Τρίτη 6 Μαρτίου 2012

O Ελύτης ατενίζει την Κυριακή της Ορθοδοξίας


ΤΟ ΕΙΚΟΝΙΣΜΑ
(Από τα ελεγεία της Οξώπετρας)
Το ποίημα αυτοβιογραφικό αποτύπωμα του Ελύτη. Ο τίτλος του προσωπογραφία. Παντού οι λέξεις ανασαίνουν. Οι ήχοι αγκαλιάζουν. Οι εικόνες κοινωνούν. Δε μεταφέρουν ιδέες. Μόνο μετοχή. Όπως και το εικόνισμα. Η λέξη ταυτίζεται με την Ορθόδοξη αγιογραφία. Και εδώ τα χρώματα ανασαίνουν. Τα σχήματα αγκαλιάζουν. Τα βλέμματα κοινωνούν. Δε μεταφέρουν ιδέες. Μόνο μετοχή.
Επιχειρώντας αναδρομή στην ευρωπαϊκή ζωγραφική οδηγός ο χρωστήρας αβανγκάρντ δημιουργίας. Giotto, Michelangelo, El Greco, Caravaggio, Manet, Cezanne, Matisse, Picasso, Kandinsky, Dali: αναπαραστατική προοπτική, ψυχολογική φωτοσκίαση, χρωματική έκφραση, ανίδωτη γεωμετρικότητα, σιβυλλική φωτεινότητα, λειτουργιστική κατασκευή.
Από την άλλη η εκκλησιαστική Εικόνα - όχι η θρησκευτική ζωγραφιά - σταθερά επίκαιρη. Δίχως προοπτική συντρίβει τη θνητότητα. Αυτοφυές φως των σωμάτων, αποθέωση υλικότητας, αΐδια έλευση. Εσχατολογικής πραγμάτωσης απαύγασμα.
«Μισοσβησμένος φτάνω από της πολιτείας τα μέρη
Όπως από της εκκλησιάς την πυρκαγιά το εικόνισμα»
Η πολιτεία πηγή οδυνηρού αποπροσανατολισμού. Όπως η πυρκαγιά εκκλησιάς. Ανέγγιχτος ο πυρήνας επαναπροσδιορισμού. Σαν καμένο εικόνισμα που φωτίζει τα Ερχόμενα, «ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν» ( Εβρ. 13,14 ).
«Ίσως κάτι που μου ανήκει ανέκαθεν να διεκδικώ
Μπορεί και απλώς μια θέση στα Ερχόμενα
Που είναι το ίδιο. ένδυμα καμωμένο από φωτιά ψυχρή
Πράσινα του χαλκού και βυσσινιά βαθιά της Παναγίας»
Ταυτίζεται η διεκδίκηση με τα Ερχόμενα. Δεν απαιτεί πλέον. Δεν εκβιάζει. Σχετικότητα χωροχρόνου. Αναμένει με βεβαιότητα αυτό που την Κυριακή της Ορθοδοξίας γίνεται αφορμή γιορτής.
Ενδυματολογικά ενσταλαγμένο το πάθος της Παναγίας. Σύγκορμο δόσιμο στο Θεό. Γενόμενη Θεοτόκος. Δοξασμός ελεύθερος προς την Ποιητική πραγματικότητα. Πρόδηλα ζωτικός, σωματοψυχικής αφθαρσίας. Σημάδι η φυσική αλλαγή χρώματος στο χαλκό.
«Στέκω με το δεξί μου χέρι στην καρδιά
Πίσω μου δύο ή τρία κηροπήγια
Το μικρό τετράγωνο παράθυρο πάνω στην καταιγίδα
Τα Πέραν και τα Μέλλοντα»
Υποψιασμένος ο Ελύτης στέκει όρθιος. Θωρεί υπαρξιακά την αντίπερα όχθη. Από της πίστης το παράθυρο. Όχι πίστη τυφλής αποδοχής απαρέγκλιτων όρων. Ούτε προσμονή ατομικής ή παραταξιακής δικαίωσης. Δεν αρκούν πινελιές πίστης. Μα σταυρική περιχώρηση όλων εντός μου. Εμπιστοσύνη αυτοπαράδοσης: «Έστι δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων»( Εβρ. 11,1 ).
Τρυφερή πρόκληση πίστης το εικόνισμα: τα βιωμένα εδώ μπορούν να αναχθούν στα Πέραν και στα Μέλλοντα ως «διʼ εσόπτρου εν αινίγματι»( Α΄ Κορ. 13,12 ). Κάθε εκκλησιαστική Εικόνα ένα ταξίδι απεραντοσύνης. Στο συμπαντικό καμβά τού υπέροχου Ζωγράφου, που μας αγαπά πριν ακόμα υπάρξουμε και θέλει να φτιάξει τη ζωή μας. Να τη χρωματίσει ανεξίτηλα.

Βάσσος Ελευθέριος
Θεολόγος - Φιλόλογος


ΤΟ ΕΙΚΟΝΙΣΜΑ
Ίδιος ο βράχος κι όλο ευσέβεια
Περιπατούν τα κύματα στα σκοτεινά. Οι ασφόδελοι
Και οι νάρκισσοι κι εκείνοι αποκυήματα
Της φαντασίας των νεκρών παν κατά νέφη και ύπνους

Προχωρώ από ένστικτο μην ξέροντας ποια μέρα

Μυρίζει ευγένεια ξύλου παλαιού
Ή ζώου ταπεινωμένου. Και βέβαια
Κάπου εδώ πρέπει να υπήρξα· τόσο γρήγορα
Που ξημερώνει και σας ξαναβρίσκω

Βάσανα μου ιερά χορταριασμένα σπίτια κεραμιδιά μέσα στα
λεμονόδεντρα

Τόξα, καμάρες οπού εστάθηκα κι ανοιχτές βρύσες
Πού ν’ άγγιξε άγγελος; Τί να ‘μεινε; Ποιος τώρα;

Μισοσβησμένος φτάνω από της πολιτείας τα μέρη
Όπως από της εκκλησιάς την πυρκαγιά το εικόνισμα
Κόκκινα της φωτιάς και μαύρα του δαιμόνου
Πού μες στη δρόσο του πρωιού
σιγά σιγά διαλύονται

Ξέφτιος κι όλο χαρακιές, με τη λέξη ακόμη σ’ αγαπώ ευδιάκριτη
επάνω του
Ο τοίχος! Και της κλίμακας η κουπαστή κι εκείνη
Άβαφη κι από τις πολλές απαλές πού πέρασαν παλάμες λεία!
Φορτωμένος γηρατειά και νεότητες πάλι ανεβαίνω
Ξέροντας πού το παλιό σανίδωμα θα τρίξει, πότε
Θα με κοιτάξει από το κάδρο της ή θεία Μελισσινή
Και αν αύριο θα βρέξει

Ίσως κάτι που μου ανήκει ανέκαθεν να διεκδικώ
Μπορεί και απλώς μια θέση μες στα Ερχόμενα
Που είναι το ίδιο· ένδυμα καμωμένο από φωτιά ψυχρή
Πράσινα του χαλκού και βυσσινιά βαθιά της Παναγίας

Στέκω με το δεξί μου χέρι στην καρδιά
Πίσω μου δύο ή τρία κηροπήγια
Το μικρό τετράγωνο παράθυρο πάνω στην καταιγίδα
Τα Πέραν και τα Μέλλοντα.

Από Τα ελεγεία της Οξώπετρας (1991)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου