ε.Ν. 
302. Νάννου Ορσία, νομικός 
303. Νάννου Παρασκευή, συνταξιούχος 
304. Νικητοπούλου Ειρήνη, ιατρός 
305. Νικολαϊδου Αγγελική, συνταξιούχος 
306. Νικολαϊδου Σταματίνα, συνταξιούχος 
307. Ντε Σιμόνε Μαρία, φοιτήτρια 
308. Παϊβανάς Σπυρίδων, τραπεζικός υπάλληλος 
309. Πάλλη Μαρία, φοιτήτρια ισπανικής 
310. Παπαδάκη Αρτεμισία, συνταξιούχος 
311. Παπαδημητρίου Γεώργιος, φοιτητής ΤΕΙ Πειραιά 
312. Παπαδημητρίου Νικόλαος, επιχειρηματίας 
313. Παπαδημητρίου Κλημεντίνη, φοιτήτρια ΤΕΙ Λάρισας 
314. Παπαδόπουλος Αλέξανδρος, τραπεζικός υπάλληλος 
315. Παπαδοπούλου Μαρία, τραπεζικός υπάλληλος 
316. Παπαστάθης Χρήστος, συνταξιούχος Π.Ν. 
317. Παπαγιάννη Παναγιώτα, οικιακά 
318. Παπαδόπουλος Αλέξανδρος, 
319. Παππά Κωνσταντίνα, οικιακά 
320. Παππάς Παύλος, συνταξιούχος 
321. Παχούλη Αγνή, καθηγήτρια 
322. Παχούλης Νικόλαος, συνταξιούχος 
323. Πετράκας Θεοφάνης, στρατιωτικός
324. Πλαφαδέλλης Δημήτριος, οδηγός 
325. Πλαφαδέλλης Σάββας, μαθητής λυκείου 
326. Πριμικύρη Σταματίνα, δασκάλα 
327. Ραδόπουλος Δημήτριος, ιδιωτικός υπάλληλος 
328. Ραδόπουλος Πασχάλης, ιδιωτικός υπάλληλος 
329. Ραδοπούλου Ευαγγελία, νηπιαγωγός 
330. Ραϊση Δήμητρα, συνταξιούχος
331. Ρηγόπουλος Βασίλειος, εργολάβος 
332. Ρηγόπουλος Μιχαήλ, σπουδαστής 
333. Ρηγοπούλου Ευαγγελία, παρασκευάστρια φαρμακείου 
334. Ριζοπούλου Άννα, συνταξιούχος 
335. Σγούρα Ελένη, οικιακά 
336. Σγούρας Κωνσταντίνος, εκπαιδευτικός 
337. Σκλάβαινα Δήμητρα, ιδιωτικός υπάλληλος
338. Σκουρτσίδης Γεώργιος, μαθητής Λυκείου 
339. Σκουρτσίδης Νικόλαος, καθηγητής καλλιτεχνικών 
340. Σκουρτσίδης Παναγιώτης, φοιτητής Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών 
341. Σκριβάνου Κυριακή, συνταξιούχος 
342. Σούκερα Αγάθη, οικιακά 
343. Σούσος Γεώργιος, ελεύθερος επαγγελματίας 
344. Σούσος Ιωσήφ, ελεύθερος επαγγελματίας 
345. Σούσου Βασιλική, οικιακά 
346. Σούσου Ρένα, οικιακά 
347. Στάμου Εριθέλγη, οικιακά 
348. Στάμου Ευαγγελία, συνταξιούχος 
349. Σταυρακοπούλου Γεωργία, οικιακά 
350. Στρατάκος Παναγιώτης, Απόφοιτος Ακαδημίας Εμπορικού Ναυτικού 
351. Στυλιάρη Παναγιώτα, συνταξιούχος καθηγήτρια 
352. Τζέκος Δημήτριος, επιχειρηματίας 
353. Τζέκου Μαρία, ιδιωτικός υπάλληλος 
354. Τζιράκη Φωτεινή, εκπαιδευτικός 
355. Τζιράκης Εμμανουήλ, Α΄ μηχανικός Ε.Ν. 
356. Τσάκωνα Ξένη, φοιτήτρια 
357. Τσάκωνα Στυλιανή, δικηγόρος 
358. Τσάμπουρα Ευγενία, οικιακά 
359. Τσιλπιρίδου Δέσποινα, εκπαιδευτικός 
360. Τσιπιρίδου Ευαγγελία, συνταξιούχος 
361. Τσουβαλάς Εμμανουήλ, ιδιωτικός υπάλληλος 
362. Τσώλος Γεώργιος, ασφαλιστής 
363. Φάρου Φωτεινή, συνταξιούχος λογίστρια 
364. Φράγκος Αναστάσιος, λογιστής 
365. Φουστέρη Φωτεινή, οικιακά 
366. Χαρισιάδου Θεοδώρα, συνταξιούχος 
367. Χριστοδουλάκη Βασιλική, ιδιωτικός υπάλληλος 
368. Χριστοδουλάκης Χρήστος, ταξιδιωτικός πράκτορας

Ο ΑΤΥΦΟΣ ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ ΚΑΙ Η ...ΑΤΥΧΗΣΑΣΑ ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΛΑΣ ΜΕ "ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ"


Με αφορμή την εφημερίδα Καθημερινή, η οποία δίνει στο Κυριακάτικο φύλλο της το cd με την μουσική του Μάνου Χατζιδάκι για την περίφημη ταινία "Ποτέ την Κυριακή", σκέπτομαι πόσο άτυφος ήταν αυτός ο άνθρωπος, ο οποίος δεν δέχθηκε το oscar που του απονεμήθηκε για την ταινία. Και όχι μόνο. Μέχρι και την Κάλλας ...πήρε η μπάλα! 
Μεταφέρω στη συνέχεια ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από σχετικό με τον Χατζιδάκι και το oscar δημοσίευμα της εφημερίδας ΤΟ ΒΗΜΑ, όπου ο Γ. Χατζιδάκις λέει αποκαλυπτικά πράγματα:
Ο Μάνος Χατζιδάκις ποτέ δεν συμβιβάστηκε στη ζωή του με την κατάκτηση, το 1961, του βραβείου Οσκαρ πρωτότυπου τραγουδιού για τα «Παιδιά του Πειραιά», που ερμήνευσε η Μελίνα Μερκούρη στην ταινία «Ποτέ την Κυριακή» (1960) σε σκηνοθεσία Ζυλ Ντασσέν. Ο συνθέτης δεν είχε διστάσει μάλιστα να σημειώσει, το 1981, στο κείμενο που δημοσιεύεται στο επίσημο site του με τίτλο «Η Ρωμαϊκή Αγορά έτσι όπως γέννησε τα τραγούδια μου», μεταξύ άλλων τα εξής: «Και το επίσημο κράτος με γιόρτασε για το Oscar που πήρα ερήμην μου και έξω απ' τα δικά μου σχέδια. Πάλεψα χρόνια για ν' αφαιρέσω αυτό τον "τίτλο τιμής" από την πλάτη μου...». 
Και όταν γράφει ότι πάλεψε επί χρόνια για να απαλλαγεί από την παρουσία του, το εννοεί και κυριολεκτικά. Το αγαλματάκι που σήμερα κοσμεί την οικία του συνθέτη γλίτωσε από την... ανακύκλωση την τελευταία στιγμή και μάλλον από τύχη. Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 όπως μας διηγείται ο κ. Γιώργος Χατζιδάκις, o Μάνος Χατζιδάκις κάποια στιγμή και χωρίς να τον αντιληφθεί κανείς πέταξε το Οσκαρ στον κάδο απορριμμάτων. Ενώ μιλούσε το ίδιο μεσημέρι με την αδελφή του τη Μιράντα, η τελευταία ακούει την οικιακή βοηθό, η οποία μετέφερε τις σακούλες των απορριμμάτων, να μονολογεί για το ασυνήθιστο βάρος τους. Αμέσως η αδελφή του Μάνου Χατζιδάκι, σαν να υποψιάστηκε κάτι, σηκώθηκε από τον καναπέ και έψαξε τις σακούλες. Εκεί ανακάλυψε το Οσκαρ που είχε πετάξει ο ίδιος ο συνθέτης μερικές ώρες νωρίτερα. Μόνο που η αδελφή του δεν το άφησε στο σπίτι του συνθέτη αλλά το πήρε στο δικό της. Το επέστρεψε έναν χρόνο μετά τον θάνατό του. Σήμερα, το Οσκαρ βρίσκεται σε βιτρίνα, με την πλάτη γυρισμένη στον θεατή και με «συνοδό» έναν Καραγκιόζη - μια σημειολογική πρωτοβουλία του κ. Γ. Χατζιδάκι. 


Οπως πάντως μας διηγήθηκε ο κ. Γ. Χατζιδάκις, η απέχθεια του θετού πατέρα του για το Οσκαρ είχε ως «θύμα» ακόμη και τη Μαρία Κάλλας. Με την τελευταία ο Μάνος Χατζιδάκις συνέτρωγε το 1963 σε ρεστοράν των Παρισίων, όταν κάποια στιγμή ήρθαν από πάνω τους τέσσερις μουσικοί που έπαιζαν τα «Παιδιά του Πειραιά». Η Μαρία Κάλλας, ως δείγμα φιλοφρόνησης προς το πρόσωπό του, άρχισε να το τραγουδά με αποτέλεσμα όλο το ρεστοράν, όπως ήταν φυσικό, να γυρίσει να την ακούσει. Οταν τελείωσε το τραγούδι, ο Μάνος Χατζιδάκις έσκυψε και της είπε στο αφτί: «Δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι η μεγαλύτερη τραγουδίστρια του κόσμου θα τραγουδούσε τόσο μέτρια αυτό το μέτριο τραγούδι». Και, φυσικά, αυτό το είπε όχι για να την προσβάλει αλλά για να υπογραμμίσει με τον δικό του ξεχωριστό χιούμορ, όπως υπογραμμίζει ο κ. Γ. Χατζιδάκις, ότι «αυτή η μεγαλύτερη τραγουδίστρια του κόσμου υπέκυψε στη διάσημη ασημαντότητα του συγκεκριμένου τραγουδιού» όπως το θεωρούσε ο ίδιος.

ΤΩΡΑ ΕΙΝΑΙ Η ΣΕΙΡΑ ΤΟΥ ΑΡΧΙΜ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ ΓΙΑ ΜΙΑ "ΣΥΓΓΝΩΜΗ" ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟ


Η εφημερίδα Κόσμος της Πάτρας με χθεσινό (25-1-2013) δημοσίευμά της αναφέρθηκε στην δήλωση συγγνώμης του Κ. Κουτσογιάννη προς την ελαχιστότητά μου, με αφορμή την υπόθεση του αρχιμ. Κύριλλου Κωστόπουλου, ο οποίος το βράδυ της Ανάστασης του 2007 είχε καταφερθεί εναντίον των Καθολικών και λίγο αργότερα η εφημ. Κόσμος αποκάλυψε ότι ο εν λόγω κληρικός είπε τον Πάπα "ομοφυλόφιλο". 
Αυτό το τελευταίο το πιστοποιεί και ο Κ. Κουτσογιάννης (πνευματικό τέκνο του Κυρίλλου) στην εναντίον μου προς ηγούμενο της Μονής Γηροκομείου Συμεών Χατζή επιστολή του. Κατηγόρησα, τάχα τον Κύριλλο και "για την αναφορά του σε όσα είχαν μεταδώσει τα διεθνή ΜΜΕ, σχετικά με τις ιδιαιτερότητες του Πάπα". 
Βέβαια ο αρχιμ. Κύριλλος δεν τόλμησε ποτέ να βγει δημόσια και να υπερασπιστεί ή να διαψεύσει αυτή τη θέση του. Προτίμησε το προσφιλές του παρασκήνιο. 
Με δεδομένο, λοιπόν, αυτό του Πάπα, γιατί να μην πιστέψουμε κι αυτό που το 2010 έβγαλε ο Κόσμος, ότι ο αρχιμ. Κύριλλος αποκάλεσε σε πιστούς στη Μονή Μπάλα και τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο ομοφυλόφιλο; Πάλι μιλιά δεν έβγαλε ο αρχιμ. Κύριλλος. Το θέμα πήρε διαστάσεις καθώς οι προϊστάμενοί του κάτι ψέλισαν για "ανακρίσεις" αλλά τελικά τάφος!... 
Τις σχετικές με το θέμα αυτό αναρτήσεις της Ιδιωτικής Οδού δείτε εδώ κι εδώ κι εδώ κι εδώ κι εδώ κι εδώ κι εδώ κι εδώ.
Αυτές τις μέρες που όλοι θυμούνται τον μακαριστό Χριστόδουλο (5 χρόνια από το θάνατό του) ουδείς θυμάται, φυσικά, ή το ξεχνάει συνειδητά το ρηθέν υπό Κυρίλλου. 
Επειδή εμένα η μνήμη δεν με άφησε ακόμη, ζητώ από τον αρχιμ. Κύριλλο Κωστόπουλο να βρει την ανδρεία και να ζητήσει δημόσια συγγνώμη από τον κεκοιμημένο Αρχιεπίσκοπο. Εκτός και επιμένει στην άποψή του οπότε ας αναβοήσει μετά των φαρισαίων: "Το αίμα  αυτού εφ' ημάς και επί τα τέκνα ημών".
Π.Α.Α.

ΕΝΑ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΠΟΝΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ Γ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ


Θεόδωρος Γ. Γιαννόπουλος, Πόθεν και πότε οι Έλληνες; σειρά Νέες Προσεγγίσεις στον Αρχαίο Κόσμο, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2012, 664 σελ.
«Πότε ξεκινά ο ελληνικός πολιτισμός; Πώς μπορούμε να ορίσουμε μεθοδολογικά την αφετηρία του και να την εντοπίσουμε στον χρόνο; Σε ποιους χρόνους και σε ποιες διαδικασίες μπορεί να αναχθεί η προέλευση του ελληνισμού των ιστορικών χρόνων; Το κυριότερο: πού μπορούμε να βρούμε, ως μέσοι Έλληνες αναγνώστες, υπεύθυνες απαντήσεις σε ερωτήματα τόσο σημαντικά και ευαίσθητα, μακριά από επικίνδυνες υπεραπλουστεύσεις και ακραίες ιδεοληψίες, από μυθομανείς «ερευνητές» χονδροειδούς ερασιτεχνισμού ή ενίοτε και αμφίβολης ψυχοπνευματικής ισορροπίας; Το βιβλίο αποτελεί ένα επιστημονικό όσο και συγγραφικό εγχείρημα. Λειτουργεί καταρχάς ως ένα συστηματικό και προσιτό εγχειρίδιο της μακροχρόνιας, διεθνούς επιστημονικής διερεύνησης των απαρχών του ελληνικού πολιτισμού. Στο πλαίσιο αυτό επικαιροποιεί δραστικά τις γνώσεις του ευρύτερου ενδιαφερόμενου κοινού στην Ελλάδα με δεδομένη την αληθινή κοσμογονία που τα τελευταία 25 περίπου χρόνια έχει συντελεστεί σε διεθνές επίπεδο τόσο στην μελέτη της προέλευσης των γλωσσών όσο και στην σχέση μεταξύ της αρχαιολογίας, της γλωσσολογίας, αλλά και άλλων εμπλεκομένων επιστημών. Οι πολλές και διαφορετικές θεωρίες που έχουν διατυπωθεί στην διεθνή επιστημονική κοινότητα περί της «ελεύσεως των Ελλήνων» ταξινομούνται κατά χρονικά παράθυρα, παρουσιάζονται αναλυτικά και σχολιάζονται κατά τον πλέον διεξοδικό, αλλά και εύληπτο τρόπο. Μέσα από ένα βασικό φροντιστήριο της προϊστορίας του Αιγαίου, αλλά και ενός ευρύτερου γεωγραφικού χώρου γίνεται κατανοητή η σύνθετη ιστορία της έρευνας του προβλήματος, καθώς και το υπόβαθρο των νέων, ανατρεπτικών πορισμάτων, στα οποία αυτή καταλήγει. Στις σελίδες του βιβλίου ο ομηρικός Οδυσσέας, η «Κάθοδος» των Δωριέων, οι μυστηριώδεις Πελασγοί, οι γραμμικές γραφές και τα πολυάριθμα μνημεία της προϊστορίας του Αιγαίου είναι μερικά μόνον από τα κομμάτια ενός μεγάλου και πολύπλοκου παζλ, το οποίο αποκαλύπτεται σιγά σιγά δίνοντας νέες, υπεύθυνες και αναπάντεχες απαντήσεις σε μια σειρά από σύνθετες, αλλά και συναρπαστικές ερωτήσεις. Απομένει να καταδειχθεί κατά πόσον μια διαφαινόμενη, ριζική μεταβολή της αντίληψης για το παρελθόν μπορεί να οδηγήσει και στην αλλαγή διαφόρων εδραιωμένων κατευθύνσεων που αφορούν το παρόν και το μέλλον όχι μόνον της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης». 
Αυτό είναι το κείμενο του οπισθόφυλλου στο άρτι εκδοθέν από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης βιβλίο με τίτλο «Πόθεν και πότε οι Έλληνες;». Οι υπεύθυνες απαντήσεις της επιστήμης και η παρούσα κατάσταση της έρευνας για την πρώτη αρχή του ελληνικού πολιτισμού. Συγγραφέας του ο Θεόδωρος Γιαννόπουλος, Δρ. Προϊστορικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης, ο οποίος με το βιβλίο αυτό φιλοδοξεί να παρουσιάσει στο ελληνικό κοινό την πρώτη εκτενή επιστημονική μονογραφία για την προέλευση του ελληνικού πολιτισμού.
Σε μια εποχή που τόσο η Ελλάδα όσο και η Ευρώπη διέρχονται από μια βαθιά κρίση, που σε σημαντικό βαθμό είναι και κρίση ταυτότητας, το εν λόγω βιβλίο μάς ταξιδεύει στις προϊστορικές απαρχές του ελληνικού και του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Μέσα από την συναρπαστική ιστορία της έρευνας του ινδοευρωπαϊκού προβλήματος και στο πλαίσιο μιας γλαφυρής και εύληπτης αφήγησης, ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να γνωρίσει την σοβαρή και υπεύθυνη, διεθνή επιστημονική διερεύνηση του προβλήματος της «ελεύσεως των Ελλήνων».
Μια μεγάλη επιστημονική αναζήτηση, η οποία οδήγησε από την βιβλική χρονολόγηση των πολιτισμών και των γλωσσών, όπως αυτή αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του δυτικού Χριστιανισμού ως τον ύστερο 19ο αιώνα, στις πιο σύγχρονες ανακαλύψεις της αρχαιολογίας και της πληθυσμιακής γενετικής. Την ίδια στιγμή, καθώς στο βιβλίο εξετάζονται αρκετά «ευαίσθητα» ζητήματα (όπως είναι π.χ. η σχέση έθνους και γλώσσας, έθνους και «φυλής», πολιτιστικής και «φυλετικής» [ή γενετικής] συνέχειας/ασυνέχειας), διάφορες δημοφιλείς υπεραπλουστεύσεις, παρανοήσεις ή εκούσιες διαστρεβλώσεις των υπό συζήτησιν φαινομένων, που τα τελευταία χρόνια εμφανίζονται στην Ελλάδα σε ένα πλήθος παραεπιστημονικών συγγραφών, ανασκευάζονται μέσω της αντιπαραβολής τους με την υπεύθυνη επιστημονική μεθοδολογία. Μέσω του δοκιμιακού αυτού σκέλους του βιβλίου επιχειρείται μια δυναμική παρέμβαση στην συχνά προβληματική αντίληψη της ιστορικής και αρχαιολογικής έρευνας στην Ελλάδα, καθώς και στην πάντα επίκαιρη τάση κακοποίησής της. 
Η χαρά μου είναι μεγάλη διότι η Ιδιωτική Οδός παρουσιάζει άμα τη κυκλοφορία του το σπουδαίο αυτό πόνημα του λαμπρού νέου επιστήμονα – κυριολεκτώ – Θεόδωρου Γιαννόπουλου. Με την ανάρτηση αυτή μόλις αρχίζουμε την ενασχόλησή μας με το εν λόγω βιβλίο. Λόγω της εξαιρετικής σπουδαιότητάς του και της επικαιρότητας που θέλει διάφορους «ελληναράδες» να λένε και να γράφουν ό,τι φτάσει, κατά το κοινώς λεγόμενον, θα ασχοληθούμε εκτενώς και πάλι με τη μελέτη αυτή. Πάντως είναι σημαντικό ότι το βιβλίο αυτό εκδίδεται στη σειρά Νέες προσεγγίσεις στον Αρχαίο κόσμο των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης, την οποία διευθύνει ο Άγγελος Χανιώτης, Καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας στο Institute for Advanced Study του Princeton.
Επειδή γνωρίζω προσωπικά τον συγγραφέα και τους εκλεκτούς φίλους γονείς του, αγαπημένους, άλλωστε, της Ιδιωτικής Οδού, τον έγκριτο νομικό και συγγραφέα κ. Γεώργιο Θ. Γιαννόπουλο και την αρχιτέκτονα – πολεοδόμο κ. Χαρά Παπαδάτου, χαίρω διπλά γι’ αυτή την σπουδαία έκδοση, η οποία προμηνύει μια ανάλογη ακαδημαϊκή καριέρα για τον Θεόδωρο Γιαννόπουλο, που την αξίζει και του την εύχομαι ολόψυχα.
Π.Α.Α.
Μπορείτε να διαβάσετε την εισαγωγή και το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου πατώντας εδώ.
Η έκδοση συνοδεύεται από εκτενή περίληψη στα αγγλικά.

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Η ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ Γ. ΜΑΡΤΖΕΛΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟ ΣΤΟΝ 21ο αι. ΣΤΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΠΕΤΡΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ


Ως γνωστόν, στις 14-15 Ιανουαρίου του 2013 στο Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ πραγματοποιήθηκε το οικουμενικό συμπόσιο με θέμα «Ο οικουμενικός διάλογος στον 21ο αιώνα: πραγματικότητες-προκλήσεις-προοπτικές» προς τιμήν του καθηγητή Πέτρου Βασιλειάδη, με τη συμμετοχή διακεκριμένων πανεπιστημιακών δασκάλων.
Το συμπόσιο είχε μεγάλη επιτυχία και οι εισηγήσεις των ομιλητών διακρίθηκαν για το υψηλό ακαδημαϊκό τους επίπεδο.  
Αναδημοσιεύουμε, στη συνέχεια, από το εξαιρετικό ιστολόγιο Θεολογικά Δρώμενα την εισήγηση του καθηγητή Γ. Μαρτζέλου. 
Διαβάστε και την εισήγηση του Μ. Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Τσέτση στο συμπόσιο εδώ


Tο ζήτημα της συμμετοχής της Ορθοδόξου Εκκλησίας στον οικουμενικό διάλογο υπό το φως των πανορθόδοξων αποφάσεων 
Εισήγηση του καθηγητή Γεωργίου Δ. Μαρτζέλου στο οικουμενικό συμπόσιο «ο οικουμενικός διάλογος στον 21ο αιώνα. Πραγματικότητες-προκλήσεις-προοπτικές» 
Όταν μου ζητήθηκε να συμμετάσχω στη Διημερίδα αυτή προς τιμήν του αγαπητού συναδέλφου κ. Βασιλειάδη με μια εισήγηση, δήλωσα, όπως φαίνεται και από το Πρόγραμμα, το θέμα: «Η θεολογία του ‘σπερματικού λόγου’ και η σημασία της για τους διαχριστιανικούς και διαθρησκειακούς διαλόγους». Κι’ αυτό γιατί η θεολογία του σπερματικού λόγου, όπως αναπτύχθηκε από το φιλόσοφο και μάρτυρα Ιουστίνο, εις τρόπον ώστε να αποτελέσει το υπόβαθρο της κλασσικής θέσης του ότι «όσα παρά πάσι καλώς είρηται, ημών των Χριστιανών εστι», δεν αξιοποιήθηκε μέχρι τώρα στους διαχριστιανικούς και κυρίως στους διαθρησκειακούς διαλόγους. Πιστεύω βαθύτατα ότι η εφαρμογή της θεολογίας και της θέσης αυτής του Ιουστίνου στους διαχριστιανικούς και διαθρησκειακούς διαλόγους συμβάλλει αποφασιστικά στην υπέρβαση τόσο της ομολογιακής ή θρησκειακής αποκλειστικότητας (Exklusivismus) όσο και της ομολογιακής ή θρησκειακής περιεκτικότητας (Inklusivismus), προβάλλοντας ταυτόχρονα τη σωτηριώδη πληρότητα και ακεραιότητα του αποκεκαλυμμένου λόγου του Θεού εν Χριστώ. 
Ωστόσο, επειδή οι φονταμενταλιστικές αντιδράσεις ορισμένων θρησκευτικών κύκλων κατά της συμμετοχής της Ορθοδόξου Εκκλησίας και ιδίως της Εκκλησίας της Ελλάδος στον οικουμενικό διάλογο αυξήθηκαν τα τελευταία χρόνια, θεώρησα καλό δραττόμενος αυτής της ευκαιρίας να γίνω πιο πρακτικός και, πιστεύω, πιο εποικοδομητικός, αναφερόμενος στο «Ζήτημα της συμμετοχής της Ορθοδόξου Εκκλησίας στον Οικουμενικό Διάλογο υπό το φως των Πανορθοδόξων αποφάσεων».          *** 
Ήδη από τα τέλη του 20ου και τις αρχές του 21ου αι. γίναμε μάρτυρες μιας αυξανόμενης ανησυχίας που διακατέχει ορισμένους χριστιανούς της Εκκλησίας μας, κληρικούς και λαϊκούς, για τη συμμετοχή της Ορθοδόξου Εκκλησίας και ειδικότερα της Εκκλησίας της Ελλάδος, στους θεολογικούς διαλόγους με τις άλλες χριστιανικές Ομολογίες, καθώς και στην Οικουμενική Κίνηση. Τα πιστά αυτά μέλη της Εκκλησίας μας, που διακρίνονται για την κατά πάντα επαινετή ευαισθησία τους σε θέματα πίστεως, πιστεύουν δυστυχώς εσφαλμένα, λόγω ανεπαρκούς ή και ανεύθυνης πληροφόρησης που έχουν για τα θέματα αυτά, ότι με τη συμμετοχή της Εκκλησίας μας στους θεολογικούς αυτούς διαλόγους και στην Οικουμενική Κίνηση προδίδουμε την Ορθόδοξη Πίστη, θυσιάζοντάς την στο βωμό ανθρώπινων σκοπιμοτήτων για την επίτευξη δήθεν μιας επίπλαστης χριστιανικής ενότητας, ξένης προς την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και Παράδοση. Αποτέλεσμα της εσφαλμένης αυτής αντιλήψεως είναι η εμφάνιση αντιδράσεων μέσα στον ελλαδικό χώρο υπό μορφή «Ομολογίας πίστεως», σαν να κινδυνεύει η Ορθόδοξη Πίστη μας από κάποιες αιρέσεις που ελλοχεύουν μέσα στους κόλπους της ίδιας της Εκκλησίας! 
*** 
Ως εκ τούτου είναι αναγκαίο να πληροφορηθεί υπεύθυνα ο λαός του Θεού ότι όχι μόνο κανένας λόγος ανησυχίας δεν συντρέχει από τη συμμετοχή της Εκκλησίας μας στους διμερείς θεολογικούς διαλόγους ή και στους πολυμερείς που πραγματοποιούνται μέσα στα πλαίσια του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών και της Οικουμενικής Κίνησης γενικότερα, αλλά τουναντίον η συμμετοχή μας αυτή, όπως άλλωστε και των λοιπών κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, επιβάλλεται, προκειμένου η Ορθόδοξη Εκκλησία στο σύνολό της, ανταποκρινόμενη στη θεανθρώπινη φύση της και την αποστολή της στον κόσμο, να δίνει συνεχώς και αδιαλείπτως μια δυναμική μαρτυρία του θεολογικού, λειτουργικού και του εν γένει πνευματικού της πλούτου μεταξύ των ετεροδόξων χριστιανών, με σκοπό την αποκατάσταση της ενότητάς τους με τη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Εξ άλλου πρέπει να γίνει σαφές και κατανοητό ότι η συμμετοχή της Εκκλησίας μας στους θεολογικούς αυτούς διαλόγους δεν αποτελεί μεμονωμένη δική της επιλογή, ανεξάρτητη ή και διαφορετική από τις υπόλοιπες κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες, αλλά συνιστά οφειλετική ανταπόκριση σε πανορθόδοξες αποφάσεις που έχουν ληφθεί ομόφωνα σχετικά με το θέμα αυτό από όλες τις κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες τόσο κατά την Α΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξη Διάσκεψη (1976) όσο κυρίως κατά την Γ΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξη Διάσκεψη (1986), με τις οποίες εκφράστηκε η καθολική συνείδηση και στάση της Ορθοδόξου Εκκλησίας όσον αφορά τις σχέσεις της με τις λοιπές χριστιανικές Ομολογίες και την Οικουμενική Κίνηση. 
Ήδη η Α΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξη Διάσκεψη (1976), θέτοντας ως στόχο της να προαγάγει τις διαχριστιανικές σχέσεις και την Οικουμενική Κίνηση με σκοπό την αποκατάσταση της χριστιανικής ενότητας, αποφάσισε ομόφωνα: 
α) όσοι διμερείς θεολογικοί διάλογοι με τους ετεροδόξους είχαν ήδη αρχίσει μέχρι τη στιγμή εκείνη, όπως οι διάλογοι με την Αγγλικανική, την Παλαιοκαθολική και τις Αρχαίες Ανατολικές Εκκλησίες, να συνεχισθούν και να ενταθούν, ενώ όσοι δεν είχαν ακόμη αρχίσει, όπως ο διάλογος με τη Ρωμαιοκαθολική και τη Λουθηρανική Εκκλησία, να υπάρξει η σχετική δραστηριοποίηση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ώστε να αρχίσουν και να προχωρήσουν, και 
β) να συνεχισθεί και να ενταθεί η συμμετοχή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Οικουμενική Κίνηση και η συνεργασία της σε όλες τις εκδηλώσεις της. Ειδικότερα μάλιστα όσον αφορά τη στάση της Ορθοδόξου Εκκλησίας έναντι του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών αποφασίστηκε να επιδιωχθεί, ώστε η οργανική συμμετοχή της Εκκλησίας μας σ’ αυτό να καταστεί περισσότερο ενεργός, υπό την προϋπόθεση πάντοτε της τηρήσεως εκ μέρους της των εκκλησιολογικών της αρχών. 
Πολύ πιο αναλυτικά και εμπεριστατωμένα για τη συμμετοχή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στους διμερείς θεολογικούς διαλόγους και την Οικουμενική Κίνηση αποφάνθηκε και πάλι ομόφωνα η Γ΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξη Διάσκεψη (1986). Όπως τονίζεται για τους διμερείς θεολογικούς διαλόγους στην ομόφωνη απόφασή της, «Η Ορθόδοξος Εκκλησία ανέκαθεν ήτο εύνους και θετικώς διατεθειμένη προς πάντα διάλογον τόσον διά θεολογικούς όσον και διά ποιμαντικούς λόγους. Κατά τα τελευταία έτη η Ορθόδοξος Εκκλησία εχώρησε πράγματι εις θεολογικόν διάλογον μετά πλείστων χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών, εν τη πεποιθήσει ότι δια του διαλόγου δίδει δυναμικήν μαρτυρίαν των πνευματικών αυτής θησαυρών προς τους εκτός αυτής, με αντικειμενικόν σκοπόν την προλείανσιν της οδού της οδηγούσης προς την ενότητα. 
Η Ορθόδοξος Εκκλησία, ως ούσα η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, έχει πλήρη συνείδησιν της ευθύνης αυτής διά την ενότητα του χριστιανικού κόσμου… Οι σύγχρονοι διμερείς θεολογικοί διάλογοι της Ορθοδόξου Εκκλησίας εκφράζουν κατά τρόπον αυθεντικόν την συνείδησιν ταύτην της Ορθοδοξίας. 
Βεβαίως η Ορθόδοξος Εκκλησία, διαλεγομένη μετά των λοιπών Χριστιανών, δεν παραγνωρίζει τας δυσκολίας του τοιούτου εγχειρήματος, κατανοεί όμως ταύτας εν τη πορεία προς την κοινήν παράδοσιν της αρχαίας αδιαιρέτου Εκκλησίας και επί τη ελπίδι ότι το Άγιον Πνεύμα, όπερ όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας, θα αναπληρώση τα ελλείποντα. Εν τη εννοία ταύτη η Ορθόδοξος Εκκλησία εις τους θεολογικούς διαλόγους δεν στηρίζεται μόνον εις τας ανθρωπίνας δυνάμεις των διεξαγόντων τους Διαλόγους, αλλ’ απεκδέχεται και την επιστασίαν του Αγίου Πνεύματος εν τη χάριτι του Κυρίου, ευχηθέντος «ίνα πάντες έν ώσιν» (Ιω. 17, 21). 
Οι σύγχρονοι διμερείς θεολογικοί διάλογοι, κηρυχθέντες υπό Πανορθοδόξων Διασκέψεων, εκφράζουν την ομόθυμον απόφασιν πασών των κατά τόπους αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, αι οποίαι έχουν ύψιστον χρέος να συμμετέχουν ενεργώς και συνεχώς εις την διεξαγωγήν αυτών, ίνα μη παρακωλύηται η ομόφωνος μαρτυρία της Ορθοδοξίας προς δόξαν του εν Τριάδι Θεού… Είναι ευνόητον ότι κατά την διεξαγωγήν των Θεολογικών Διαλόγων κοινός πάντων σκοπός είναι η τελική αποκατάστασις της εν τη ορθή πίστει και τη αγάπη ενότητος». 
Αναφερόμενη επίσης στις σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με την Οικουμενική Κίνηση, επισημαίνει χαρακτηριστικά τα εξής: 
«Η Ορθόδοξος Εκκλησία εν τη βαθεία πεποιθήσει και εκκλησιαστική αυτοσυνειδησία ότι αποτελεί τον φορέα και δίδει την μαρτυρίαν της πίστεως και της παραδόσεως της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, ακραδάντως πιστεύει ότι κατέχει κεντρικήν θέσιν εις την υπόθεσιν της προωθήσεως της ενότητος των Χριστιανών εντός του συγχρόνου κόσμου. 
Η Ορθόδοξος Εκκλησία έχει την αποστολήν και υποχρέωσιν ίνα μεταδώση πάσαν την εν τη Αγία Τριάδι και τη Ιερά Παραδόσει αλήθειαν, ήτις και προσδίδει τη Εκκλησία τον καθολικόν αυτής χαρακτήρα. Η ευθύνη της Ορθοδόξου Εκκλησίας ως και η οικουμενική αυτής αποστολή διά την ενότητα της Εκκλησίας εξεφράσθησαν υπό των Οικουμενικών Συνόδων…. 
Η Ορθόδοξος Εκλησία, αδιαλείπτως προσευχομένη ‘υπέρ της των πάντων ενώσεως’, μετέσχε της Οικουμενικής Κινήσεως από της πρώτης εμφανίσεως αυτής και συνετέλεσεν εις την διάπλασιν και περαιτέρω εξέλιξιν αυτής. Άλλωστε η Ορθόδοξος Εκκλησία λόγω του οικουμενικού πνεύματος, το οποίον την διακρίνει, κατά την διάρκειαν της ιστορίας, αείποτε ηγωνίσθη προς αποκατάστασιν της χριστιανικής ενότητος. Διό και η ορθόδοξος συμμετοχή εις την Οικουμενικήν Κίνησιν ουδόλως τυγχάνει ξένη προς την φύσιν και την ιστορίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αλλ’ αποτελεί συνεπή έκφρασιν της αποστολικής πίστεως εντός νέων ιστορικών συνθηκών και προς αντιμετώπισιν νέων υπαρξιακών αιτημάτων. 
Υπό το ανωτέρω πνεύμα άπασαι αι κατά τόπους Αγιώταται Ορθόδοξοι Εκκλησίαι συμμετέχουν σήμερον ενεργώς εις διάφορα εθνικά, περιφερειακά και διεθνή όργανα της Οικουμενικής Κινήσεως, ως και εις διαφόρους διμερείς και πολυμερείς διαλόγους… Η πολυδιάστατος αύτη οικουμενική δραστηριότης πηγάζει εκ του αισθήματος υπευθυνότητος και εκ της πεποιθήσεως ότι η συνύπαρξις, η αμοιβαία κατανόησις, η συνεργασία και αι κοιναί προσπάθειαι προς μίαν χριστιανικήν ενότητα τυγχάνουν ουσιώδεις: ‘ίνα μη εγκοπήν τινα δώμεν τω Ευαγγελίω του Χριστού’ (Α΄ Κορ. 9, 12)». 


Ειδικότερα ως προς το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.) που αποτελεί ένα από τα κυριότερα όργανα της Οικουμενικής Κινήσεως, αφού τονίζεται κατ’ αρχήν ο ιδρυτικός ρόλος της Ορθοδόξου Εκκλησίας  για τη σύσταση του εν λόγω Συμβουλίου, αναφέρονται επί λέξει τα εξής: 
«… Ως έχει ήδη δηλωθή πανορθοδόξως (Δ΄ Πανορθόδοξος Διάσκεψις, 1968) η Ορθόδοξος Εκκλησία αποτελεί πλήρες και ισότιμον μέλος του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, και δι’ όλων των εις την διάθεσιν αυτής μέσων συμβάλλει εις την προαγωγήν και ευόδωσιν του όλου έργου του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών. 
Η Ορθόδοξος Εκκλησία, παρά ταύτα, πιστή εις την εκκλησιολογίαν αυτής, εις την ταυτότητα της εσωτερικής αυτής δομής, και εις την διδασκαλίαν της αδιαιρέτου Εκκλησίας, συμμετέχουσα εν τω οργανισμώ του Π.Σ.Ε., ουδόλως παραδέχεται την ιδέαν της ‘ισότητος των Ομολογιών’ και ουδόλως δύναται να δεχθή την ενότητα της Εκκλησίας ώς τινα διομολογιακήν προσαρμογήν. Εν τω πνεύματι τούτω, η ενότης, η οποία αναζητείται εν τω Π.Σ.Ε. δεν δύναται να είναι προϊόν μόνον θεολογικών συμφωνιών. Ο Θεός καλεί πάντα χριστιανόν εις την εν τω μυστηρίω και τη παραδόσει βιουμένην εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία ενότητα της πίστεως… 
Η Ορθόδοξος Εκκλησία έχει συνείδησιν του γεγονότος, ότι η Οικουμενική Κίνησις λαμβάνει νέας μορφάς, προκειμένου ίνα ανταποκριθή εις τας νέας συνθήκας και αντιμετωπίση τας νέας προκλήσεις του συγχρόνου κόσμου. Εις την πορείαν ταύτην είναι απαραίτητος η δημιουργική συμβολή και μαρτυρία της Ορθοδόξου Εκκλησίας επί τη βάσει της αποστολικής παραδόσεως και πίστεώς της». 
Κατόπιν τούτων η οιαδήποτε εν ονόματι της Ορθοδοξίας αρνητική στάση ή αντίδραση εκ μέρους ορισμένων ευσεβών Χριστιανών έναντι της συμμετοχής της Ορθοδόξου Εκκλησίας και ειδικότερα της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Οικουμενική Κίνηση, στους διμερείς θεολογικούς διαλόγους, καθώς και στους πολυμερείς στα πλαίσια του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, είναι αντίθετη με την πανορθοδόξως και ομοφώνως εκφρασθείσα συνείδηση και βούληση της Ορθοδόξου Εκκλησίας και συνιστά αθέτηση των εν Αγίω Πνεύματι ειλημμένων ομοφώνων αποφάσεων της Εκκλησίας σε πανορθόδοξο επίπεδο. 
Το συνήθως προβαλλόμενο επιχείρημα ορισμένων κατά της συμμετοχής της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Οικουμενική Κίνηση και στους θεολογικούς αυτούς διαλόγους είναι ότι κατά τις οικουμενικές επαφές των Ορθοδόξων κληρικών ή λαϊκών αντιπροσώπων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών με τους ετεροδόξους γίνεται συμπροσευχή με αιρετικούς, πράγμα που αντιβαίνει στην Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και τους Ιερούς Κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων. 
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφερθώ στις γνωματεύσεις των τριών Καθηγητών, Βλ. Φειδά, Κ. Σκουτέρη και Γρ. Λαρεντζάκη, που εξέδωσε σε ειδικό τεύχος το Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών με τον τίτλο «Η συμπροσευχή με τους ετεροδόξους κατά την ορθόδοξη θεολογική παράδοση», όπου δίδονται επαρκείς και τεκμηριωμένες απαντήσεις σε ερωτήματα που σχετίζονται με τον προβληματισμό αυτό. Άλλωστε η συμπροσευχή προϋποθέτει κοινό λατρευτικό τυπικό, το οποίο από πλευράς ορθοδόξου δεν γίνεται αποδεκτό ως κοινό λατρευτικό πλαίσιο κατά την τέλεση της προσευχής με τους ετεροδόξους. Με την έννοια αυτή η προσευχή των Ορθοδόξων αντιπροσώπων στα πλαίσια των διαφόρων οικουμενικών επαφών για την αποκατάσταση της ενότητας μεταξύ των Χριστιανών δεν συνιστά συμπροσευχή. Άλλωστε η προσευχή πρέπει να χαρακτηρίζει συνεχώς και αδιαλείπτως κάθε Χριστιανό, όπου κι’ αν βρίσκεται, πολλώ δε μάλλον όταν μετέχει ως εκπρόσωπος μιας τοπικής Ορθοδόξου Εκκλησίας σε συναντήσεις, με σκοπό την επίτευξη ενός θεάρεστου σκοπού, όπως η ενότητα μεταξύ των Χριστιανών. 
Ως εκ τούτου, θα πρέπει όλοι οι Χριστιανοί, κληρικοί και λαϊκοί, να έχουν πλήρη εμπιστοσύνη στην Εκκλησία, που διεξάγει τους θεολογικούς διαλόγους είτε τους διμερείς είτε τους πολυμερείς στα πλαίσια του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών με σοβαρότητα και υπευθυνότητα, έχουσα ως βάση την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και Παράδοση, και να μη παρασύρονται από τις ακρότητες ορισμένων ατόμων που, θέτοντας τον εαυτό τους πάνω από την πανορθόδοξη συνείδηση που εκφράστηκε με πανορθόδοξες αποφάσεις, θεωρούν την Ορθοδοξία δικό τους αποκλειστικό προνόμιο,  καλλιεργώντας έναντι της συμμετοχής της Εκκλησίας μας στους θεολογικούς διαλόγους και την Οικουμενική Κίνηση το φανατισμό και τη μισαλλοδοξία, πράγμα που δεν συνάδει όχι μόνο με το ορθόδοξο, αλλά ούτε καν με το χριστιανικό γενικά ήθος. 
Στο σημείο αυτό πρέπει να τονίσουμε ότι η Ορθοδοξία ως ιδιότητα της Εκκλησίας δεν είναι υπόθεση μεμονωμένων ατόμων ούτε βρίσκεται έξω και πάνω από την Εκκλησία ως ρυθμιστικός κανόνας της ζωής και της σκέψης της, αλλά ταυτίζεται με την Εκκλησία, αποτελώντας συστατικό του είναι της, και γι’ αυτό βιώνεται μόνο εν κοινωνία με την Εκκλησία, πράγμα που σημαίνει εν προκειμένω πλήρη αποδοχή των πανορθοδόξως ειλημένων αποφάσεων εκ μέρους των Ορθοδόξων πιστών. Διαφορετικά υπάρχει κίνδυνος αταξίας και σχισμάτων μέσα στην Εκκλησία, τα οποία τραυματίζουν θανάσιμα την ενότητά της, πράγμα που αποτελεί βαρύτατο αμάρτημα και βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος. 
Εξ άλλου οι συμμετέχοντες εξ ονόματος των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών στους θεολογικούς διαλόγους και την Οικουμενική Κίνηση, είτε κληρικοί είτε λαϊκοί, δεν ενεργούν ως μεμονωμένα πρόσωπα, αλλά κατ’ εντολήν των Εκκλησιών τους. Γι’ αυτό άλλωστε και ενημερώνουν τις Συνόδους των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών που εκπροσωπούν για την πορεία των θεολογικών διαλόγων ή για τις περαιτέρω προοπτικές τους, υποβάλλοντας στις Συνόδους των Εκκλησιών τους προς έγκριση τα Κοινά Κείμενα που συντάσσονται και γίνονται αποδεκτά από τις Μικτές Θεολογικές Επιτροπές στα πλαίσια των διαλόγων, και αφήνοντας σ’ αυτές ως τις μόνες αρμόδιες την ευθύνη να αποφασίσουν για τη συνέχιση ή τη διακοπή του διαλόγου. Χωρίς τη συνοδική έγκριση ή απόφαση των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών κανένα θεολογικό κείμενο και καμιά απόφαση των συμμετεχόντων εξ ονόματος των Εκκλησιών αυτών στους θεολογικούς διαλόγους δεν έχει εκκλησιαστικό κύρος. 


Ύστερα από όσα ανεφέρθησαν γίνεται κατανοητό ότι η συμμετοχή της Ορθοδόξου Εκκλησίας και ειδικότερα της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Οικουμενική Κίνηση μέσα από τους διμερείς και πολυμερείς θεολογικούς διαλόγους δεν σημαίνει προδοσία της Ορθοδοξίας, όπως κακόβουλα και παραπλανητικά ισχυρίζονται ορισμένα άτομα, επιδιώκοντας να παρασύρουν προς ίδιον όφελος τον ευσεβή λαό του Θεού. τουναντίον, η συμμετοχή αυτή αποτελεί κατ’ ανάγκην ένα σύγχρονο μέσο ιεραποστολικής μαρτυρίας της Ορθοδοξίας μεταξύ των ετεροδόξων, με σκοπό την αποκατάσταση της ενότητας των Χριστιανών, για την οποία δεν μπορεί και δεν πρέπει να αδιαφορεί η Ορθόδοξη Εκκλησία. Όπως πολύ εύστοχα παρατήρησε εν προκειμένω ο μεγάλος Ρώσσος θεολόγος μακαριστός πατήρ Γεώργιος Φλωρόφσκυ, «Θεωρώ τη συμμετοχή αυτή όχι μόνο ως επιτρεπόμενη και δυνατή για τους Ορθοδόξους, αλλά και ως άμεσο καθήκον που απορρέει από τη ίδια την ουσία της ορθοδόξου συνειδήσεως και την υποχρέωση που ανήκει στην αληθινή Εκκλησία να καταθέτει αδιάκοπα τη μαρτυρία της παντού, στις «συναγωγές και τις αρχές και τις εξουσίες». «Πώς δε πιστεύσωσιν  ου ουκ ήκουσαν; Πώς δε ακούσωσιν χωρίς κηρύσσοντος;». (Ρωμ. 10, 14). Αυτή η αποστολική ρήση έχει τη θέση της κυρίως εδώ. Βλέπω την ορθόδοξη συμμετοχή στην Οικουμενική Κίνηση υπό το πρίσμα της ιεραποστολικής δράσεως. Η Ορθόδοξη Εκκλησία καλείται ειδικά σε συμμετοχή ακριβώς στην οικουμενική ανταλλαγή ιδεών, επειδή αναγνωρίζει τον εαυτόν της ως τον φύλακα της αποστολικής πίστεως και της Παραδόσεως στην καθολικότητα και την πληρότητα τους, και ότι είναι, μ’ αυτή την έννοια, η αληθινή Εκκλησία, επειδή έχει συνείδηση ότι κατέχει το θησαυρό της θείας χάριτος, χάρη στη συνέχεια της ιεροσύνης και της αποστολικής διαδοχής, και επειδή, τέλος, διεκδικεί μια ξεχωριστή θέση μέσα στη διηρημένη χριστιανοσύνη». 
Μετά την ξεκάθαρη αυτή θέση του πατρός Γεωργίου Φλωρόφσκυ που εναρμονίζεται πλήρως με τις ομόφωνες αποφάσεις των δύο προαναφερθεισών Προσυνοδικών Πανορθοδόξων Διασκέψεων σχετικά με τη συμμετοχή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στους θεολογικούς διαλόγους και εν γένει στην Οικουμενική Κίνηση, κανείς δεν θα πρέπει να έχει επιφυλάξεις ή να αμφιβάλλει για την αναγκαιότητα αυτής της συμμετοχής, στην οποία καθηκόντως ανταποκρίνεται και η Εκκλησία της Ελλάδος.