Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΑΛΦΑ
Βασίλειος ο Μέγας, Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Γρηγόριος ο Θεολόγος: συμπιέζουμε την αγιότητα σε βιβλία και ομιλίες, σε αργίες και επετείους. Πάντα μας διαφεύγει...
Τους «Προστάτες της Παιδείας και των Γραμμάτων» τιμά ράθυμα και υποκριτικά η δημόσια εκπαίδευση, σε μια συγκυρία φέτος για την πατρίδα καταθλιπτική. Η απειλή της επιτήρησης, η παύση πληρωμών, ο εφιάλτης της χρεοκοπίας…
Μια κοινωνία που καλόμαθε να καταναλώνει σαν παράσιτο γίνεται τώρα «πεδίο βολής φτηνό» για τους πειραματισμούς των κερδοσκόπων του χρήματος. «Η πλουτοκρατία ήταν, είναι και θα είναι ο μόνιμος άρχων του κόσμου, ο διαρκής αντίχριστος» που θα ’λεγε και ο Παπαδιαμάντης. Συνθλίβει μικρούς και αδύνατους. Αποθρασύνει μεγάλους και ισχυρούς. Μα πίσω από την κρίση των αριθμών, των δεικτών, και των ελλειμμάτων αποκαλύπτεται μια κρίση βαθιά πνευματική. Γιατί αν «ο αγώνας για το ψωμί μου είναι ζήτημα υλικό, ο αγώνας για το ψωμί του διπλανού μου είναι ζήτημα πνευματικό». Αυτό δεν θα σου το μάθουν βέβαια οι οικονομολόγοι που διαχειρίζονται τις κρίσεις του συστήματος, που καταρτίζουν «προγράμματα σταθερότητας». Θα σου το μάθουν δάσκαλοι ψυχωμένοι που μορφώνουν τα παιδιά μας.
Ποιος, αλήθεια, γιορτάζει και γιατί σήμερα; Ποια πρόταση ζωής εμπνέει το μαθητή, το δάσκαλο και το γονιό; Ποιον άνθρωπο διαπλάθουμε στο σχολείο σήμερα; Τι σχέση μπορεί να έχει η άσκηση στην αλήθεια της ζωής που μας υπέδειξαν οι τιμώμενοι Ιεράρχες, με την καθημερινότητα του σχολείου που βιώνουμε;
Από την αγωγή στην παιδεία και την εκπαίδευση, από την εκπαίδευση στην εξειδίκευση και μετά στην …ευέλικτη απασχόληση. Φαύλος κύκλος, ανακυκλώνει αδιάκοπα τη ζωή σαν επιβίωση.
Αγαπημένη μου μαθήτρια, αγαπημένε μου μαθητή
Τούτα τα χρόνια της σχολικής σου διαδρομής συμμετέχεις σ’ έναν αγώνα ανελέητο. Σ’ έναν πρωταθλητισμό ακραίων επιδόσεων. Δυνατότερα, ψηλότερα, γρηγορότερα!
Ενοχλητικά μονότονα και εκβιαστικά επαναλαμβάνεται η προτροπή των γονιών, των συγγενών και των δασκάλων σου: «Τώρα κρίνεται το μέλλον σου, πρόσεξε!».
Άδικο δεν είναι; Να κρίνεται το όλον της ζωής σε κάποιες εξετάσεις στα δεκαεπτά σου χρόνια; Να «κλειδώνεται» το μέλλον με «έξυπνες» επαγγελματικές επιλογές της οικογένειας στα δεκατέσσερά σου χρόνια;
Η δοκιμασία σου επώδυνη. Οι απαιτήσεις δυσβάσταχτες. Μαραζώνει η ψυχή και το κορμί σου, στα πιο ευαίσθητα, στα πιο όμορφα χρόνια, αυτά της εφηβείας. Ο πιο σκληρά εργαζόμενος είσαι, σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις. Ξεκινάς τη μέρα σου με ανιαρό επτάωρο σε κάποια σχολική αίθουσα, συνεχίζεις με ένα απαιτητικό απόγευμα στο φροντιστήριο. Καταλήγεις εξουθενωμένος αργά το βράδυ στο σπίτι για το διάβασμα της επόμενης ημέρας.
Οι γονείς αυτά τα χρόνια στο πλευρό σου. Σε ρόλο σπόνσορα, ποντάρουν πάνω σου απωθημένα όνειρα, ανεκπλήρωτες επιθυμίες. Ο μύθος της «δωρεάν παιδείας» άτρωτος στο χρόνο, πληρώνεται με τίμημα ιδιαιτέρως υψηλό. «Τόσα δίνω, πόσα θες», στα … “ιδιαίτερα” πουλάν αυτό που θες. Να πληρώσει ο πατέρας και η μάνα απ’ το υστέρημα. Τώρα ή ποτέ!
Σφύζουν από ζωή τα φροντιστήρια. Άψογες τεχνικές επίλυσης ασκήσεων που προπονούν εργαλειακά τον υποψήφιο. Να περάσει τον πήχη, να πιάσει την επιθυμητή βάση μορίων, να επιτύχει… Η αγωγή στα αζήτητα, η σπουδή αποσπασματικά κομματιασμένη σε κουτάκια για τις ανάγκες των εξετάσεων.
Θυμάμαι πρόπερσι, που συμμετείχες στην κατάληψη του σχολείου σου ενώ το φροντιστήριο συνέχιζε απρόσκοπτα. Χωρίς ενοχές για τις χαμένες ώρες που με βόλεψαν ανέλπιστα, σε ρώτησα τότε γιατί δεν έκανες κατάληψη και στο φροντιστήριο. «Στο φροντιστήριο δάσκαλε πληρώνω!» μου απάντησες. Και όλη η αλήθεια των λόγων σου εξαντλούνταν με τρόπο κυνικό μπροστά στο ταμείο την ώρα της καταβολής των διδάκτρων.
Σε βλέπω τα βράδια να γυρνάς αποκαμωμένος στους δρόμους της πόλης με την τσάντα στον ώμο, να περιμένεις στη στάση του λεωφορείου, χαζεύοντας αφηρημένα στο κενό της προσμονής, και μετά να διασκεδάζεις την πλήξη σου -χαριτωμένα ομολογώ- με αστεϊσμούς και χειρονομίες σε βάρος ανυποψίαστων επιβατών.
Θα ανταμώσουμε το άλλο πρωί στο σχολείο όταν θα μπω στην τάξη για μάθημα. Θα ’σαι κουρασμένος, θα βαριέσαι, δεν θα ’χεις όρεξη για τίποτα. Θα σε προκαλώ αμήχανα σε θεολογική κουβέντα για τα μικρά και τα μεγάλα: για τον πλούτο και τη φτώχια, για την ειρήνη και τον πόλεμο, για τα διλήμματα της βιοηθικής, για τον έρωτα, τη σεξουαλικότητα και τον γάμο, για το νόημα της ζωής και του θανάτου. Αλλά εσύ θα είσαι αλλού… Κι εγώ θα πασχίζω απογοητευμένος να ανταποκριθώ στα ελάχιστα της παιδαγωγικής μου υποχρέωσης. Μου απομένει, ευτυχώς, να διαβάζω με κλεφτές ματιές ευαίσθητα στιχάκια γραμμένα πάνω στο θρανίο σου. Να χαίρομαι τούτη την έκπληξη και να απορώ! Από πού να ξεμύτισε, άραγε, τόση τρυφερότητα στο ζοφερό σκηνικό μιας τόσο άχαρης διαδικασίας;
Αγαπημένε μου μαθητή, αγαπημένη μου μαθήτρια
Συγχώρα με για τη στενάχωρη κριτική που προηγήθηκε. Προσπάθησα μόνο να σου πω, ότι οι Τρεις Ιεράρχες που σήμερα τιμάμε δεν χωρούν στις τελετές μας. Οι βάσεις των μορίων, οι περιζήτητες σχολές, τα επαγγέλματα υψηλής απορρόφησης, οι πρώτοι των πρώτων στις Πανελλαδικές…, όλα αυτά βρίσκονται στον αντίποδα του κόσμου των Ιεραρχών μας. Εκτός ύλης δηλαδή.
Ανέραστη κοινωνία, ανέραστα σχολεία…Δεν πιστεύουμε, δεν ελπίζουμε, δεν αγαπάμε… Και πασχίζουμε να καλύψουμε το κενό στις δομές και στο περιεχόμενο ενός σχολείου που διδάσκει την ατομική επιβίωση, το «εγώ ελπίζω να τη βολέψω!». Που ζυγιάζει την αξία των παιδιών μας με μέτρα και σταθμά που κονταίνουν το μεγαλείο του προσώπου τους.
Τρανό παράδειγμα «αποτυχίας» η πορεία ζωής των Τριών Ιεραρχών!
Και εξηγούμαι… Ήταν και οι τρεις γόνοι ευκατάστατων κοινωνικά, οικονομικά και μορφωτικά οικογενειών. Κάτοχοι αξιοζήλευτης παιδείας και καλλιέργειας που εκπλήσσει ακόμη και σήμερα. Στις καλύτερες σχολές και δίπλα στους αρίστους των δασκάλων της εποχής τους σπουδάζουν τα πάντα: ρητορική, φιλοσοφία, θεολογία, αστρονομία, γεωμετρία, ιατρική. Και στο απόγειο αυτό εγκαταλείπουν τα πάντα πίσω τους: τιμητικά καθηγητικά καθήκοντα, προσοδοφόρα δικηγορία και ρητορική, περίφημα εκκλησιαστικά αξιώματα. Αρνούνται τον κόσμο του πλούτου, της δόξας και της εξουσίας. Πλούσιοι που με τη θέλησή τους γίνηκαν φτωχοί, όχι φτωχοί που ονειρεύτηκαν να γίνουν πλούσιοι! Αποσύρονται στην έρημο επιλέγοντας τη σκληρή άσκηση, μορφώνουν εκεί τον έσω άνθρωπο. Δοκιμάζουν τις αντοχές της σχέσης τους με το Θεό, σπουδάζουν με αίμα και δάκρυα τη ζωή του Πνεύματος.
Και επιστρέφουν κατόπιν στον κόσμο αδειάζοντας την αγάπη που με πολύ κόπο μάζεψαν. Μοιράζουν την περιουσία τους στη φτωχολογιά και γίνονται :
Όχι δάσκαλοι, αλλά μαθητές, που μαθητεύουν με ταπείνωση στον πόνο και την ανέχεια, τη θλίψη και τη στέρηση, τον πειρασμό και τα πάθη των ανθρώπων.
Όχι δεσπότες, αλλά επίσκοποι - πατέρες, που διακονούν το μυστήριο του όλου ανθρώπου, όλων των παιδιών τους.
Ακατανόητη η ζωή των Τριών Ιεραρχών σήμερα…
Πάντοτε όμως το ίδιο συνέβαινε! Από τη μια, η αυτάρκεια της «επιτυχίας» που δεν αγαπά, δεν πονά, δεν μοιράζεται τίποτε και με κανέναν. Από την άλλη, η «αποτυχία» που έχει δώσει τα πάντα και ψάχνεται να δώσει κι άλλα.
Ευχή και προσμονή: η οικονομική κρίση να γίνει κρίση συνειδήσεων μέσα στα σχολειά μας. Ολοκαύτωμα! Για το ψωμί και την ψυχή των μαθητών μας.
«Σταυρωμένη πατρίδα μες στα μάτια σου είδα
της ανάστασης φως.
Τα παιδιά στην κερκίδα
είναι η μόνη σου ελπίδα,
ελπίδα πρωινός ουρανός»
(Ν. Πορτοκάλογλου, Τα καράβια μου καίω)
Χρόνια μας πολλά !
Πολύ ωραίο κείμενο. Μπράβο!
ΑπάντησηΔιαγραφή