ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ «qaqnas»
Της Χίβας Παναχί
Είναι μια ζαλισμένη ιστορία, απίστευτη που όσο το σκέφτομαι δεν βγάζω άκρη, δηλαδή, τι άκρη;
Εκείνο το μέρος και εγώ τι σχέση είχαμε μεταξύ μας γιατί και πώς και χιλιάδες άλλες σκέψεις να χορεύουν στο κύκλο της και να ξεχνώ και πάλι εκ νέου να επιστρέφουν τα μισά και ατελείωτα.
Σαν να ήμουν ένα χορταράκι που είχα φυτρώσει στο πουθενά, όπως έλεγε η αείμνηστη γιαγιά μου, οι ιστορίες της ήταν γεμάτες εικόνες και παράξενες γεύσεις, όμως το ερώτημα επιμένει να με τρώει γιατί έπρεπε να δω εκείνα τα παράξενα; Τι σχέση; Αυτά όλα να γυρνάνε και να ζαλίζουν το είναι μου, από πείσμα λέω στον εαυτό μου: σώπασε και περπατά σιωπηλά. Έτσι ίσως είναι καλυτέρα, όμως κατά βάθος ξέρω ότι η λογική της επιβίωσης με παρασύρει και με ξεγελά προς ένα ήρεμο κομμάτι, ίσιο.
Θυμάμαι, ναι θυμάμαι εκείνη την γλυκιά γειτόνισσά μας που έμοιαζε με μια αρχαία φιγούρα, με άσπρα μαλλιά, τρία σπίτια πάνω από μας έμεναν. Κάθε φόρα που την έβλεπα έλεγε: “ήταν γραφτό παιδάκι μου να συναντηθούμε” και εγώ απλά την κοίταζα με σεβασμό.
Το όνομά της, η κύρια “Zine”, πάντοτε ήταν γλυκιά και στοργική, μετρία στο ύψος της με παραδοσιακά κουρδικά ρούχα... την είχα πάντα έτσι στο μυαλό μου, μια ωραία μυρωδιά άγριων λουλουδιών που μόνο εκείνη ήξερε να φτιάξει την συνόδευαν και μάγευε την γειτονιά μας και εκτοπίζει το δικό μου μυαλό συνεχώς με τις σοφίες της και διηγήσεις που έκανε, να μας συνεπάρει η ροή του ποταμού πίσω από το σπίτι της γιαγιάς. Αλήθεια είναι το βουνό δεν ήταν μακριά και από μακριά έχεις την αίσθηση ότι είναι δίπλα σου.
Ο δρόμος μας ήταν πολύ περίεργος δρόμος. Βέβαια δεν το έχω πει σε κανέναν αυτό. Όταν νύχτωνε στο “Toushnawzar”* μέσα στο δάσος έβλεπες ότι μια ‘qaqnas* που έμοιαζε τόσο σε μια νεαρή γυναίκα πηγαινοέρχεται σαν να γεννάει ανήσυχη.
Την έβλεπα να ετοιμάζει μια φωτιά και να βγάζει τα φτερά της ένα προς ένα, στην φωτιά έβαλε κάθε της φτερό και έπειτα θρήνησε. Η qaqnas έπαιζε άρπα και τραγουδάει ένα δικό της ανήκουστο άσμα.
Τα σύννεφα καλύπτουν το ιερό βουνό καθώς την είδα να βγάζει μια φωνή σαν λύκαινα. Το ανατριχιαστικό ήταν ότι όταν κατάλαβα είμαι το μοναδικό άτομο στην οικογένεια και ανάμεσα σε όλους που την βλέπω. Δεν ήξερα τι να κάνω και εκείνες οι άναρθρες κραυγές της ήταν θεέ μου...
Έβλεπα τον αυτό μου κατάχλωμη σαν φάντασμα, τρελαμένη πια είχα γίνει, με πυρετό η γιαγιά έλεγε ότι “τα κοκάλά σου χαιρετάνε τις σκιές κορίτσι μου, να το θυμάσαι”.
Πώς έγινε η κυρία Zine ήρθε σπίτι μας μου έφερε ιερό νερό από τα πηγάδια που ήξερε μόνο εκείνη. Φυσικά δεν τόλμησα να βγάλω άχνα για όσα έβλεπα. Θα με πήγαινε σε ένα ιερό λουλούδι ή τόπο - ξέρω και εγώ - έτσι κράτησα το μυστικό μου, λυπήθηκα την ‘qaqnas”... Αναρωτιόμουν για ποιο λόγο έχει βρεθεί εκεί...
Μια μέρα είχα πάει στο σπίτι της θείας μου, πριν να μαζέψει ο ήλιος το πάθος της για την γη και το φεγγάρι να τραγουδά ανοιξιάτικους ύμνους, κοίταξα το“Toushnawzar”, όμως τι περίεργο που ήταν αυτό την qaqnas” δεν την είδα. Μερικές μέρες ηρέμησα όμως για ποιο λόγο είχε χαθεί; Έπρεπε να μάθω τον λόγο. Στην επιστροφή προς το σπίτι μας όλο έκανα διάφορα σενάρια στο νου μου και όμως διαψεύσθηκα καθώς την είδα πάλι στην ίδια κατάσταση.
Μετά λίγο καιρό κατάλαβα ότι η ‘qaqnas” έχει συνδεθεί με την μοίρα μου και με το σπίτι μας... Χωρίς να πω τίποτα στην γιαγιά μου πήγα στο ιερό βουνό, την είχα παρατηρήσει από μακριά, την έβλεπα να κλαίει να χτυπιέται, είχα ανάγκη να την δω από κοντά, έβγαλα τα σχολικά μου ρούχα, δεν φοβήθηκα μόνο λίγο άγχος...
Είδα μια φωτιά σε ένα καζάνι, πόσο έμοιαζε σε γυναίκα, μου είπε: “έλα κοντά πιες νερό κορίτσι μου”, είπε πάλι “γιατί ήρθες αργά; Είναι η τελευταία μου μέρα εδώ, πάρε αυτό το φτερό, ίσως να το χρειαστείς κάποτε, οπότε θα το κάψεις και η ζωή σου θα έχει φως και μην φοβάσαι” έκλαιγε... και τραγουδούσε...
Το έκρυψα το φτερούλι στο βιβλίο της “Jilaς ” και κοιμήθηκα... Είδα ότι πήγα κάπου στο ωκεανό σε μια χώρα μακρινή...
Είχε έρθει η μάνα μου να με υποδεχτεί, δεν μου άρεσε το καινούριο σπίτι μου, είπα στην μητέρα μου «δεν μου αρέσει αυτό το σπίτι, είναι άχρωμο και χάλια» η μητέρα μου θυμάμαι είπε «δεν πειράζει θα το βάψουμε θα γίνει όπως θες»... Ξύπνησα με πυρετό αυτή τη φορά, ήμουν σε μια έρημο. “Διψάω”, φώναξα... Όμως δεν πήρε πολύ χρόνο. Κατάλαβα ότι δεν με ακούει κανένας. Είχα χάσει τον τόπο και τον χρόνο...
Ξαναβρέθηκα στον ιερό ναό που πήγαινα με την γιαγιά μου. Ένα κερί για να είναι προστατεμένη η πόλη μου... Αλήθεια, δεν θυμάμαι πότε επέστρεψα στην “πόλη μου ”... Είπα στην Νταντά ότι πηγαίνω ταξίδι αύριο. Το αντιλήφθηκα ότι δεν της άρεσε αυτό που είπα.
Ήθελα να μαθαίνω τα νέα στον κόσμο. Έτσι πήρα από το δωμάτιό μου το παλαιό ράδιο. Η νταντά είχε πάντα ένα σύννεφο στα μάτια της δεν μου μιλούσε ποτέ, είχε δικές τις διηγήσεις κρυμμένες όλες.
“Έπρεπε να φύγεις” μου είπε μια φωνή. Κάποια κείμενα και ότι ήταν σημαντικό να βλέπω τον εαυτό μου σε δύσκολα μονοπάτια του βουνού. Γύρισα για μια στιγμή το κεφάλι μου, τα ηλιοτρόπια αντίκρισα, είχα ένα απίθανο και απερίγραπτο πόνο στο στήθος μου και έκλαψα... θυμήθηκα την “qaqnas “...
Στα σοκάκια που είχαν γεμίσει με αίμα την ξαναείδα, μόνο με χαιρέτισε και εγώ το ίδιο έκανα.
“Ερωτεύτηκα έναν άντρα χρώμα σκόνη” το μόνο που είπε. “Απελπισμένη είμαι”, είπε και εξαφανίστηκε. Μετά αρκετό καιρό είχα πάει στον Όλυμπο με μια παρέα. Την ξανασυνάντησα εκεί, μου λέει: “Τι έχεις;”
Θυμήθηκα ότι έπεσε τυχαία φωτιά στο φτερούλι, γι' αυτό εμφανίστηκε μάλλον, δεν της είπα τίποτα. “Ζήτα κάτι” μου λέει και έτσι ευχήθηκα από μέσα μου και άναψα ένα κεράκι σε έναν ναό της Ελλάδος .
Qaqnas το μυθικό πούλι που είναι θηλυκό στην κουρδική μυθολογία και πεθαίνει από τον πόνο της γέννας και ετοιμάζει το θάνατό του.
Toushnawzar” το κέντρο της πολιτείας των ιερων βουνών στο Ζαγγρούς με πανάρχαιες τελετές γονιμότητας.
Μάρτιος 2000 - Αθήνα (το διήγημα αυτό είναι ήδη δημοσιευμένο πριν χρόνια στα Κουρδικά και Γαλλικά).
Η Χίβα Παναχί είναι γνωστή ποιήτρια και συγγραφέας στην Περσία, το Ιράκ και τη Συρία. Είναι λάτρης του ελληνικού πολιτισμού και έχει συμβάλει όσοι λίγοι στη διάδοσή του σε όλη τη Μέση Ανατολή με μεταφράσεις που έχει εκπονήσει και με τη γενικότερη δράση και το λόγο της.
Είναι μέλος της Κουρδικής Ακαδημίας που εδρεύει στο Παρίσι.
σε ευχαριστουμε αγαπητε για το ενδιαφερον αθρο σου
ΑπάντησηΔιαγραφή