Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011

ΠΟΛΙΤΕΣ ΖΩΓΡΑΦΟΙ - ΓΕΥΣΩ ΠΑΠΑΔΑΚΗ








ὑπὸ Γέροντος Χαλκηδόνος Ἀθανασίου


"Die verfallenen Altäre sind von Dämonen bewohnt"
(E. Jünger)

Ἡ Γ. Παπαδάκη εἶναι μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ σημαντικὲς Πολίτισσες ζωγράφους ποὺ ζεῖ στὴν Ἀθήνα. Γεννήθηκε στὴν Πόλη τὸ 1956. Φοίτησε στὸ Δημοτικὸ τοῦ Aynalıçeşme, τοῦ Φερίκιοϊ, τὸ Ζάππειο καὶ μετὰ τὸ 1971 ὅτε πῆγε στὴν Ἀθήνα, ἀπεφοίτησε ἀπὸ τὸ Ἀρσάκειο. Ἐκεῖ συνέχισε στὸ Τμῆμα Πολιτικῶν Ἐπιστημῶν τῆς Νομικῆς Σχολῆς καὶ στὴ Σχολὴ Διακοσμητικῶν καὶ Ἐφαρμοσμένων Τεχνῶν "Βακαλό". Εἶχε δασκάλους τοὺς Δημητρέα, Στεφόπουλο, Βαλαβανίδη, Πρέκα καὶ Τσιναρίδη. Συνέχισε τὶς σπουδές της παρακολουθώντας ἐλεύθερα μαθήματα σχεδίου, χρώματος, σύνθεσης, μὲ τὸν Β. Χάρο, καὶ βυζαντινῆς Ἁγιογραφίας, τεχνολογίας ὑλικῶν, ἱστορίας τῆς τέχνης, ἐκμαγείου γλυπτικῆς.
Ἐξετέλεσε μὲ λάδι, ἀκουαρέλλα, μικτὴ τεχνική, ἀκρυλικά, σινικὴ μελάνη πάνω σὲ ξύλο, καμβᾶ, ἀλουμίνιο καὶ χαρτί, μορφές, "φαντάσματα" σπίτια, δέντρα, ξύλα, πόρτες, παράθυρα, νεκρὲς φύσεις (λουλούδια, φροῦτα, λαχανικά, σκεύη κ.ἄ. ἀξεσουάρ), ἰδέες. Ἀσχολήθηκε καὶ μὲ τὴν τοιχογραφία καὶ τὶς ἐπιζωγραφίσεις σκηνικῶν στὸ θέατρο. Ἔδωσε καλλιτεχνικὰ μαθήματα στὴν Πρωτοβάθμια Ἐκπαίδευση καὶ καταπιάστηκε μὲ τὴν δημιουργικὴ ἐργασία ἀτόμων μὲ εἰδικὲς ἀνάγκες, στὸ χῶρο τῶν εἰκαστικῶν τεχνῶν.
Ἔργα της κοσμοῦν ἐξώφυλλα βιβλίων ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Σιδέρη, Τσουκάτου, Διάπλαση καὶ Γαβριηλίδη. Ἐξέδωσε βιβλίο μὲ σκέψεις καὶ 12 ζωγραφιές, ὑπὸ τὸν τίτλο "Τὸ σημειωματάριο" κι’ ἕνα βιβλίο γιὰ παιδιὰ προσχολικῆς ἡλικίας καὶ πρώτων τάξεων τοῦ Δημοτικοῦ μὲ τίτλο, "Ὁμαδικὰ παιχνίδια μὲ ἄξονα τὴ ζωγραφική". Ἀρθρογραφεῖ στὸ περιοδικὸ "Ἡ Κιστέρνα" καὶ εἶναι μέλος τοῦ ΕΕΤΕ.
Ἔργα της βρίσκονται στὴν Ἐθνικὴ Πινακοθήκη τοῦ Πεκίνου, στὴ συλλογὴ Olympic Fine Arts στὸ Πεκῖνο, στοὺς Δήμους Π. Φαλήρου, Ἑρμουπόλεως, Ρούβας Ἡρακλείου καὶ σὲ ἰδιωτικὲς συλλογὲς τῆς Αὐστρίας, Βελγίου, Γαλλίας, Λουξεμβούργου καὶ Τουρκίας.


Ἐξέθεσε ἀτομικὰ μεταξὺ τοῦ 1992-2007 στὴν Ἀθήνα, Μύκονο, Λουξεμβοῦργο, Χανιά, Θεσσαλονίκη καὶ Βρυξέλλες καὶ ὁμαδικὰ μεταξὺ τοῦ 1993-2009 στὴ Ρόδο, Ἀθήνα, Πάρο, Σλοβακία, Νορμανδία, Παρίσι, Χαλκιδική, Ἄγκυρα, Κλούζ, Ἀτάλλεια, Χανιά, Αἴγιο, Βίλνιους Λιθουανίας, Βρυξέλλες, Μύκονο, Ἅγ. Νικόλαο Κρήτης, Πεκῖνο, Ἀλεξάνδρεια Ἰταλίας καὶ Σύρο.
Μὲ τὸ ἔργο της ἀσχολήθηκαν οἱ A. Balta, S. Bautista, Κ. Γεωργιάδης, Γ. Ζουγανέλης, Γ. Κολοκοτρώνης, Γ. Μαρκαντωνάκης, Ε. Μέλη, Γ. Μπόλης, Ἐφημ. "Μυκονιάτης", Μ. Παπαδοπούλου, Α. Παπᾶς, M. Saris, Α. Σχινᾶ, Λ. Τσιτσάνη, Π. Τσουκάτου, Π. Χρήστου κ.ἄ.
Τὸ ἔργο τῆς Γεύσως εἶναι πλούσιο ἀριθμητικὰ καὶ ἰδιόρρυθμο. Ἀποτελεῖται ἀπὸ ποικῖλες ἑνότητες ποὺ διαφέρουν μεταξύ τους εἰκονογραφικά, συνθετικά, μορφολογικά, χρωματικὰ καὶ εἰκονολογικά. Προέρχονται ἀπὸ ποικίλους χρόνους καὶ ἔχουν ἀσφαλῶς ἕνα ἰδιαίτερο σκεπτικὸ καὶ φιλοσοφικὸ ὑπόβαθρο, καταγράφοντας τὰ ἐρεθίσματα καὶ τὶς ψυχικὲς δονήσεις τῆς καλλιτέχνιδος. Καὶ αὐτὲς τεκμαίρουν τὴν ἀνανεωσιμότητά της, πρᾶγμα λίαν σημαντικό. Ἰδοὺ μερικές: "Μεταμορφώσεις", "Μοναχικὰ δέντρα", "Ἐπὶ ξύλου", "Παρουσίες", "Passages", "Ὑπαινικτικὲς ζωγραφιές", "Οἰκολογικὰ" κ.ἄ.
Καὶ τὸ ὑπόβαθρο αὐτὸ καταφαίνεται ἀπὸ τοὺς ὑπότιτλους τῶν ἔργων, οἱ ὁποῖοι διακρίνονται ἀπὸ ἐκείνους ποὺ σηματοδοτοῦν τὰ εἰκονιζόμενα καὶ ἄλλους, τοὺς περισσότερους, ποὖναι συμβολικοὶ ἢ ἀλληγορικοί, τόσον στὰ παραστατικὰ ὅσον καὶ στὰ ἀφηρημένα.
Εἶναι ἕνα ἔργο σοβαρό, μὲ ἀξιώσεις, θἄλεγε κανεὶς ταραχῶδες, ἀνησυχητικό, νευρῶδες ἐν πολλοῖς, "σεισμογραφικό" καὶ φανταστικό. Ὡς ἐκ τούτου δέ, ἀποβαίνει "προκλητικὸ" καὶ προβληματίζει. Εἶναι "ἀφαιρετικὸ-παραστατικό", στὸ ὁποῖο τὰ παριστάμενα ἀγωνίζονται, ὥστε τὰ ρεαλιστικὰ στοιχεῖα νὰ ἐμπλέκονται κάπως μέσα στὴ δίνη τῆς ἀφαιρετικότητας ὑλομορφικά, σχεδιαστικὰ καὶ χρωματικὰ καὶ νὰ "μεταμορφώνονται ἱεροτύπως".
Εἶναι ἕνα ἔργο σκληρὸ - ὅπως καὶ ἡ μορφή της-, χθόνιο, μυστηριῶδες, "ἀποκαλυπτικό", καὶ ὄχι σπάνια αὐτὸ τοῦτο "δαιμονικὸ" καὶ ἐγκόσμια-ἀπόκοσμο, ὡς ἐκ τούτου δὲ ἑλκυστικὸ καὶ εἰκονογραφικὰ δυσερμήνευτο καὶ πολυανάγνωστο. Ἂς μὴ ξεχνᾶμε ὅτι "ὑπάρχουν τόσοι δρόμοι πρὸς τὸ ἔργο τῆς τέχνης, ὅσοι καὶ τὰ ἄτομα ποὺ τὸ ζοῦν" (G. Jedlicka). Ὅμως, ὁ ἑρμηνευτὴς πρέπει νὰ προσέχει ἂν καὶ κατὰ πόσον μπορεῖ νὰ προσεγγίσει τὸν δημιουργό, ἂν δὲν θέλει νὰ φτιάξει ἕνα δικό του "κατασκεύασμα".
Ἔχει ὅμως μέσα του καὶ συνθέσεις μὲ καπέλλα, λουλούδια, φροῦτα -ἰδίως ρόδια- κ.ἄ. ἀξεσουάρ, ποὺ "γλυκαίνουν" τὴν ἀτμόσφαιρα μὲ τὴν παρουσία καὶ τὸν ὀνειρικό τους χαρακτῆρα.



Συνθετικά, συναντᾶμε νεαρὰ πορτραῖτα "φυλακισμένα" μέσα σὲ "παλιόξυλα", σὰν μιὰ σύζευξη τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴ νεκρὴ μέν, ἀλλὰ καὶ τὴν αἰχμηρὴ δομὴ καὶ σκληρότητα τῆς ἔστω καὶ ἀποσυντιθέμενης φύσης, ἢ ἐνθύμηση τοῦ Memento mori, εἰδωλόμορφες σιλουέτες μέσα σὲ σχετικὴ νηνεμία, ἐφιαλτικὲς μὲ κάποια "δρέπανα" ἀπὸ πάνω τους καὶ δυσοίωνα μᾶλλον κυοφοροῦσες μηνύματα, ποὺ ἀνακαλοῦν κάπως τὸν E. Munch, καὶ στὶς ὁποῖες ἐνίοτε ἐμφανίζεται ἡ διαπλοκὴ τοῦ ἐγὼ καὶ τοῦ σύ, ὑπὸ τὴν ὑποκειμενικὴ θἄλεγε κανεὶς "ἐρωτικὴ" παράμετρο. Ὅμως συχνὰ ἔχει ἐξωστρακισθεῖ ὁ ἄνθρωπος καὶ ἔτσι προβάλλει σὲ τοπία σεληνιακὰ ἡ παγερὴ μοναξιὰ καὶ ἐρημιὰ τοῦ σύγχρονου κόσμου, ἀπότοκος ποικίλων μοτίβων, ὅπως στὰ "βοῶντα καὶ κράζοντα" ἀλλὰ καὶ γοητευτικὰ "ἀνθρωπό-δεντρά" της (arbres parlantes), ποὺ στροβιλίζουν σὰν τυφῶνες μέσα στὶς τρομακτικὲς θύελλες.
Σχεδιαστικά, παρὰ τὰ φίνα σκίτσα της, ἐλλείπουν σχεδὸν τὰ περιγράμματα, ἀφοῦ ἡ Γεύσω σχεδιάζει μὲ τὸ χρῶμα καὶ μᾶλλον δισδιάστατα, ἀποφεύγοντας δωρικὰ τὶς λεπτομέρειες. Σὲ ἄλλες συνθέσεις προβάλλουν ποικίλου πάχους καὶ χρώματος γραμμὲς γεωμετρικοῦ χαρακτήρα, ποὺ σχηματίζουν μερικὲς φορὲς κυβιστικὰ καὶ χαίνοντα, σὰν τὰ σπίτια τοῦ Καγιάκιοϊ, μορφώματα, ἐνίοτε ἀποσπασματικά.
Ἡ παλέτα της εἶναι πλούσια, παστώδης καὶ φλογισμένη: κόκκινα, ρόζ, πορτοκαλιά, καφέ, μπλέ, τουρκουάζ, πράσινα, κίτρινα, μαῦρα, γκρίζα, λευκὰ κ.ἄ., συχνὰ "μπερδεμένα κηλιδογραφικὰ" ἢ καὶ ἀτόφια, μὲ ἔντονες πάντως χρωματικὲς καὶ φωτιστικὲς ἀντιθέσεις, ποὺ σπινθηρίζουν σὰν τὸ χυτοσίδηρο καὶ "συνηλεκτρίζουν" τὴν ἀτμόσφαιρα. Δὲν λείπουν ὅμως καὶ οἱ διακριτικοὶ καὶ ἀσκητικοὶ χρωματισμοί.


Ἀνάλογη εἶναι καὶ ἡ μικτὴ τεχνική της ἀπὸ ἄποψη ὑλικῶν (ὅπως τοῦ κολάζ), ἐργαλείων καὶ μεθόδου. Δουλεύει μὲ τὴ σπάτουλα, τὸ πινέλο κ.ἄ. ἀναγλυφικὰ μὲ ταχύτητα καὶ ἐλευθερία, μανιασμένη ἀπὸ τὸ "ὅραμα". Ἔχει μιὰ κάπως "πουαντιγιστικὴ" δομὴ μὲ χαράγματα, "τσουγκρανιὲς" καὶ "χρωματοδάκρυα" σύμβολα ἴσως τοῦ πόνου τοῦ Γένους καὶ τῆς ἐποχῆς μας.
Χτυπᾶ ἀνελέητα καὶ τρόπον τινα "ἠδονικὰ" τὸν καμβᾶ, γιὰ νὰ ξεχύσει τὰ σωθικά της, πλάθοντας ἕνα κόσμο μὲ ἀμφίσημη ἐλπίδα. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀκολουθεῖ τὸν ἀντικειμενικὸ καὶ ἀφηρημένο ἐξπρεσσιονισμό.
Ὁ γράφων εὐχαριστεῖ τὴν κ. Παπαδάκη, γιὰ τὰ στοιχεῖα ποὺ τοὔδωσε.

Έργα της Γ. Παπαδάκη μπορείτε να δείτε εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου