Τετάρτη 3 Αυγούστου 2011

Η ΖΩΓΡΑΦΟΣ ΜΑΡΘΑ ΦΥΡΙΓΟΥ: ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΣΤΗΝ ΟΛΛΑΝΔΙΑ


ὑπὸ Γέροντος Χαλκηδόνος Ἀθανασίου

Ἡ Μ. Φυρίγου γεννήθηκε στὴν Πόλη τὸ 1964. Ὁ πατέρας της καταγόταν ἀπὸ τὴν Τῆνο, ἕνα νησὶ μὲ πλούσια καλλιτεχνικὴ παράδοση. Τὸ 1964 μὲ τὶς ἀπελάσεις ἡ οἰκογένειά της ἀναγκάσθηκε νὰ φύγει γιὰ τὴν Ἀθήνα.
Ἀπεφοίτησε ἀπὸ τὸ 5ο Λύκειο Ἀθηνῶν τὸ 1982. Ἀπὸ τὸ 1983 ἕως τὸ 1986 σπούδασε στὴ Σχολὴ Γραφικῶν Σπουδῶν τῆς Ἑλένης Βακαλό. Τὸ 1986 ἐπισκέφθηκε τὸ Ἄμστερνταμ τῆς Ὁλλανδίας, ὅπου ἦλθε σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν Ἀκαδημία Καλῶν Τεχνῶν Rietveld Academie. Ἐκεῖ τὴν ἐντυπωσίασε ἡ ἐλευθερία τῆς καλλιτεχνικῆς ἔκφρασης καὶ οἱ ἀντιθέσεις μὲ τὴν καθαρὰ αὐστηρὴ ἀκαδημαϊκὴ μάθηση.
Παρακολούθησε ἕνα τμῆμα προετοιμασίας εἰσαγωγῆς στὴν Ἀκαδημία (1987-1988). Ξεκίνησε τὶς σπουδές της τὸ 1989 στὴν Rietveld καὶ τὸ 1994 ἀπεφοίτησε μὲ εἰδίκευση στὴ ζωγραφικὴ καὶ τὸ σχέδιο. Τὸ 1996 ἔλαβε ὑποτροφία ἀπὸ τὸ καλλιτεχνικὸ Ἵδρυμα Fonds voor Beeldende Kunsten Vormgeving en Bouwkunst (Fonds BKVB), ἡ ὁποία ὁλοκληρώθηκε μὲ τὴν ἔκθεση Vitgelicht στὸ Ἄμστερνταμ (1997). Τὸ 1996 ἐπέστρεψε στὴν Ἀθήνα, ὅπου καὶ ἔμεινε 4 χρόνια ἐργαζόμενη.
Ἀπὸ τὸ 2000 μέχρι σήμερα ζεῖ στὸ Ἄμστερνταμ, λαμβάνοντας μέρος σὲ ἐκθέσεις στὴν Ὁλλανδία καὶ στὴν Ἀθήνα, διδάσκοντας σχέδιο καὶ ζωγραφικὴ σὲ ἐνήλικες καὶ παιδιὰ καὶ ὀργανώνοντας διάφορα ἐκπαιδευτικὰ καὶ καλλιτεχνικὰ προγράμματα (Project) σὲ δημοτικὰ σχολεῖα, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ὀφείλεται καὶ στὴν ἐξασφάλιση οἰκονομικῶν πόρων, λόγῳ τῆς ὑφιστάμενης καὶ στὴν τέχνη κρίσης. Τὸ 2010 ἵδρυσε ἕνα Καλλιτεχνικὸ Ἵδρυμα "Τέχνη γιὰ ὅλους" (Art 4 elkaar) μὲ μερικοὺς συνεργάτες καλλιτέχνες καὶ μή.


Ἐξετέλεσε μὲ λάδι πάνω σὲ καμβᾶ καὶ μουσαμᾶ, τοπία (Ἀθήνα, Ἰταλία) μὲ βουνά, θάλασσα, δέντρα, ἐνίοτε ἀκρωτηριασμένα ὅπως κορμούς, βράχους, πέτρες καὶ ὀργανικὲς φόρμες (κυρίως τὸ γυναικεῖο σῶμα) γυμνὸ ἢ ντυμένο, ἀτημέλητο ἢ ἀκρωτηριασμένο σὲ μέλη του, ὅπως π.χ. γόνατα, γλουτοὺς –σὰν κάπως τοῦ Κ. Λαχᾶ– σὲ ποικῖλες στάσεις, καρδιές, ἀλλὰ καὶ ἐπώνυμες ἢ ἀνώνυμες φιγοῦρες μεταξὺ ἄλλων συγγενικῶν προσώπων (Μαρία, Ἴρμα). Τέλος συνθέσεις ἀφηρημένες μὲ φυτικὸ ἢ γεωμετρικὸ διάκοσμο ἀπότοκες συγκεκριμένων μοτίβων, καὶ μὲ χαρακτηριστικοὺς τίτλους, ὅπως μνῆμες, δροσιά, στὸν ἴδιο χῶρο, φόρμα, κόψιμο, ἔλλειψη κλπ.


Ἐξέθεσε ἀτομικὰ στὸ Amersfoort (2000), στὴν Ἀθήνα (1998), τὸ Ἄμστερνταμ (1995, 1997, 1998, 1998, 1999, 2000, 2001, 2001, 2006, 2007), τὸ Helmond (2001), τὸ Hoorn (2000, 2007, 2008) καὶ τὸ Leeuwarden (2006).
Ὁμαδικὰ δὲ στὴν Ἀθήνα (1997, 1997, 1997, 2010), τὸ Ἄμστερνταμ (1997, 1998, 1999, 2003, 2004, 2005, 2006, 2008, 2009), τὸ Hoorn (2003), τὸ Leeuwarden (2003, 2008) καὶ τὸ Ρόττερνταμ (2007).
Ἔργα της βρίσκονται σὲ ἰδιωτικὲς συλλογὲς τῆς Γαλλίας, Ἑλβετίας, Ἑλλάδος, Ὁλλανδίας, Τσεχίας, στὸ CBK (Κέντρο Εἰκαστικῶν Τεχνῶν) τοῦ Ἄμστερνταμ, καὶ στὴ Γκαλερὶ ID τοῦ Helmond.
Ἡ Μάρθα εἶναι μία Ἑλληνίδα καλλιτέχνης ποὺ ζεῖ καὶ ἐργάζεται ἀπὸ ἐτῶν στὴν Ὁλλανδία. Τοῦτο δέον νὰ ληφθεῖ σοβαρὰ ὑπ’ ὄψιν. Διότι στοὺς καλλιτέχνες οἱ ὁποῖοι ζοῦν σήμερα μέσα στὴ χώρα αὐτή, ἐμφανίστηκαν καὶ δυὸ ὁμάδες ἐκ διαμέτρου ἀντίθετες: "Σημεῖο ἐκκίνησης γιὰ τὴν πρώτη, ἀποτέλεσε ὁ συνδυασμὸς τῆς ἑλληνικῆς καταγωγῆς, μὲ τὴν Ὁλλανδία ὡς τόπο μόνιμης διαμονῆς. Ἐνῶ στὴ δεύτερη, καταργοῦνταν a priori ἡ προτεραιότητα τοῦ παράγοντα τῆς ἐθνικῆς καταγωγῆς, στὴ διαμόρφωση τοῦ σύγχρονου πολιτιστικοῦ χαρακτήρα τοῦ Ἄμστερνταμ. Ἀντίστοιχα προωθεῖτο ἕνα μοντέλο πολυεστιακῆς σχεδὸν νομαδικῆς ζωῆς" (Ε. Φωτιάδη).

Ἐξ ἄλλου εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικό, τὸ ὅτι οἱ Ἕλληνες ποὺ προέρχονται ἀπὸ μιὰ μεσογειακὴ χώρα μὲ ἐξαίρετη καλλιτεχνικὴ καὶ πολιτιστικὴ κληρονομιά, δροῦν σὲ μιὰ ἰδιόμορφη χώρα τοῦ Βορρᾶ μὲ σπουδαία ζωγραφικὴ παράδοση (Rembrandt, Van Gogh, Vermeer, Mondrian κ.ἄ.), μέσα σ’ ἕνα τελείως διαφορετικὸ περιβαλλοντικὸ χῶρο καὶ κλίμα.
Ἔτσι ἔχουμε ἐδῶ, ἴσως κατὰ τὸ ἀξίωμα θέσις-ἀντίθεσις-σύνθεσις, ἕνα πολιτιστικὸ καὶ καλλιτεχνικὸ συγκερασμὸ ξεχωριστῆς βαρύτητας, τόσο γιὰ τὴν Ὁλλανδία, ὅσο καὶ εὐρύτερα γιὰ τὴν Εὐρώπη.
Στὴ δεύτερη λοιπὸν ὁμάδα τῶν αὐτονόμων, ἀνήκει καὶ ἡ Μ. Φυρίγου, χωρὶς ὅμως νὰ ἀρνεῖται τὴν ἑλληνική της ταυτότητα. Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο, ἡ ἰδιαίτερη θέση τὴν ὁποία κατέχει τὸ σῶμα μέσα στὴ δουλειά της, πιστοποιεῖ τοῦτο. Ἕνα δεύτερο σημεῖο τῆς "ἑλληνικότητάς" εἶναι ἡ μορφολογία της, ἡ ὁποία ἀνακαλεῖ κάπως τὸ "edle Einfalt stille Grösse" τοῦ J. Winckelmann. Καὶ τὸ τρίτο, τὸ ἄπλετο φῶς τῶν συνθέσεών της. Τὸ φῶς τῆς Ἑλλάδας καὶ τῆς Μεσογείου.
Ὅσον ἀφορᾶ τὴν "ὁλλανδικότητά" της καὶ γενικῶς τὴν "εὐρωπαϊκότητα", αὐτὴ τεκμηριώνεται ἀπὸ τὴν χρωματολογία της. Ἔχει χρώματα πλούσια θερμὰ –μέσα στὸ κρύο τοῦ Βορρᾶ– χαρούμενα, ἀντιθετικὰ ποὺ θυμίζουν τὴν ὁλλανδικὴ χλωρίδα καὶ τοὺ νεότερους Ὁλλανδοὺς ζωγράφους. Ἡ "δυσδιάστατη" σχεδὸν καὶ ἀφαιρετικὴ ζωγραφική της μὲ τὸν ἤρεμο καὶ ἀσκητικὸ χαρακτῆρα της, παραπέμπει κάπως στὸν Y. Tangui. Γι’ αὐτὸ καὶ ἑλκύει τὸ μάτι τοῦ θεατῆ καὶ τὸν ξεκουράζει, ὁδηγώντας τον στὸ ὑπερπέραν. Ἡ "ἀποσπασματικότητα" καὶ ὁ μορφολογικὸς τεμαχισμὸς μέσα στοὺς πίνακές της ἐμφανίζεται τόσο στὰ γοητευτικὰ γυναικεῖα σώματα μὲ τὸ σφριγηλὸ ἐρωτισμό τους, ὅσο καὶ στὰ ζῶα (τὸ μάτι τοῦ βατράχου) καὶ τὰ δέντρα. Κάτι ποὺ ἔχει τὶς ρίζες του ὄχι μόνο στὴν ψυχολογία τῆς καλλιτέχνιδας, ἀλλὰ καὶ στὸ ὅτι βοηθᾶ τὸν θεατὴ στὴ διευρυντική του φαντασία (Μ. Φυρίγου), ὑπενθυμίζοντας καὶ τὰ objets trouvés τοῦ σουρρεαλισμοῦ, μέσα σὲ μιὰ ἐκτέλεση ποιητική, ποὺ θὰ μποροῦσε ἐνίοτε νὰ ἀποκληθεῖ "ζωγραφοπλαστική".


Ἡ Μάρθα μὲ τὶς τρεῖς ζωγραφικὲς περιόδους του τοπίου, τῶν ὀργανικῶν μορφῶν καὶ τῶν ἐξελικτικῶν τοιούτων, ἀπέδειξε τὸν σεβασμό της πρὸς τὴ φύση, τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν Δημιουργό, σὰν νὰ ἐπικυρώνει, τουλάχιστον στὴ δεύτερη, τὴ ρῆσι τοῦ Goethe, ὅτι τὸ ἀνθρώπινο σῶμα εἶναι τὸ κατ’ ἐξοχὴν ἀντικείμενο τῶν Καλῶν Τεχνῶν, μακρὰν ἀπὸ φαρισαϊσμούς, καὶ ἀσφυκτικὲς καὶ ἀρρωστημένες δῆθεν θρησκευτικὲς ἰδεολογίες, μακρὰν ἀπὸ τὴ σεμνοτυφία καὶ τὴν ἐμπορικὴ ἐκμετάλλευση τῆς παγκοσμιοποίησης.
Μὲ τὸ ἔργο της ἀσχολήθηκαν οἱ Ε. Σαββανῆ, Ε. Φωτιάδη καὶ ἄλλοι πολλοὶ Ὁλλανδοὶ τεχνοκριτικοί.
Ὁ γράφων εὐχαριστεῖ τὴν καλλιτέχνιδα καὶ ἀπὸ τὴ θέση αὐτή, γιὰ τὰ στοιχεῖα ποὺ τοῦ ἔδωσε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου