Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011

ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ


Του Κώστα Λογαρά

Τα σημάδια αποσύνθεσης της Δημοτικής αρχής και η φθίνουσα πορεία της Πόλης είναι θέματα που αφορούν τα θεσμικά όργανα του Δήμου. Ο απλός πολίτης δεν μπορεί παρά να παρακολουθεί με αγωνία και να εκφράζει, γραπτώς ει δυνατόν, την ανησυχία του για τα τεκταινόμενα. Αν μάλιστα ο λόγος-του δίνει λαβή για διάλογο σοβαρό και επί της ουσίας, τόσο το καλύτερο.
Τι σχέση έχει όμως η Δημοτική εξουσία με την «αισθητική»; Έχει, και πολύ μάλιστα: Η έκπτωση του πολιτικού και κοινωνικού βίου είναι απολύτως συναφής με την υποβάθμιση του πολιτιστικού επιπέδου. Και το σημερινό άρθρο, στοχεύει να θίξει ένα φαινόμενο που παρατηρείται στο χώρο του Πολιτισμού.
Έχει αρχίσει να εδραιώνεται ένα ύφος μεγαλομανούς αυταρέσκειας, ένα σύνδρομο προπετούς υπεροψίας που δεν έχει σχέση ούτε με τον Πολιτισμό ούτε με την έως τώρα πολιτιστική διαδρομή της πόλης. Αντιθέτως, φοβάμαι ότι το κατακτημένο ίσαμε τώρα, με κόπο και πολλή δουλειά, πολιτιστικό επίπεδο της Πάτρας υποβιβάζεται σε επίπεδο επαρχίας. Η πορεία της Αχαϊκής πρωτεύουσας στον πολιτιστικό τομέα υπήρξε, τις τελευταίες δεκαετίες, ιδιαίτερα ικανοποιητική. Άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο πετυχημένη – πάντως ανελικτική.
Σε κάθε περίπτωση όμως, και προπάντων στο χώρο της πολιτικής, έχει σημασία όχι μόνο το «τι» λέγεται, αλλά κυρίως το «πώς». Ο τρόπος συνιστά το ύφος και δηλοί την πολιτική ποιότητα των προσώπων. Τα τεκμήρια που επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές είναι κάμποσα.
Το πρόσφατο κρούσμα, μέσα σε ένα σχετικά μικρό διάστημα, αφορά την καταγγελία περί Δημοτικής Βιβλιοθήκης. Ανεξαρτήτως αν, και κατά πόσον, οι αιτιάσεις ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και αν κάποιοι ευθύνονται για τη θλιβερή εικόνα -- που οπωσδήποτε ευθύνονται --, ωστόσο η πομπώδης αποκάλυψη του περιστατικού αποδεικνύεται περισσότερο βλαπτική για την Πόλη, παρά το πρόβλημα καθεαυτό.
Η πανηγυρική εμφάνιση των ιθυνόντων του Πολιτισμού στα τοπικά κανάλια με μεγαλόστομους χαρακτηρισμούς όπως «Πνευματικό Κωσταλέξι», «Υγειονομική βόμβα» κλπ , εξέθεσε όχι μόνο τους αρμόδιους αλλά την πόλη ολόκληρη. Η οποία διασύρθηκε πανελληνίως. Η διόγκωση του ελάχιστου, κατάφερε να διαστρεβλώσει το όλον. Αδίκως. Τόσο ώστε να προκαλεί εύλογες υποψίες ότι στόχος τελικά ήταν η προβολή του Οργανισμού κι όχι τα περιστέρια και οι κουτσουλιές τους.
Ένα ακόμα δείγμα γλωσσικής αμετροέπειας αφορά τον προ διμήνου απολογισμό του Οργανισμού για το Φεστιβάλ 2011, που δημοσιεύτηκε στα Μέσα (28/9).
Ο πανηγυρισμός των ιθυνόντων, τότε, η έκφραση αυτοθαυμασμού και τα θριαμβικά συγχαρητήρια προς εαυτούς είναι μνημεία επαρχιακής μεγαλαυχίας και ταιριάζουν μάλλον σε γλώσσα αθλητικής εφημερίδας. Φράσεις όπως ‘πραγματικός άθλος’, ‘εντυπωσιακή επιτυχία’, 'μεταδώσαμε το φως του πολιτισμού παντού’, σού προκαλούν θλίψη. Η λέξη ‘μοναδικός’ μαζί με το ‘ιδανικός’ υπάρχουν 5 φορές μέσα σε 16 αράδες κειμένου. Κι ακόμα, βρίθει ο λόγος από πομπώδεις χαρακτηρισμούς, ‘ανεκτίμητος’ , ‘σπουδαίος’ , ‘συναρπαστικός’, ‘γεγονότα ιδιαίτερου κύρους και υψηλής ποιότητας’. ‘Τα οποία ‘στέφθηκαν με απόλυτη επιτυχία’ (δις). (Έτσι αποτιμά ο Οργανισμός το συμπίλημα των Φεστιβαλικών εκδηλώσεων --των ατάκτως ερριμμένων δίχως άξονα και συνοχή. Που διατυμπανίστηκαν ως μεγαλειώδεις λες και επρόκειτο για το Φεστιβάλ του Εδιμβούργου).
Βέβαια είναι γνωστό ότι ο χώρος της Πολιτιστικής Πολιτικής εκτρέφει την ωραιοπάθεια και τον ναρκισσισμό, τον οποίον και αναδεικνύει εις το έπακρο• όμως ποτέ στο παρελθόν δεν εκδηλώθηκε τέτοιος κομπασμός άνευ έργου και αιτίας. Δεν είναι παράδοξο, λοιπόν, που μια γλώσσα λιπαρότατη αναπληρώνει έργο λιποβαρές.
Πάντως, το χαρακτηριστικό του πεφυσιωμένου λόγου – μέχρις αστειότητας—προκαλεί αισθήματα αποστροφής και εκθέτει τους ανθρώπους του Πολιτισμού. Κι αν βγαίνει παραπέρα, τότε ολόκληρη την πόλη, καληώρα. Αφήνω δε, που μπορεί να εκτραπεί και σε πολύ επικίνδυνες ατραπούς. (Όλοι είχαμε διαβάσει την οργίλη – για να μην πω υβριστική- απάντηση του Οργανισμού προς έγκριτο δημοσιογράφο, γιατί τόλμησε να κάνει κριτική).
Και βέβαια, το θέμα δεν είναι προσωπικό. Ποσώς ενδιαφέρει ο χαρακτήρας και η συμπεριφορά τού οποιουδήποτε ανθρώπου. Όταν όμως τού έχει δοθεί ένα πολιτικό αξίωμα και εκπροσωπεί μια πόλη ολόκληρη, τότε μας αφορά απολύτως ο τρόπος άσκησης της εξουσίας του. Κι όχι μονάχα ο τρόπος άσκησης αλλά κι ο τρόπος απόκτησης της εξουσίας. Και δη, της Πολιτιστικής. Ο αθέμιτος τρόπος ανάληψης τού οποιουδήποτε αξιώματος προοιωνίζεται περαιτέρω αθέμιτες τακτικές. Όταν αναρριχάται κανείς σε θώκους, με δοσοληψίες και ανταλλάγματα– όπως καταγγέλλεται δημοσίως από στέλεχος εκλεγμένο με τη μείζονα δημοτική παράταξη και τίποτα ίσαμε τώρα δεν έχει διαψευσθεί επισήμως και αρμοδίως - απαιτείται η καταγραφή, τουλάχιστον, ενός προβληματισμού.
Γιατί, αν είναι αλήθεια τα περί συνομολογήσεων και προεκλογικών δεσμεύσεων- αν, λέω, είναι αλήθεια όλα αυτά --ε, τότε εγείρεται γενικότερο ζήτημα που πάει πολύ πιο πέρα απ’ την «αισθητική». Ακουμπάει και άλλους υψηλά ιστάμενους. Κι ο λόγος είναι προφανής αφού η ψήφος των πολιτών ζητήθηκε προεκλογικά βάσει προγράμματος και συγκεκριμένων υποψηφιοτήτων. Δεν γνώριζαν οι ψηφοφόροι για δεσμεύσεις και ‘εξαγορά θέσεων με μορφή χρηματοδότησης’. Που αν το ήξεραν, επ’ ουδενί θα έδιναν την ψήφο τους. (Και δεν είναι επιχείρημα ότι έτσι γινόταν πάντα• γιατί όσους ψηφίζει ο πολίτης, έστω και τη δεύτερη Κυριακή, το κάνει αφού οι συγκεκριμένοι τον πείθουν ότι είναι εντιμότεροι από τους άλλους). Όμως περί όλων αυτών θα περίμενε κανείς υπεύθυνη απάντηση κι όχι πολιτικές περιστροφές που επιτείνουν την ασάφεια.
Πάντως, την απόφαση – είτε για τη συνέχιση του προβλήματος είτε για την διευθέτησή του-την έχει αποκλειστικά ο πρώτος πολίτης της Πόλης. Δικές του είναι οι επιλογές, δική του και η ευθύνη. 
Το άρθρο του Κώστα Λογαρά δημοσιεύθηκε σήμερα στην εφημερίδα Πελοπόννησος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου