Το καταραμένο σωματίδιο και η επάρατος
(θεο)λογούσα βαβυλωνία
Του Κώστα Νούση, θεολόγου-φιλολόγου Α.Π.Θ.
Είμαστε
μάρτυρες τις τελευταίες μέρες του γνωστού πειράματος και του περιβόητου ‘προκλητικού’
σωματιδίου του Χιγκς, το οποίο κινητοποίησε τη διεθνή επιστημονική κοινότητα
και αναζωπύρωσε τον πανάρχαιο συγκρουσιακό διάλογο επιστήμης και θεολογίας. Αλλά
παράλληλα είμαστε μάρτυρες – με την πολυσημία του όρου – και του συνεχόμενου
πειραματισμού επί του ορθόδοξου θεολογικού λόγου. Έσπευσαν, πριν καν
ανακοινωθούν τα επίσημα πορίσματα των επιστημόνων, να καταγγελθούν οι προσπάθειες
τους και, πολύ περισσότερο, να ανιχνευθούν το φιλοσοφικό τους υπόστρωμα και οι
προθέσεις τους, πράγματα που από πολλούς ούτε καν είναι εκπεφρασμένα ρητώς και
εκτεθειμένα στα σχετικά φόρα.
Θα
επικεντρωθούμε στις ημέτερες φωνές, τις αρθρωθείσες υπό των «σεσημασμένων»
στην υφαρπαγή της δημοσιότητος λαλίστατων επισκόπων της Ελλαδικής Εκκλησίας.
Ας σημειωθεί προκαταβολικά πως το ποιμαντικό ενδιαφέρον και η άμεση
ευαισθητοποίηση είναι πολλές φορές δηλωτικά πατρικής μέριμνας και αγωνίας και
όχι καταδικαστέα a
priori.
Επίσης, είναι αισιόδοξο που υπάρχει μια πολυφωνική εκδοχή της ορθόδοξης θέσης
επί του θέματος. Εδώ, όμως, ανακύπτουν άλλα ζητήματα. Όπως, όταν αρχίζει η
εμπαθής αντιπαράθεση και η ευκαιρία προσωπικών προβολών, επιθέσεων και
εκτόξευσης αιχμών και, το μέγιστο, όταν ανασύρονται μεσαιωνικές τακτικές και
παρελθοντικές ομολογιακές εμμονές που σκιάζουν τη λαγαρότητα και ακρίβεια της
ορθόδοξης θέσης διαστρέφοντας την πραγματικότητά της και, κατά δεύτερο λόγο,
επιφέροντας μια μικρή έως ενοχλητική σύγχυση στο ποίμνιο.
Η
σπουδή της εσπευσμένης απάντησης – στην πλειονότητα των εν λόγω επισκοπικών παρεμβάσεων πριν από
τις επίσημες επιστημονικές ανακοινώσεις εν είδει διορατικής διάγνωσης προθέσεων
και προφητικής πρόληψης αθεϊστικών πορισμάτων – δεν είναι πάντα ο καλύτερος
σύμβουλος και το προτρέχειν είθισται να προϊδεάζει για ψυχικά σύνδρομα που
υποκρύπτονται κάτω από τις αντίστοιχες ενέργειες, τα οποία αμαυρώνουν τη
νηφάλια θεολογική θέαση και εκφορά του σχετικού με το θέμα θεολογικού λόγου.
Και ενώ αυτό θα ήταν εύλογο, κατανοητό και συγγνωστό σε άλλες περιστάσεις, στην
περίπτωση της άρθρωσης της ορθόδοξης τοποθέτησης πρέπει πάντα να υποχωρεί το
εγώ, τα πάθη και όποια προσωπική ιδιορρυθμία και να προκρίνεται το θέλημα του
Θεού.
Η
αντιμετώπιση του ζητήματος λειτούργησε καταρχάς μάλλον διαφημιστικά παρά
συμβατά με την προφανή πρόθεση των αντιρρητικών εν προκειμένω συγγραφέων. Το
κοινό σημείο που αναφάνηκε στους περισσότερους εξ αυτών ήταν μια προσπάθεια
επιστημονικής αρχικά προσέγγισης του ζητήματος, κάτι που είναι σαφέστατα θετικό
και ενθαρρυντικό. Από κει και πέρα άρχισε να διαφαίνεται η περιβόητη σύγχυση
κριτηρίων και προθέσεων και να υποχωρεί βιαίως ή και διακριτικώς η ουσία της
θεολογικής συνδρομής πάνω στο ανακύπτον πρόβλημα της ‘θείας υπόστασης’ του
μποζονίου του Higgs.
Χωρίς
να αναφερθώ σε συγκεκριμένα ονόματα – διότι τα κείμενα και οι συνεντεύξεις τους
είναι εύκολα προσβάσιμα στο διαδίκτυο, οπότε θα καταλάβει έκαστος ενασχολούμενος
επισταμένως σε ποιους αναφέρομαι – θα σχολιάσω επιγραμματικά τη δομή και το
πνεύμα των φορέων τους. Ο πλέον διάσημος εξ αυτών και ‘συνήθης ύποπτος’ το
τελευταίο διάστημα, ενώ σε κάποια σημεία φαίνεται να προσεγγίζει με νηφαλιότητα
και ευφυΐα το όλο ζήτημα, αμέσως σχεδόν διολισθαίνει στην απαξιωτική,
καθυβριστική - βλ. λ. κρετινισμός - και
εκχυδαϊστική ειρωνεία των ‘συλλήβδην άθεων επιστημόνων’ εξισώνοντάς τους δια
μιας επιχειρηματολογικής ακροβασίας με το ζωικό βασίλειο και ανασύροντας τις
σχολαστικές και οργανωσιακής νηπιότητος πάλαι ποτέ ομολογιακές αστείες και
ερασιτεχνικής προχειρότητος επιθέσεις κατά του δαρβινισμού. Διάχυτη στον ίδιο,
αλλά και στους υπόλοιπους διαφανής, η διάθεση δαιμονοποίησης της επιστήμης και
των θεραπόντων της. Οι αντίθετες (ορθώς κατ’ εμέ) φωνές προς αυτήν την τάση
φαντάζουν μάλλον επιθετικού προς αυτήν απαντητικού χαρακτήρα παρά προτιθέμενες
να προαγάγουν τον διάλογο Ορθοδοξίας και επιστήμης και να προωθήσουν την
ορθόδοξη συμβολή σε αυτόν. Συν τοις άλλοις, το κλασικό φαινόμενο της σχολαστικίζουσας
παράθεσης Πατερικών χωρίων – όπως είδαμε στην πιο εμπεριστατωμένη και
‘θεολογικότερη’ απάντηση από όλες – τα οποία όμως δε δένουν επαρκώς με την
παρούσα συνάφεια, αλλά θυμίζουν αναμάσημα των παραδεδομένων πανεπιστημιακών
εγχειριδίων Δογματικής, εκτός του ότι μαρτυρούν την αδυναμία άρθρωσης καινού
θεολογικού λόγου, επιπροσθέτως δε φαίνεται να επιλύουν με επιτυχία τις πιθανές
αθεϊστικές υπόνοιες τις οποίες κατά βάση μάχονται και, μάλλον, περιπλέκουν περισσότερο
το ζήτημα αφήνοντας περίεργα κενά.
Ίσως ο γράφων προκαλεί μια εντύπωση υπερβολικής
σκληρότητας στην κριτική επί του εκκλησιαστικού εγχώριου λόγου. Η ουσία, όμως,
της παρέμβασής του είναι η αισιόδοξη προσδοκία, ειδικά σήμερα, μιας κομψότερης
παρουσίας και δυνατότητας συνεισφοράς της Εκκλησίας – της μοναδικής οντολογικής
αντιπρότασης στον κυκεώνα της παγκόσμιας αθεΐας και του αγνωστικισμού – σε
μέρες σύγχυσης και συστημικής επίθεσης του κακού. Είναι, συνάμα, κρίμα άνθρωποι
με ικανότητες και καλές προθέσεις να αδικούν εαυτούς και τους εκπροσωπούμενους
υπ’ αυτών αλλήλους. Εκτός και αν στην πραγματικότητα μιλάμε για το φαίνεσθαι
και όχι για το είναι της προσωπικής ακεραιότητας εκάστου. Η συνοδική ομοφωνία
θα πρέπει, επιτέλους, να καταστεί συνείδηση προτεραιότητας πριν από τις όποιες αυτόκλητες
εξατομικευμένες πρωτοβουλίες.
Είναι
σχεδόν σίγουρο πως ελάχιστοι γνωρίζουν ότι βρέθηκαν στο δωμάτιο του κατά κόσμον
ολιγογράμματου, αλλά πάνυ φιλομαθούς, μεγάλου γέροντα της Ορθοδοξίας Πορφυρίου
(+1991) αρκετά επιστημονικά βιβλία, κυρίως ιατρικά και (αστρο)φυσικής. Η
επιστήμη είναι δώρο Θεού και αποτελεί υποτροπή στον δυτικό ρωμαιοκαθολικό
μεσαιωνισμό και στην ιεροεξεταστική του νοοτροπία η προκαταβολική καταδίκη και
απαξίωση της ανθρώπινης αγωνίας και προσπάθειας ανακάλυψης των μυστικών του
σύμπαντος. Ο Μέγας Βασίλειος στην Εξαήμερό του αναφέρει (Ομιλία Β΄): «εἰπών, εν
ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν· πολλὰ ἀπεσιώπησεν, ὕδωρ, ἀέρα, πῦρ,
τὰ ἐκ τούτων ἀπογεννώμενα πάθη· ἃ πάντα μὲν ὡς συμπληρωτικὰ τοῦ κόσμου
συνυπέστη τῷ παντὶ δηλονότι· παρέλιπε δὲ ἡ ἱστορία, τὸν ἡμέτερον νοῦν
γυμνάζουσα πρὸς ἐντρέχειαν, ἐξ ὀλίγων ἀφορμῶν παρεχομένη ἐπιλογίζεσθαι τὰ
λειπόμενα». Σε αυτό το «πολλὰ ἀπεσιώπησεν» ίσως κρύβεται και το μποζόνιο του
Χιγκς που το αδικεί ο όρος ‘σωματίδιο
Θεός’ και για τον τρόπο που το προσέλαβε (χάριν εκδοτικής εμπορικότητας)[1]
και για τη συντομότατη διάρκεια της ζωής του, η οποία σίγουρα δεν προσιδιάζει
στη θεία (ούτε καν σε πολλών κτιστών όντων) δυναμική ύπαρξης και, πολύ
περισσότερο, δεν απειλεί τη θεϊκή αιωνιότητα, μεγαλειότητα και παντοδυναμία.
Θα
διαφωνήσω προσωπικά με την εύκολη λύση να αποσυνδέσουμε πλήρως θεολογία και
επιστήμη και να απομονώσουμε την πρώτη σε μια προτεσταντικής υφής ατομική (ή και
κοινοτική) διάσταση σχέσεων Θεού και ανθρώπου. Ακόμα και μέσα από τα ιερά
κείμενα - τα γραφέντα εν Πνεύματι Αγίω, διό και περικλείοντα την αλήθεια των
πραγμάτων, ασχέτως αν χρήζουν αποκρυπτογράφησης - μπορούν να αντληθούν στοιχεία
κεκαλυμμένων αληθειών αναφορικά με τη δημιουργία και εξέλιξη του σύμπαντος που
θα προωθήσουν και θα διαφωτίσουν την επιστημονική έρευνα και, αν μη τι άλλο,
τουλάχιστον θα την αποκαθάρουν από αντιεπιστημονικές αγνωστικιστικές ατραπούς
και αθεϊστικούς δογματισμούς, που επίσης αποτελούν τροχοπέδη στην έρευνα, όπως
άλλοτε ο αριστοτελισμός των ρωμαιοκαθολικών σχολαστικών. Πολλώ δε μάλλον, η
εμπειρική (χαρισματικά αποκαλυπτική) θεολογία των Αγίων μπορεί να συμβάλλει
πολύ ακριβέστερα και γρηγορότερα από την επιστημονική υπόθεση και έρευνα στην
επιτάχυνση των επιστημονικών επιτευγμάτων, ανακαλύψεων και εξελίξεων.
Σε
όλα σχεδόν τα επί του θέματος άρθρα,
όπως άλλωστε παραδέχονται και τα υπό εξέταση επισκοπικά κείμενα, τονίζεται πως
το σωματίδιο αυτό μπορεί να ερμηνεύσει ένα 4% περίπου της συμπαντικής
δημιουργίας. Το υπόλοιπο – σκοτεινή ύλη και ενέργεια, μαύρες τρύπες, αντιύλη
και όλα τα συναφή – είναι πολύ μεγαλύτερο, πράγμα που δείχνει πως δεν
κινδυνεύει τόσο η πίστη μας από το καημένο αυτό μποζόνιο, όσο εμείς στο να
εκτιθέμεθα με τα ατοπήματά μας και την ασθμαίνουσα θεολογία και πνευματικότητά
μας. Τουναντίον, θα έπρεπε να αναγόμαστε στη δοξολογία του άπειρου μεγαλείου
του Κτίστη, στου οποίου τα μυστικά της δημιουργίας δυσκολευόμαστε να εισχωρήσουμε ακόμα και στα
απειροελάχιστα κομμάτια της, όπως είναι αυτό το σωματίδιο. Και μάλιστα, το εν
λόγω έχει την εκπληκτική ιδιότητα να εξαφανίζεται εκεί που πας να το πιάσεις,
εντασσόμενο και αυτό από τη θεία πρόνοια στο διαλογικό μυστηριακό ‘παίγνιο’ του
Θεού με τον άνθρωπο, ώστε να μας εκπαιδεύει στην εξαγιάζουσα δοξολογία του και
στον ερωτικό προς αυτόν θαυμασμό μας. Έτερες ερμηνείες απλά δυσχεραίνουν τον
διάλογο είτε διακόπτουν τον δίαυλο επαφής με την επιστημονική κοινότητα και με
την αυτονόητη πραγματικότητα, στερώντας και από τους όντως άθεους επιστήμονες
την ελάχιστη υποφώσκουσα ελπίδα να διακριβώσουν την αρχιτεκτονική ‘λογική και ερμηνευτική’
του Θεού και να υποπτευθούν την πανταχού παρουσία του, αιτήματα που κατ’ ουσίαν
εκπέμπουν με υπερένταση μέσα από τους ασύνειδα υποβόσκοντες καημούς και τις
αντίθε(τ)ες κραυγές τους.
Κλείνοντας,
απορώ με την εναγώνια προσπάθεια να αφορίσουμε καταστάσεις και ανθρώπους με
τόση περιπαθή επιτηδειότητα, την ίδια ώρα που δεν τέθηκαν (απαντήθηκαν) στοιχειώδη
ερωτήματα του τύπου: ακόμα και αν εντοπίσαμε το μποζόνιο αυτό, μήπως διαπιστώθηκε
ότι είναι αυτοδημιούργητο ή άναρχο; Ότι είναι αιώνιο; Δεν είναι άραγε λίγο
αντιφατικά όλα τούτα αναφορικά με την αδυναμία του να σταθεί στην ύπαρξη παρά για απειροελάχιστο χρόνο; Μήπως δεν παραμένει
ανοιχτό το ερώτημα της αρχής της δημιουργίας και των προ αυτής; Σάμπως και η μένουσα
απορία αν και το μποζόνιο του Χιγκς είναι κατασκεύασμα του Θεού απαντήθηκε
αρνητικά; Είναι, σε τελική ανάλυση, εύλογο ένας φύσει φθαρτός κόσμος να έχει
την πηγή του είναι του έμφυτη και
ενύπαρκτη σε αυτόν και όχι σε κάτι υπέρτερο φθοράς έξω από αυτόν; Για ποιον
λόγο, επομένως, να μη θέτουμε πρώτα αυτά τα απλά ερωτήματα (εν ημίν και) στους πειραματιζόμενους
στο Cern
και να αφήνουμε υπόνοιες σκοταδισμού, ενώ πόρρω απέχουμε από αυτόν; Ας
σημειωθεί, εν κατακλείδι, πως για την ορθόδοξη θεολογική παράδοση το μεγάλο
μυστήριο παραμένει η μετάβαση από το μηδέν
στο είναι, από τη μοναδική άκτιστη
πραγματικότητα του Θεού στην κτιστή αντίστοιχη υπ’ Αυτού προερχομένη χωρίς να υπάρχει
ουδεμία σύγχυση μεταξύ του ακτίστου όντος και των λοιπών δημιουργημάτων. Αυτό
το μυστηριακό σημείο της αεί προόδου από το μη
ον στο είναι των όντων δια των
ακτίστων θείων ενεργειών (θα) αποτελεί εσαεί το απροσπέλαστο μυστικό του
Δημιουργού, ασυγκρίτως υπέρτερο του περιβάλλοντος μυστηρίου το ‘επάρατο’ αλλά
εν ταυτώ αθωότατο σωματίδιο του Χιγκς, για το οποίο μιλάμε αυτές τις μέρες με
τόσο πάθος όλοι μας, κάτι που το ίδιο κατά την εύστοχη παρατήρηση του Πειραιώς
το αγνοεί, όπως προφανώς και την ίδια του την ύπαρξη.
Κ.Ν.
Λάρισα, 11/7/2012
Παραμονή
της κοίμησης του γέροντα Παϊσίου του Αγιορείτου
[1] http://www.gazzetta.gr/diethni/article/306075-somatidio-toy-theoy.
Ιδιαιτέρως ευχάριστη έκπληξη το σημερινό άρθρο του κ.Νούση,τον οποίο έχω αρκετές φορές επικρίνει από αυτόν εδώ τον φιλόξενο ιστότοπο για τις τοποθετήσεις του.Είθε η ψυχραιμία,η σύνεση και η αποκόλληση από ιδεοληψίες να κάνουν την εμφάνιση τους συχνότερα στα γραπτά του..
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο γράψαμε και επανερχόμεθα! Άπαντες να μελετήσουν το δοκίμιο του αειμνήστου Μεγάλου Καθηγητού της Ορθοδόξου Απολογητικής Κ.Ε.Παπαπέτρου "Είναι η θεολογία επιστήμη;". Εκεί θα εύρουν τις προσήκουσες και θεολογικώς τεκμηριωμένες απαντήσεις!
ΑπάντησηΔιαγραφήεπανηλθε ο Πειραιως με νεα εγκυκλιο για το σωματιδιο, αναφερομενος απαντητικα κατα παντων των επικριτων του. γιατι δε μας λεει ποιους ακριβως εννοει; ειδικα οταν αναφερεται σε εκκλησιαστικα προσωπα;
ΑπάντησηΔιαγραφήεπανήλθε ο Πειραιώς κάνοντας "απολογητική" του "θεϊσμού" με όρους "δογματιστικής μεταφυσικής.."!
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιατί ρωτάς τον Πειραιώς ποια εκκλησιαστικά πρόσωπα εννοεί 6.09;
ΑπάντησηΔιαγραφήΜήπως ο κ. Νούσης παραθέτει ονόματα;
αυτο που πολλοι δεν προσεξαν ειναι οτι ο πειραιως δεν ασκει απλως παρατηρηση στους επιστημονες του πειραματος επειδη οι περισοτεροι εξ αυτων ειναι αλλοδοξοι αλλοθρησκοι η και αθεοι . ειναι οτι αμφισβητει εκ των προτερων το αποτελεσμα του ιδιου του πειραματος ειτε ειναι σωστο ειτε εσφαλμενο . δηλαδη βαζει λιγο χερι στον Θεο για την μεθοδο που ακολουθησε στην δημιουργια του συμπαντος . οπως και οι παλαιοημερολογιτες που κανουν παρατηρηση στον Θεο για την κινηση της γης γυρω απο τον ηλιο και της σεληνης γυρω απο την γη και δεν τους ακουσε για τις περιφημες 13 ημερες . ολα αυτα τα διακηρυσουν καποιοι με πολλη ευσεβεια
ΑπάντησηΔιαγραφήευστοχοτατος ο 2:46
ΑπάντησηΔιαγραφή13 Ιουλίου 2012 2:46 μ.μ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠΟΛΥ ΣΩΣΤΑ, ΜΠΡΑΒΟ.
Ατυχέστατες πολλές θέσεις που εκφράζει ο κ. Νούσης στο παρόν άρθρο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΦυσικό άλλωστε αφού συγχέει τη Γιανναρολογία με τη θεολογία.
Πέταξε στον κάλαθο με τα θεολογικά σκουπίδια τον Γιανναρά, κ. Νούση μου, για να δεις την υγειά σου.
Αν βρω τον καιρό θα απαντήσω τις αθεολόγητες θέσεις του κ. Νούση που αφορούν την κριτική του για τις δικές μου θέσεις για το πείραμα Cern και την πλανεμένη αντίληψη που έχει για την απολογητικη από ορθοδόξου σκοπιάς.
Σε κάθε περίπτωση πρότεινα την θεωτική εμπειρία των Αγίων και ΟΧΙ την προσωπική μου εμπειρία ως απάντηση στις προκλήσεις της αθείας.