του θεολόγου Ελευθέριου Αγαπίου
Τον τελευταίο καιρό από μία μικρή μερίδα πιστών προερχομένων από διάφορες βαθμίδες διακονίας του λαού του Θεού (δηλ. κληρικών όλων των βαθμίδων, λαϊκών κ.λ.π.) ακούγονται στον εκκλησιαστικό χώρο της Ελλαδικής Εκκλησίας κάποιες φωνές, που κρίνουν αρνητικά το έργο της Θεολογικής Ακαδημίας της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος. Οι φωνές είναι λίγες, αλλά οι φωνασκούντες έχουν κάνει τα αδύνατα δυνατά ώστε η φωνή τους να είναι εκκωφαντική μέσα από κάθε μέσο συγχρόνου τεχνολογικής επικοινωνίας. Μέσα από αυτήν την κριτική βάλλονται προσωπικά ο σεβασμιώτατος μητροπολίτης π. Ιγνάτιος, ο διευθυντής της Ακαδημίας κ. Παντελής Καλαϊτζίδης (Δρ. Θεολογίας) και κάποιοι άλλοι συνεργάτες της Ακαδημίας η κατά καιρούς ομιλητές σε συνέδρια, διαλέξεις και άλλες δραστηριότητες της Ακαδημίας.
Πριν προχωρήσω στην παρουσίαση κάποιων σκέψεων και προβληματισμών όχι μόνο δικών μου αλλά και πολλών φίλων, θα ήθελα να πω ότι συνήθως δεν παρεμβαίνω σε δημόσιες συζητήσεις αυτού του τύπου, αλλά είναι τέτοια η διαστρέβλωση της αλήθειας εκ μέρους των επικριτών της Ακαδημίας και της Ι. Μητροπόλεως Δημητριάδος και από την άλλη μεριά τόσο σημαντικό το έργο που προσφέρει η Ακαδημία και η Μητρόπολη που θέλω να εκφράσω και την λύπη μου γι αυτή την πολεμική εναντίον αφοσιωμένων και ακαμάτων εργατών του Ευαγγελίου και διακόνων του λαού του Θεού όπως είναι ο χαρισματικής προσωπικότητας μητροπολίτης Ιγνάτιος, ο δόκιμος και πολυτάλαντος θεολόγος Παντελής Καλαϊτζίδης και οι συνεργάτες τους.
Ένα απλό δείγμα του έργου του Μητροπολίτη Ιγνατίου και των συνεργατών του είναι αυτή η ατμόσφαιρα που επικρατεί στις εγκαταστάσεις της Μητροπόλεως και της Ακαδημίας. Ας πάει ο οποιοσδήποτε για λίγα λεπτά να περπατήσει στους διαδρόμους των γραφείων της ιεράς μητροπόλεως και στους χώρους της ακαδημίας.
Είναι πολύ σημαντικό. Η Εκκλησία δεν έχει γραφεία. Δεν είναι ούτε επιχείρηση ούτε δημόσια υπηρεσία. Εδώ, λοιπόν, δεν μυρίζει η δυσοσμία της πνευματικής μούχλας μιας απρόσωπης δημόσιας υπηρεσίας ή η μελαγχολία στρατιωτικού διοικητηρίου αλλά και ούτε η καμουφλαρισμένη κερδοσκοπική επιχειρηματικότητα. Το τηλέφωνο δεν κτυπάει για να ζητηθεί επισκοπική παράσταση σε γάμο η σε κηδεία και ο ρόλος του πρωτοσυγκέλλου δεν είναι να ενημερώνει την πελατεία για το κόστος μιας τέτοιας παραστάσεως - πράγμα που έχω προσωπικά βιώσει σε γραφεία Μητροπόλεως του Αττικού λεκανοπεδίου! Θα πρέπει να είναι αναίσθητος κανείς για να μην διαπιστώσει την ζεστασιά της φιλίας, την ειρήνη της εμπιστοσύνης, την ασφάλεια του διαπροσωπικού αλληλοσεβασμού, τον ρυθμό της δημιουργικότητας και κυρίως την αύρα ελευθερίας, που από τον Μητροπολίτη μέχρι τον τελευταίο υπάλληλο συνθέτουν τον τρόπο της ζωής και της κοινωνίας σε αυτό το χώρο της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος και της Ακαδημίας. Τολμάμε να προσθέσουμε ότι εδώ και το γραφείο ακόμη λειτουργεί ως ιερό θυσιαστήριο και η καθημερινή δραστηριότητα είναι συνέχεια της Λειτουργίας. (Αλλού δυστυχώς ισχύει το αντίθετο: ακόμη και ο ναός λειτουργεί ως γραφείο!)
Αλλά ας είναι. Στόχος αυτού του μικρού πονήματος είναι να ακουστεί μια ακόμη φωνή στον διάλογο που - μάλλον άθελά τους - άνοιξαν οι επικριτές της Μητροπόλεως και της Ακαδημίας, και όχι να συγγραφεί το δίκαιο εγκώμιο αυτών.
Η Μέθοδος και ο Τρόπος της Κριτικής:
1. Η πρώτη μας αναφορά στα επικριτικά κείμενα έχει να κάνει με την μέθοδο και τον τρόπο αυτής της κριτικής.
Η κριτική ελάχιστες φορές κινείται στο χώρο ενός νηφάλιου θεολογικού διαλόγου, την στιγμή μάλιστα που ο διάλογος αυτός θα έπρεπε να είναι όχι απλώς ακαδημαϊκά νηφάλιος αλλά αδελφικός η έστω συναδελφικός. Κατά κανόνα, δυστυχώς, θυμίζει αντιπαράθεση ποδοσφαιρικού τύπου, δηλ. επίθεση φιλάθλων ποδοσφαιρικής ομάδος εναντίον φιλάθλων αντιπάλου ομάδος. Όλοι μας νομίζω έχουμε τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις του χουλιγκανισμού! Ένας νοερός χουλιγκανισμός - εν ονόματι της Ορθοδοξίας παρακαλώ - επικρατεί στο διαδίκτυο και στα θρησκευτικά έντυπα κατά της Μητροπόλεως Δημητριάδος και της Ακαδημίας! Εδώ βέβαια οι ύβρεις περιέχουν «εκκλησιαστική» ορολογία: αιρετικοί, πατρομάχοι, πλανεμένοι κ.λ.π. Δεν έχει σημασία αν οι λέξεις αυτές δεν έχουν τα ίδια φωνήεντα και τα ίδια σύμφωνα που έχουν οι λέξεις που ακούγονται στο γήπεδο ή στο πεζοδρόμιο. Σημασία έχει ότι η χρήση των «εκκλησιαστικών» αυτών όρων γίνεται υβριστικά, και η πρόθεση και το τελικό νόημα αυτών των όρων είναι ταυτόσημο με εκείνο του πεζοδρομίου ή του γηπέδου!!!
2. Άλλοτε η κριτική - αν είναι δυνατόν να είναι κριτική αυτό - αλλάζει ύφος. Ο άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος στον περί της εν διαλέξεσιν ευταξίας λόγο (ΒΕΠΕΣ 60,σ.21) συνιστά «τι σοι δεινόν, εάν μη πάσι τοις λόγοις ενδυναστεύσης και την προεδρίαν έχης επί παντός προβλήματος η ζητήματος, αλλ ἕτεροί σου φανώσιν σοφώτεροι; … Τω Θεώ χάρις ότι και τα εξαίρετα δίδωσι και δια των κοινών σωζειν επίσταται!» Ποιό είναι όμως το ύφος της κριτικής; Στον αντίποδα της περί μη δυναστεύσεως των άλλων συστάσεως του αγίου Γρηγορίου. Πολλοί από τους αναγνώστες θα θυμούνται ασφαλώς τα «αποφασίζομεν και διατάσσομεν». Από τους «ορθοδόξους» υβριστές της Ιεράς Μητροπόλεως και της Ακαδημίας χρησιμοποιείται το ίδιο στυλ. Οι άγιοι Πατέρες χρησιμοπούνται σαν οι θεωρητικοί του ολοκληρωτικού καθεστώτος. Κάθε αποκλίνουσα διδασκαλία πρέπει να παταχθεί! Οι επικριτές της Μητροπόλεως και της Ακαδημίας έχουν ήδη αποφανθεί περί του αιρετικού χαρακτήρος της Μητροπόλεως και της Ακαδημίας και απαιτούν άμεση αλλαγή φρονημάτων, συμμόρφωση προς την γραμμή του κόμματος, που είναι η νομιζόμενη ως απόλυτα ορθή δική τους διδασκαλία. Ειδάλλως επικρέμμαται η δαμόκλειος σπάθη της διαπόμπευσης, της καταδίκης εκ μέρους της Συνόδου, των καθαιρέσεων και αφορισμών. Και ο πιο άκαρδος ιεροεξεταστής θα ζήλευε την κάθετη αποφασιστικότητα, την αδιάλακτη στάση, την επιθετικότητα και την αναλγησία της συμπεριφοράς κάποιων από αυτούς που αυτοκλήτως υπερασπίζονται την κατ 'αυτούς Ορθοδοξία στο διαδίκτυο και στον τύπο!
3. Εδώ, επίσης, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ο τρόπος που οι επικριτές της Μητροπόλεως και της Ακαδημίας επικαλούνται ΑΠΕΙΛΗΤΙΚΑ την προσφυγή στην Ιερά Σύνοδο. Σαν να είναι η Σύνοδος ο μπαμπούλας της Ορθοδοξίας που θα αναγκάσει το κακό παιδί να συμμορφωθεί! Άλλοτε πάλι επικαλούνται τη Σύνοδο σαν να πρόκειται περί Ιδεολογικής Αστυνομίας που θα δώσει την γραμμή στο κόμμα! Σαν να επικρατεί στην Εκκλησία κάποιο ολοκληρωτικό καθεστώς. Είναι άραγε αυτός ο ρόλος της Συνόδου; Τουλάχιστον θεωρητικά η Δογματική Θεολογία και το Κανονικό Δίκαιο μας λένε ότι ο ρόλος της Συνόδου είναι να διασφαλίζει την ενότητα και κοινωνία αγάπης των κατά τόπους Ευχαριστιακών κοινοτήτων δια της αδελφικής αγάπης και επικοινωνίας των προεστώτων αυτών, δηλ. των επισκόπων!!! Έργο της Συνόδου λοιπόν, είναι η ενότητα δια της αγάπης, όχι η αστυνόμευση. Επίσης έργο της Συνόδου είναι η διαποίμανση και η πατρική φροντίδα, η συμπερίληψη όλων στην αγκαλιά της Εκκλησίας, ακόμη και των «άλλων», των «διαφορετικών»: «καυχήσωμαι περί της εξουσίας ημών, ης έδωκεν ο Κυριος ημίν εις οικοδομήν και ουκ εις καθαίρεσιν υμών…»! (Β Κορ. 10:8) Η διαποίμανσις επιτελείται πάντα με καλωσύνη και αγάπη: «Πρεσβυτέρω μη επιπλήξης, αλλά παρακάλει ως πατέρα, νεωτέρους ως αδελφούς, πρεσβυτέρας ως μητέρας, νεωτέρας ως αδελφάς …» (Α Τιμ. 5:1-2)
4. Μία άλλη επίσης ενδιαφέρουσα μέθοδος είναι η δημαγωγία και μάλιστα από άμβωνος κατά τη Θεία Λειτουργία, η σε άλλες περιπτώσεις κατά τη διάρκεια της συνευωχίας των πιστών στον καφέ μετά την θεία Λειτουργία. Το πόσο ένα τέτοιου είδους κήρυγμα αλλάζει το κλίμα του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, το πόσο προδίδει και λερώνει – δαιμονοποιεί τελικά; - τα όσα μόλις πριν λίγο έλαβαν χώρα στον ιερό ναό, ας το δουν οι ίδιοι οι κληρικοί ή οι θεολόγοι που δρουν κατ αυτόν τον τρόπο… Ας θυμηθούμε τα λόγια του ιερού Χρυσοστόμου από την ομιλία του εις την προδοσίαν του Ιούδα 2,6 «Ει και μετέχεις της θυσίας, ανωφελής σοι η μετάληψις γέγονεν άνευ του κατορθώματος της ειρήνης!» (PG49, 390-391) Δεν θα πούμε περισσότερα! Ας εξετάσουν οι ίδιοι τη συνείδησή τους, τις προθέσεις τους και τον συνεπαγόμενο αυτής της τακτικής σκανδαλισμό των πιστών!
5. Είναι επίσης ιδιαίτερα λυπηρό το γεγονός ότι κληρικοί, (πνευματικοί και γεροντάδες), αναθέτουν στα πνευματικά τους παιδιά να παρακολουθήσουν στο ραδιόφωνο ή στο ίντερνετ διαλέξεις και συνέδρια όχι για να κρατήσουν από τα πολλά που θα ακούσουν ότι είναι ωφέλιμο και εποικοδομητικό (σαν μέλισσες θα έλεγε ο Μ. Βασίλειος), αλλά για να περισυλλέξουν σαν μυίγες (όπως έλεγε ο π. Παΐσιος) ακαθαρσίες, ότι όζει, ή να συρθούν ως σκώληκες στη λάσπη ώστε για να κατασκευαστεί ο λίβελλος της κατακρίσεως … ή μάλλον το οπλοστάσιο της αδελφοκτονίας. Πόσο πνευματικά εποικοδομητικό είναι αυτό και πόση ευθύνη φέρουν αυτοί οι πνευματικοί που εκπαιδεύουν τα πνευματικοπαίδια τους στην κατάκριση; Ας το σκεφτούν οι ίδιοι! Επίσης αν η πνευματική καθοδήγηση κάποιων εξομολόγων ασκείται με τέτοιο καταλυτικό τρόπο ώστε να λειτουργεί ως ψυχικός βιασμός που κάνει τα πνευματικοπαίδια ελαφρά τη συνειδήσει – «επειδή το είπε ο γέροντας»! - να επιδίδονται σε τέτοιες αρρωστημένες δραστηριότητες, δεν είναι αυτό ένα σοβαρό πρόβλημα που πρέπει να απασχολήσει την Εκκλησία; Μήπως τελικά ο γκουρουϊσμός κάποιων πνευματικών και όχι η νεοπατερική θεολογία είναι το θέμα με το οποίο πρέπει να ασχοληθεί η Σύνοδος;
6. Το τελευταίο και πιο λυπηρό από όλα αυτά είναι η υποκρισία των επικριτών, όταν οι λίβελλοι της καταδίκης και της δημόσιας λασπολογίας κλείνουν με αδελφικές προσφωνήσεις αγάπης και προφάσεις αδελφικού εποικοδομητικού ενδιαφέροντος που δήθεν οδήγησε τους συντάκτες των λιβέλλων σε μία τέτοια ενέργεια. Μήπως επικρατεί κάποια σύγχυση εννοιών η εμπειριών; … «Αν έχεις τέτοιους φίλους τι τους θέλεις τους εχθρούς;» λέει η παροιμία!
Το Περιεχόμενο της αρνητικής κριτικής:
1. Θα περιοριστούμε δειγματοληπτικά σε κάποια σημεία της κριτικής. Από τη μονόπλευρη αυτή κριτική βάλλεται κατ' αρχήν η στάση της Ακαδημίας (την οποία καλώς ενθαρρύνει η Μητρόπολη) να προωθεί τον ελεύθερο θεολογικό προβληματισμό. Θεωρείται η στάση αυτή ως επικίνδυνη, ως a priori αμφισβήτηση των αγίων Πατέρων και ένας τέτοιος θεολογικός λόγος ως καταδικασμένος να καταλήξει «προτεσταντικός»! Πρώτον μεν, ποιός μπορεί να προδικάσει το αποτέλεσμα ενός ελευθέρου διαλόγου; Ποιός είναι ο προφήτης; Εν πάσει περιπτώσει εδώ θα συνιστούσαμε στους φίλους μας να εντρυφήσουν λίγο στους αγίους Πατέρες, σύμφωνα με τους οποίους η ελευθερία είναι στη φύση του λόγου: «παν λογικόν αυτεξούσιον», (Κύριλλος Αλεξανδρείας, PG 77,1152D), ο δε ελεύθερος λόγος και ο διάλογος όχι μόνο δεν οδηγεί στην πλάνη αλλά είναι ο ασφαλέστερος τρόπος να φτάσουμε στην αλήθεια: «τούς εκζητούντας εν πνεύματι την των ψυχών σωτηρίαν, και εξερευνώντας τούς ταύτης πνευματικούς της σωτηρίας λόγους τε και τρόπους, οδηγεί προς κατανόησιν το Πνεύμα το άγιον, ουκ εών ακίνητον αυτοίς μένειν, και ανενέργητον την δι ης τα θεία εκζητείν πεφύκασι δύναμιν»! (Μαξίμου, Περί θεολογίας εκατοντάς 6η, κα ) Θα τους συνιστούσαμε επίσης να διαβάσουν π.χ. τους θεολογικούς λόγους του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, για να δουν εκεί πόσο ελεύθερα και τολμηρά σκέπτεται ο άγιος, πόσα θεμελιώδη ερωτήματα θέτει και πόσο τολμά να αναθεωρήσει τα πάντα για να φτάσει αβίαστα στα θεολογικά εκείνα συμπεράσματα τα οποία αποτέλεσαν τελικά τα θεμέλια της Ορθόδοξης Τριαδολογίας.
Η αλήθεια δεν είναι στην τσέπη κανενός, ούτε καν των αγίων. Είναι πάντα το ζητούμενο! Ας θυμηθούμε του αποστόλου Παύλου το «ει δε τις δοκεί ειδέναι τι, ουδέπω ουδέν έγνωκε καθώς δει γνώναι»! (Α Κορ.8:2) Η κοινωνία με την Αλήθεια επιτελείται πάντα ως άθλος και ως κατόρθωμα: «ουδέ το Πνεύμα το άγιον εν τοις αγίοις ενεργεί τας γνώσεις των μυστηρίων χωρίς της κατά φύσιν ζητούσης τε και ερευνώσης την γνώσιν δυνάμεως»! (Μαξίμου, Περί θεολογίας εκατοντάς 6η, ιστ )
2. Στα ίδια πλαίσια επικρίνεται η χρήση του όρου «συναφειακή θεολογία». Κατά πρώτον επικρίνεται λόγω του τρόπου με τον οποίον έχει αυτός ο όρος χρησιμοποιηθεί από ετεροδόξους. Ομολογώ ότι το να μην χρησιμοποιήσω ένα θεολογικό όρο επειδή αυτός έχει χρησιμοποιηθεί από ετεροδόξους μου θυμίζει την σύσταση κάποιου αφελούς αδελφού ο οποίος μου συνιστούσε να μην διαβάζω το Ευαγγέλιο διότι «αυτό το κάνουν οι Ευαγγελικοί»!!!
Πέραν τούτου όμως θα μπορούσε επί της ουσίας να αμφισβητηθεί η Ορθοδοξότητα του όρου «συναφειακή θεολογία»; Προσωπικά πιστεύω ότι όχι μόνο δεν είναι αδόκιμος όρος αλλά μάλιστα είναι όρος συμφυής με τον όρο «θεολογία»! Η θεολογία δεν μπορεί παρά να είναι συναφειακή! Και ενώ αυτό θα έπρεπε να είναι αυτονόητο θα αναφερθούμε και πάλι σε κάποιο κείμενο αγίου πατρός της Εκκλησίας όπου φαίνεται ξεκάθαρα ο εγγενώς συναφειακός χαρακτήρας της θεολογίας. Μας λέει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης στον πρόλογο του Μεγάλου Κατηχητικού λόγου του: «Ου μην ο αυτός της διδασκαλίας τρόπος επί πάντων αρμόσει των προσιόντων τω λόγω, αλλά κατά τας των θρησκειών διαφοράς μεθαρμόζειν προσήκει και την κατήχησιν, προς τον αυτόν μεν ορώντας του λόγου σκοπόν, ουχ ομοιοτρόπως δε ταις κατασκευαίς εφ ἑκάστου κεχρημένους. Άλλαις γαρ υπολήψεσιν ο ιουδαΐζων προείληπται και ετέραις ο τω ελληνισμώ συζών κ.λ.π.» (ΒΕΠΕΣ 68,378)
Τα πάντα στην θεολογία είναι μία συνάφεια: η Τριαδολογία, η Χριστολογία, η κτισιολογία, η Σωτηριολογία κ.λ.π. Ας μελετήσει κανείς την § 191 του Γ κατά Ευνομίου λόγου του αγίου Γρηγορίου Νύσσης (ΒΕΠΕΣ 68 σ.17) για να δει εκεί πως ο όρος «συνάφεια» διέπει την Τριαδολογία. Εν πάσει περιπτώσει θα μπορούσαμε να επιστρατεύσουμε πλείστα άλλα χωρία όπου επιβεβαιώνεται ο «συναφειακός» χαρακτήρας της θεολογίας εκ μέρους των Πατέρων της Εκκλησίας!
3. Θεωρούνται επίσης ως αδόκιμοι οι όροι νέο-πατερική και μετα-πατερική θεολογία. Θεωρείται επίσης αδόκιμος ο χαρακτηρισμός της θεολογίας των Πατέρων ως μετα-βιβλικής. Ο κάθε ομιλητής βέβαια έχει την ευθύνη των λεγομένων του και οι απόψεις του καθενός έχουν μία ποικιλία αποχρώσεων. Ο σχολιασμός λοιπόν και η χάριν της αληθείας άσκηση κριτικής και το άνοιγμα διαλόγου με τα λεχθέντα και τα γραφόμενα του κάθε συνέδρου είναι ένα ογκώδες έργο που αναμφισβήτητα ξεπερνάει τα όρια του παρόντος κειμένου. Μία γενική προσέγγιση και εκτίμηση των όρων μετα-βιβλική, νέο-πατερική και μετα-πατερική θεολογία νομίζω είναι εφικτή!
Οφείλω εκ προοιμίου να ομολογήσω ότι για όσους τουλάχιστον έχουν μελετήσει θεολογία, το δόκιμον των τεχνικών αυτών όρων είναι σαφές, και μάλστα σε τέτοιο βαθμό, ώστε η ύψωση σημαίας κατά των όρων αυτών να ενδέχεται να εξυπηρετεί άλλους λόγους και όχι καθαρά θεολογικούς! Το γεγονός ότι η Πατερική θεολογία χρησιμοποιεί ορολογία μη Βιβλική (όπως π.χ. το ομοούσιον) δεν την καθιστά σαφώς μετά-βιβλική; Μα το πρόθημα μετά- και νέο- στους όρους βιβλικός, πατερικός κ.λ.π. δεν έχει κατ' ανάγκην αντιθετικό χαρακτήρα. Η έννοια του μεταγενεστέρου δεν ακυρώνει το προγενέστερο, μάλλον το προϋποθέτει και μάλιστα το συνεχίζει και το προεκτείνει! Είναι θέμα κοινής λογικής!
Αλλά η υστεροβουλία των θέσεων αυτών αποκαλύπτεται από το γεγονός ότι οι ίδιοι οι επικριτές του όρου «μεταπατερική» ενώ την καταπολεμούν, με άλλα λεγόμενά τους επιβεβαιώνουν την ανάγκη μιας νεοπατερικής θεολογίας. Δηλαδή, φάσκουν και αντιφάσκουν. Σχολιάζοντας π.χ. η Μητρόπολη Γλυφάδας τα λεγόμενα του Daniel Ayuch (Δ’ συνεδρία 4/6/2010) που φέρεται να είπε ότι «από τον όγδοο αιώνα απουσιάζει η πρωτότυπη θεολογική παραγωγή», λέει ο Γλυφάδας ότι «ο εισηγητής φαίνεται ότι αγνοεί τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά…» Μα αν ο Παλαμάς είναι μια νέα θεολογική παραγωγή της εποχής του, τότε γιατί μας ενοχλεί μία νέα θεολογική παραγωγή στον 21ο αιώνα;
Ένα ακόμη παράδειγμα: συγκρίνατε την περί Λόγου θεολογία του αγίου Ιουστίνου του φιλοσόφου και μάρτυρος και την περί Λόγου θεολογία του Μ. Αθανασίου. Εδώ έχουμε σαφή υπέρβαση της θεολογίας του Ιουστίνου από τον Αθανάσιο. Αν ο Αθανάσιος είχε μείνει πιστός στον Ιουστίνο θα ήταν υποστηρικτής ενός μετρίου Αρειανισμού, αν και ο Ιουστίνος στην συνάφεια της εποχής του ήταν ορθόδοξος. Εντούτοις ο Αθανάσιος, ξεπερνώντας τον Ιουστίνο τολμά και κάνει ΜΕΤΑ-πατερική θεολογία για τα δεδομένα της εποχής του, και έτσι ορθοδοξεί!!! Όντως, λοιπόν, «πρέπει να άναζητήσουμε τα σπέρματα της μεταπατερικής θεολογίας στους ίδιους τους Πατέρες» (Διακ. Ιωάννης Μανουσάκης, ΣΤ’συνεδρια 5/6/2010).
4. Στα επιχειρήματα κατά του έργου και του θεολογικού προβληματισμού της Ακαδημίας και της νέο-πατερικής θεολογίας προβάλεται επίσης η άποψη ότι οι θεολόγοι Πατέρες της Εκκλησίας ασκούνταν, ένηφαν, ήταν άγιοι, και έτσι εξασφάλιζαν την θεία φώτιση και θεολογούσαν ορθώς!
Περί του πως ενεργεί το Άγιο Πνεύμα και μας οδηγεί στην αλήθεια το αναφέραμε προηγουμένως μέσα από την σωτηριολογική θεολογία του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού. Εδώ όμως θα είχαμε να προσθέσουμε δύο ακομη σκέψεις.
Πρώτον ποιός μας λέει ότι οι σύγχρονοι θεολόγοι δεν ασκούνται και δεν προσεύχονται και δεν νήφουν. Ποιός το κρίνει αυτό; Εκτός εάν πρέπει να επιστρέψουμε στην Προτεσταντική κίνηση του 16ου και 17ου αιώνα και να δημιουργήσουμε ένα είδος στρατού σωτηρίας και να στέλνουμε ειδικούς κληρικούς επιφορτισμένους με αυτό το έργο να παρακολουθούν μέσα από τα παράθυρα των σπιτιών τη προσωπική ζωή των πιστών και να την αξιολογούν!!!
Επιπλέον, το επιχείρημα αυτό υποκρύπτει την πεποίθηση ότι η αγιότητα ανήκει οριστικά και αμετάκλητα στο παρελθόν! Ακούγεται σαν να αποκλείεται να υπάρχουν σήμερα άγιοι! Πως οι ίδιοι άνθρωποι από την μία υποστηρίζουν ότι υπάρχουν και σήμερα άγιοι που η ύπαρξή τους αποδεικνύει την εγκυρότητα και την μοναδικότητα της Ορθοδοξίας, και από την άλλη όμως λένε ότι οι σύγχρονοι θεολόγοι δεν μπορούν να παράγουν αυθεντική θεολογία διότι δεν υπάρχουν σήμερα άγιοι, φορείς της χάριτος του αγίου Πνεύματος! Τελικά ζει ή δεν ζει η Εκκλησία; Εξακολουθεί ή δεν εξακολουθεί να ενεργεί η χάρις του Αγίου Πνεύματος και να ανακαινίζει τα πάντα;
Επίσης έχω την αίσθηση ότι το επιχείρημα αυτό στηρίζεται σε μία αφελή αντίληψη του αγίου και της αγιότητας, που είναι μία ατομιστική και μηχανιστική αντίληψη της χάριτος του αγίου Πνεύματος. Δηλαδή, στηρίζεται στην αφελή πεποίθηση ότι οι άγιοι Πατέρες και διδάσκαλοι ήταν βέβαιοι ότι ήταν άγιοι, και με την αναμφισβήτητη βεβαιότητα αυτή ήξεραν ότι συνέπεια της αγιότητάς τους ήταν η αναμφίβολη κατοχή του Αγίου Πνεύματος, και ατομικά κατοχυρωμένοι (έχοντας, δηλαδή, το Άγιο Πνεύμα στην τσέπη τους), κάθησαν και έγραψαν ή κήρυξαν. Η ιστορία μας λέει όμως ακριβώς το αντίθετο! Η ιστορία μας λέει ότι αισθάνονταν αμαρτωλοί και ανάξιοι, κάθε άλλο παρά άγιοι. Ουδέποτε άγιος πίστεψε στην αγιότητά του! Η Ασκητική παράδοση και εμπειρία λέει ξεκάθαρα ότι την στιγμή που άγιος θα πιστέψει στην αγιότητά του την έχασε κιόλας!
Γιατί θεολόγησαν τότε, ενώ αισθάνονταν αμαρτωλοί; Άλλοτε γιατί θεώρησαν ότι ως ποιμένες είχαν καθήκον να το κάνουν, να θρέψουν και να ποτίσουν πνευματικά το λογικό τους ποίμνιο, άλλοτε δε, διότι ξεχείλισε η καρδιά τους! Ουδέποτε άγιος πίστεψε στην αγιότητά του! Πίστεψαν όμως στην ευθύνη τους η άφησαν να ξεχειλίσει η καρδιά τους… Τέλος πάντων είχαν το θάρρος να πουν τι σκέπτονται. Είναι η εμπειρία και το βίωμα της Εκκλησίας που έβαλε την σφραγίδα της καθολικότητας στη διδασκαλία τους και όχι οι ίδιοι!
Τέλος, το πιο ισχυρό θεολογικό ερώτημα που προκαλεί αυτό το επιχείρημα έχει να κάνει με την φύση της αγιότητας και των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος και τον εκκλησιαστικό χαρακτήρα τους. Η παράδοση της Εκκλησίας μας επιβεβαιώνει ότι η αγιότητα δεν είναι μια ιδιότητα κάποιων ατόμων αλλά είναι χάρισμα κοινωνίας και αγάπης. Άρα, δεν μπορούμε να μιλάμε για άτομα που κατέχουν το πλήρωμα της αγιότητας. Η αγιότητα είναι ιδιότητα του Θεού και μόνον Αυτού. Η αγιότητα των αγίων της Εκκλησίας οφείλεται ακριβώς στο γεγονός ότι είναι μέλη της Εκκλησίας η οποία είναι ενωμένη με το Θεό ως Σώμα Χριστού! Όλοι οι βαπτισμένοι χριστιανοί είμαστε άγιοι λόγω του Βαπτίσματός μας με το οποίο ενεδύθημεν Χριστόν! Άρα δεν μπορεί η αγιότητα να γίνει ένα είδος ατομικής ιδιότητος, ατομικού credential για να θεωρηθεί κάποιος qualified.
Θα πρέπει όμως κάπου ο λόγος να τελειώσει. Είπαμε αρκετά και θα μπορούσαμε να πούμε άλλα τόσα.
Παράκληση και ελπίδα είναι όσοι τα διαβάσουν να σκεφτούν και να στοχαστούν πριν απαντήσουν. Κυρίως να ακούσουν τη συνείδησή τους: είναι η αδελφική αγάπη και το ενδιαφέρον για την οικοδομή της Εκκλησίας που τους ωθεί σε οποιαδήποτε ενέργεια ή άλλοι λόγοι;
«Αγωνίζου αγαπήσαι πάντα άνθρωπον εξ ίσου, και απελαύνεις συλλήβδην πάντα τα πάθη.» (Αββά Θαλασσίου, Εκατοντάς 2, 39, P.G.91, 1441B)
Απο τις καλύτερες απαντήσεις στο προκύψαν θέμα.
ΑπάντησηΔιαγραφή"Too much do about nothing" (William Shakespeare)
ΑπάντησηΔιαγραφή