ΣΤΟ ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ
Θρησκευτικά για όλους τους μαθητές!
* Να εξελιχθεί σ’ ένα μάθημα γενικής παιδείας με γνωσιολογικό χαρακτήρα που θ’ απευθύνεται σ’ όλους τους μαθητές, ανεξαρτήτως θρησκευτικής προέλευσης
Του Χάρη Ανδρεόπουλου *
Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας, Πέμπτη, 11 Νοεμβρίου 2010
Τι είδους μάθημα θέλουμε νά’ ναι τα Θρησκευτικά, ομολογιακό ή γνωσιολογικό; Υποχρεωτικό μόνο για τους ορθοδόξους μαθητές και προαιρετικό για όλους τους άλλους (ετεροδόξους και αλλοθρήσκους) ή μήπως υποχρεωτικό για όλους τους μαθητές, ανεξαρτήτως θρησκευτικής προέλευσης, όπως είναι (υποχρεωτικό, ανεξαρτήτως εθνικής προέλευσης) το μάθημα της Ιστορίας;
To ερώτημα καθίσταται επίκαιρο εξαιτίας της συζήτησης που (ξανα-) ξεκίνησε μ’ αφορμή τις «διαρροές» για τη δομή του νέου Λυκείου που είδαν προσφάτως το φως της δημοσιότητας και θέλουν τα Θρησκευτικά, στο ωρολόγιο πρόγραμμα του νέου Λυκείου, υποβαθμιζόμενα στην κατηγορία των προαιρετικών μαθημάτων. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις δηλώσεις της υπουργού Παιδείας Αννας Διαμαντοπούλου ότι οι «διαρροές» αυτές δεν αποτελούν πρόταση του υπουργείου, παρά προσωπικές απόψεις τινών στελεχών που σε τίποτα, φυσικά, δεν δεσμεύουν το υπουργείο και ότι η (πραγματική) πρόταση για τα Θρησκευτικά (όπως και για τα άλλα μαθήματα) θα δημοσιοποιηθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας της διαβούλευσης, και συμμετέχοντας στο εξελισσόμενο δημόσιο διάλογο καταθέτουμε τις παρακάτω σκέψεις μας για τον χαρακτήρα του μαθήματος, ο σαφής προσδιορισμός του οποίου θα παίξει, κατά τη γνώμη μας, καθοριστικό ρόλο για την ειδική βαρύτητα που θα έχει το μάθημα (υποχρεωτικό ή προαιρετικό) στο ωρολόγιο πρόγραμμα του σχολείου.
Κατά τη γνώμη μας το μάθημα τα τελευταία χρόνια απέκτησε σαφή παιδαγωγικό προσανατολισμό και άρχισε να απομακρύνεται με σταθερά βήματα από τον παραδοσιακό κατηχητισμό και μέσα από αλλαγές που συντελέσθηκαν στα αναλυτικά προγράμματα και με την παράλληλη αναβάθμιση της ποιότητας των σχολικών βιβλίων το μάθημα άρχισε προοδευτικά να παίρνει έναν χαρακτήρα κατά βάσιν γνωσιολογικό, σαν αυτόν που χαρακτηρίζει και τα υπόλοιπα σχολικά μαθήματα, έχοντας, αναμφιβόλως, ενσωματωμένο και το βιωματικό στοιχείο.
Διευκρινίζω ότι όχι μόνο δεν διάκειμαι αρνητικά στη κατήχηση, αλλά τη θεωρώ πολύ σοβαρή υπόθεση και ότι όταν μου δίδεται η ευκαιρία συμμετέχω και υποστηρίζω κάθε κατηχητικό έργο και δράση της Ιεράς μας Μητροπόλεως μαζί με άλλους εκλεκτούς συναδέλφους. Θεωρώ, όμως, ότι άλλο κατήχηση, κι άλλο εκπαίδευση. Αλλοι είναι οι σκοποί της κατήχησης (η οποία γίνεται εντός της Εκκλησίας και απευθύνεται αποκλειστικά σε ορθοδόξους), και άλλοι οι σκοποί της εκπαίδευσης (η οποία παρέχεται μέσα στο σχολείο και απευθύνεται, ειδικά στις μέρες μας, σε μαθητές διαφορετικών θρησκειών). Το ένα (κατήχηση) δεν αποκλείει το άλλο (εκπαίδευση), ωστόσο, οι ρόλοι και οι σκοποί τους (πρέπει να) είναι διακριτοί.
Το θρησκευτικό μάθημα είναι μάθημα θεολογικό - εκπαιδευτικό, το διδάσκουν εκπαιδευτικοί που σπούδασαν τη θεολογική επιστήμη στα Θεολογικά Τμήματα των Πανεπιστήμιων μας και διδάσκουν μαθήματα όπως Βιβλική Θεολογία και Ιστορία, Χριστιανική θεολογία και Παράδοση, Πατερική Γραμματεία, Εκκλησιαστική Ιστορία, Ρωμαιοκαθολική και Προτεσταντική θεολογία, Ιστορία και Θεολογία του Ιουδαϊσμού και Ισλαμισμού, και άλλων θρησκειών, έχοντας, φυσικά, ως επίκεντρο τη θρησκευτική παράδοση της χώρας μας, η οποία υποστασιάζεται στην Ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, θα πρέπει να ξεκαθαρισθεί ότι στο σχολείο, στη τάξη δεν κάνουμε κατήχηση ή «σωτηριολογία», αλλά θεολογία, με βάση τις γνώσεις μας απ’ το πανεπιστήμιο και τις οδηγίες απ’ το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Και, φυσικά, όταν αξιολογούμε τους μαθητές δεν βαθμολογούμε τη πίστη τους, αλλά τον επίδοσή τους στους γνωστικούς στόχους του μαθήματος. Οι συνάδελφοι θεολόγοι που διαγωνίζονται εδώ και χρόνια στη διαδικασία του ΑΣΕΠ δεν εξετάζονται για την πίστη τους, αλλά αξιολογούνται για την επιστημονική τους επάρκεια (όπως οι φιλόλογοι, οι μαθηματικοί, οι χημικοί, κ.ο.κ.), για τις γνώσεις τους, τις οποίες αργότερα, όταν διορισθούν, καλούνται να προσφέρουν κατά τη διδασκαλία του μαθήματος στην τάξη.
Συνεπώς, το περιεχόμενο του μαθήματος πρέπει να είναι διαμορφωμένο έτσι ώστε να εξυπηρετεί όλα τα παραπάνω στοιχεία και να αποτελεί αντικείμενο διδασκαλίας με τέτοιο τρόπο που να «κρατάει» στη τάξη όλους τους μαθητές, ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Οπως μένουν στο μάθημα της Ιστορίας όλοι οι μαθητές ανεξαρτήτως εθνικής καταγωγής, έτσι να μένουν και στα Θρησκευτικά. Να είναι τα Θρησκευτικά ένα μάθημα (θρησκευτικού) «εγγραμματισμού», όπως πολύ εύστοχα παρετήρησαν και ανέλυσαν σε άρθρο τους στην «Καθημερινή» (28/09/2008, σελ. 7) οι συναδέλφισσες Ολγα Γριζοπούλου και Πηγή Καζλάρη, σαν όλα τ’ άλλα μαθήματα στο Γυμνάσιο και το Λύκειο, με χαρακτήρα κατά βάσιν γνωσιολογικό.
Να είναι ένα μάθημα, επίσης, που να μπορεί να αρθρώσει λόγο και να δώσει απαντήσεις πάνω στα μεγάλα υπαρξιακά και κοινωνικά προβλήματα. Ένα τέτοιο μάθημα πιστεύουμε πως θα το αγαπάνε οι μαθητές και οι γονείς και θα θέλουν να το διδάσκονται τα παιδιά τους. Μπορούμε να διαμορφώσουμε τις προϋποθέσεις για ένα τέτοιο μάθημα; Ενα μάθημα, δηλαδή, ευρύτατης αποδοχής και νομιμοποίησης; Νομίζω ναι. Από μας εξαρτάται – ας το προσπαθήσουμε.
Θρησκευτικά για όλους τους μαθητές!
* Να εξελιχθεί σ’ ένα μάθημα γενικής παιδείας με γνωσιολογικό χαρακτήρα που θ’ απευθύνεται σ’ όλους τους μαθητές, ανεξαρτήτως θρησκευτικής προέλευσης
Του Χάρη Ανδρεόπουλου *
Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας, Πέμπτη, 11 Νοεμβρίου 2010
Τι είδους μάθημα θέλουμε νά’ ναι τα Θρησκευτικά, ομολογιακό ή γνωσιολογικό; Υποχρεωτικό μόνο για τους ορθοδόξους μαθητές και προαιρετικό για όλους τους άλλους (ετεροδόξους και αλλοθρήσκους) ή μήπως υποχρεωτικό για όλους τους μαθητές, ανεξαρτήτως θρησκευτικής προέλευσης, όπως είναι (υποχρεωτικό, ανεξαρτήτως εθνικής προέλευσης) το μάθημα της Ιστορίας;
To ερώτημα καθίσταται επίκαιρο εξαιτίας της συζήτησης που (ξανα-) ξεκίνησε μ’ αφορμή τις «διαρροές» για τη δομή του νέου Λυκείου που είδαν προσφάτως το φως της δημοσιότητας και θέλουν τα Θρησκευτικά, στο ωρολόγιο πρόγραμμα του νέου Λυκείου, υποβαθμιζόμενα στην κατηγορία των προαιρετικών μαθημάτων. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις δηλώσεις της υπουργού Παιδείας Αννας Διαμαντοπούλου ότι οι «διαρροές» αυτές δεν αποτελούν πρόταση του υπουργείου, παρά προσωπικές απόψεις τινών στελεχών που σε τίποτα, φυσικά, δεν δεσμεύουν το υπουργείο και ότι η (πραγματική) πρόταση για τα Θρησκευτικά (όπως και για τα άλλα μαθήματα) θα δημοσιοποιηθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας της διαβούλευσης, και συμμετέχοντας στο εξελισσόμενο δημόσιο διάλογο καταθέτουμε τις παρακάτω σκέψεις μας για τον χαρακτήρα του μαθήματος, ο σαφής προσδιορισμός του οποίου θα παίξει, κατά τη γνώμη μας, καθοριστικό ρόλο για την ειδική βαρύτητα που θα έχει το μάθημα (υποχρεωτικό ή προαιρετικό) στο ωρολόγιο πρόγραμμα του σχολείου.
Κατά τη γνώμη μας το μάθημα τα τελευταία χρόνια απέκτησε σαφή παιδαγωγικό προσανατολισμό και άρχισε να απομακρύνεται με σταθερά βήματα από τον παραδοσιακό κατηχητισμό και μέσα από αλλαγές που συντελέσθηκαν στα αναλυτικά προγράμματα και με την παράλληλη αναβάθμιση της ποιότητας των σχολικών βιβλίων το μάθημα άρχισε προοδευτικά να παίρνει έναν χαρακτήρα κατά βάσιν γνωσιολογικό, σαν αυτόν που χαρακτηρίζει και τα υπόλοιπα σχολικά μαθήματα, έχοντας, αναμφιβόλως, ενσωματωμένο και το βιωματικό στοιχείο.
Διευκρινίζω ότι όχι μόνο δεν διάκειμαι αρνητικά στη κατήχηση, αλλά τη θεωρώ πολύ σοβαρή υπόθεση και ότι όταν μου δίδεται η ευκαιρία συμμετέχω και υποστηρίζω κάθε κατηχητικό έργο και δράση της Ιεράς μας Μητροπόλεως μαζί με άλλους εκλεκτούς συναδέλφους. Θεωρώ, όμως, ότι άλλο κατήχηση, κι άλλο εκπαίδευση. Αλλοι είναι οι σκοποί της κατήχησης (η οποία γίνεται εντός της Εκκλησίας και απευθύνεται αποκλειστικά σε ορθοδόξους), και άλλοι οι σκοποί της εκπαίδευσης (η οποία παρέχεται μέσα στο σχολείο και απευθύνεται, ειδικά στις μέρες μας, σε μαθητές διαφορετικών θρησκειών). Το ένα (κατήχηση) δεν αποκλείει το άλλο (εκπαίδευση), ωστόσο, οι ρόλοι και οι σκοποί τους (πρέπει να) είναι διακριτοί.
Το θρησκευτικό μάθημα είναι μάθημα θεολογικό - εκπαιδευτικό, το διδάσκουν εκπαιδευτικοί που σπούδασαν τη θεολογική επιστήμη στα Θεολογικά Τμήματα των Πανεπιστήμιων μας και διδάσκουν μαθήματα όπως Βιβλική Θεολογία και Ιστορία, Χριστιανική θεολογία και Παράδοση, Πατερική Γραμματεία, Εκκλησιαστική Ιστορία, Ρωμαιοκαθολική και Προτεσταντική θεολογία, Ιστορία και Θεολογία του Ιουδαϊσμού και Ισλαμισμού, και άλλων θρησκειών, έχοντας, φυσικά, ως επίκεντρο τη θρησκευτική παράδοση της χώρας μας, η οποία υποστασιάζεται στην Ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, θα πρέπει να ξεκαθαρισθεί ότι στο σχολείο, στη τάξη δεν κάνουμε κατήχηση ή «σωτηριολογία», αλλά θεολογία, με βάση τις γνώσεις μας απ’ το πανεπιστήμιο και τις οδηγίες απ’ το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Και, φυσικά, όταν αξιολογούμε τους μαθητές δεν βαθμολογούμε τη πίστη τους, αλλά τον επίδοσή τους στους γνωστικούς στόχους του μαθήματος. Οι συνάδελφοι θεολόγοι που διαγωνίζονται εδώ και χρόνια στη διαδικασία του ΑΣΕΠ δεν εξετάζονται για την πίστη τους, αλλά αξιολογούνται για την επιστημονική τους επάρκεια (όπως οι φιλόλογοι, οι μαθηματικοί, οι χημικοί, κ.ο.κ.), για τις γνώσεις τους, τις οποίες αργότερα, όταν διορισθούν, καλούνται να προσφέρουν κατά τη διδασκαλία του μαθήματος στην τάξη.
Συνεπώς, το περιεχόμενο του μαθήματος πρέπει να είναι διαμορφωμένο έτσι ώστε να εξυπηρετεί όλα τα παραπάνω στοιχεία και να αποτελεί αντικείμενο διδασκαλίας με τέτοιο τρόπο που να «κρατάει» στη τάξη όλους τους μαθητές, ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Οπως μένουν στο μάθημα της Ιστορίας όλοι οι μαθητές ανεξαρτήτως εθνικής καταγωγής, έτσι να μένουν και στα Θρησκευτικά. Να είναι τα Θρησκευτικά ένα μάθημα (θρησκευτικού) «εγγραμματισμού», όπως πολύ εύστοχα παρετήρησαν και ανέλυσαν σε άρθρο τους στην «Καθημερινή» (28/09/2008, σελ. 7) οι συναδέλφισσες Ολγα Γριζοπούλου και Πηγή Καζλάρη, σαν όλα τ’ άλλα μαθήματα στο Γυμνάσιο και το Λύκειο, με χαρακτήρα κατά βάσιν γνωσιολογικό.
Να είναι ένα μάθημα, επίσης, που να μπορεί να αρθρώσει λόγο και να δώσει απαντήσεις πάνω στα μεγάλα υπαρξιακά και κοινωνικά προβλήματα. Ένα τέτοιο μάθημα πιστεύουμε πως θα το αγαπάνε οι μαθητές και οι γονείς και θα θέλουν να το διδάσκονται τα παιδιά τους. Μπορούμε να διαμορφώσουμε τις προϋποθέσεις για ένα τέτοιο μάθημα; Ενα μάθημα, δηλαδή, ευρύτατης αποδοχής και νομιμοποίησης; Νομίζω ναι. Από μας εξαρτάται – ας το προσπαθήσουμε.
* Ενόψει των εξελίξεων που έχουν δρομολογηθεί για το νέο Λύκειο και ευρύτερα για τη Β’/βάθμια Εκπαίδευση θεωρώ ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε με υπεύθυνο επιστημονικό λόγο, παιδαγωγικές προτάσεις και εκπαιδευτικά επιχειρήματα τις προσπάθειες για τις όποιες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις και να προσπαθήσουμε να τις συνδιαμορφώσουμε με θετικές παρεμβάσεις, χωρίς να κλεινόμαστε αμυντικά στον εαυτό μας, για να μη διαπιστώσουμε κάπως αργά ότι, όπως λέει ο Αλεξανδρινός ποιητής, «Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μας έκτισαν τείχη» και πως «ανεπαισθήτως μας έκλεισαν από τον κόσμο έξω». Ας το παλέψουμε να το αποτρέψουμε.
* O Xάρης Ανδρεόπουλος είναι δημοσιογράφος – θεολόγος ΑΠΘ (xaan@theo.auth.gr), καθηγητής Β/θμιας εκπαίδευσης (Γυμνάσιο Δομενίκου Ελασσόνας)
Eξαιρετικό άρθρο, που αναδεικνύει την παιδαγωγικη και γνωσιακή αξία των Θρησκευτικών ως μαθήματος του σχολείου και όχι ως μέσου κατήχησης.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιατί, όπως πολύ ορθά επισημαίνεται για την κατήχηση αρμόδια είναι η Εκκλησία και όχι το σχολείο. Μακάρι το υπουργείο της Παιδείας να υιοθετήσει αυτές τις προτάσεις για ένα μάθημα Θρησκευτικών που θ' απευθύνεται σ' όλους τους μαθητές, όπως ευφυώς προτείνει ο θεολόγος κ. Χάρης Ανδρεόπουλος.
Σε αντίθετη κατεύθυνση κινείται ένα "σημείωμα" της Π.Ε.Θ. Πατρών καθαρά διαδικαστικό, που δημοσιεύεται στην εφ."ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΟΣ", και επαναλαμβάνει πληκτικά τα ίδια και τα ίδια ,που λέγονται ατελέσφορα επι δεκαετίες. Ας ελπίσουμε ο "ΚΑΙΡΟΣ", που πρώτος οργανωμένα έχει θέσει το μάθημα σε νέες βάσεις και προσπαθεί, ενω δέχεται ποικίλες απαξιωτικές και υβριστικές επιθέσεις.
ΑπάντησηΔιαγραφή