Τρίτη 13 Αυγούστου 2024

"ΕΦΥΓΕ" Ο ΜΟΥΣΙΚΟΛΟΓΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΕΩΤΣΑΚΟΣ


Σήμερα, Τρίτη 13 Αυγούστου 2024, το μεσημέρι, έφυγε από τη ζωή ο Γιώργος Λεωτσάκος, σημαντικός μουσικολόγος, κριτικός μουσικής, πρωτοπόρος και πρόμαχος στην έρευνα της Έντεχνης Ελληνικής Μουσικής (ΕΕΜ). Υπήρξε ιδρυτικό μέλος και επίτιμος πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Κριτικών Μουσικής, Θεάτρου και Χορού. 
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. Το 1952 πέρασε στη δημοσιογραφία. Ταυτόχρονα σπούδαζε θεωρητικά με τον συνθέτη Κωνσταντίνο Κυδωνιάτη. Το 1964 έλαβε δίπλωμα αντιστίξεως και φούγκας από το Ελληνικό Ωδείο. Ως μουσικοκριτικός κάλυψε όλο σχεδόν το φάσμα του αθηναϊκού Τύπου, από το 1959 έως τον Μάρτιο του 2021 – τότε σταμάτησε λόγω πανδημίας. Εργάστηκε στις εφημερίδες: Η Καθημερινή, Μεσημβρινή (1959-1965), Τα Νέα, Το Βήμα (1965-1979), Πρωινή (1979-1980), Ελεύθερη Γνώμη (1983-1985), Πρώτη (1986-1989), Επικαιρότητα, στο εβδομαδιαίο 6 Ημέρες της Ημερησίας (1999-2002), στο Εξπρές (2003-2013) και στο ηλεκτρονικό περιοδικό κριτικής μουσικής, θεάτρου, χορού και εικαστικών τεχνών Critics΄ Point (2013-2020). 
Το 1981 υπήρξε ο πρώτος μουσικολόγος του κόσμου που επισκέφθηκε την τότε απομονωμένη σοσιαλιστική Αλβανία, γνωρίζοντας σε βάθος το ιδιόμορφο και εντυπωσιακά αποδοτικό σύστημα της μουσικής ζωής, παιδείας και παραγωγής. Ερευνητικό υλικό του για την ΕΕΜ δημοσίευσε στην εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Larousse-Britannica, στο Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, αλλά και, κυρίως, στην παγκοσμίου κύρους αγγλική μουσική εγκυκλοπαίδεια Grove. Επίσης συμμετείχε στην αγγλόφωνη αλβανική έκδοση Biographical Dictionαry of Balkan Composers, παρουσιάζοντας Έλληνες συνθέτες.


Κυριότερα έργα του είναι: Αλβανική Μουσική (Αθήνα 1985, εκτός εμπορίου)· Λύχνος υπό τον μόδιον. Έργα Ελλήνων συνθετών για πιάνο 1847-1908 (ΠΕΚ 1999)· Παύλος Καρρέρ. Απομνημονεύματα και Εργογραφία (Μουσείο Μπενάκη, 2003)· Σπύρος Σαμάρας (1861-1917)· Ο Μεγάλος Αδικημένος της Έντεχνης Ελληνικής Μουσικής. Δοκιμή βιογραφίας (Μουσείο Μπενάκη, 2013). Επίσης, υπό τον γενικό τίτλο «Μουσικολογικά Ιχνηλατήματα», έχει δημοσιεύσει σε ελληνικά μουσικολογικά περιοδικά 25 περίπου εκτενέστατα μελετήματα πάνω σε διαφόρους Έλληνες συνθέτες.


Ανάμεσα στις μεταφράσεις του ιδιαίτερη θέση κατέχουν οι παρακάτω: Αrmand Lanou, Καλημέρα, κύριε Ζολά (Γ. Φέξης, 1961)· Simon Vestdijk, Ελ Γκρέκο. Δομήνικος Θεοτοκόπουλος (Άλβα, 1965)· Yasunari Kawabata, Η χώρα του χιονιού (Κέδρος, 1968)· Nguyen Du, Η κόρη με τα ξεσκισμένα σπλάχνα (Κέδρος, 1969)· Émile Vuillermoz, Ιστορία της Μουσικής, 2 τόμοι (Υποδομή, 1980-1981)· Βenvenuto Cellini, Η ζωή του Μπενβενούτο Τσελλίνι, Φλωρεντινού, ιστορημένη από τον ίδιο (Άγρα, 1994). Philip Barford, Οι συμφωνίες και τα τραγούδια του Μάλερ (Λέσχη, 1978), Τελευταία του συγγραφική εργασία αποτελεί η μελέτη αφιερωμένη στο έργο του Σπύρου Σαμάρα, Αναλύσεις Σκηνικών Έργων, Α’ και Β’ τόμος (24 γράμματα, 2024). 


Ο Γιώργος Λεωτσάκος έχει πει σε συνέντευξή του ότι το ενδιαφέρον του για την ελληνική μουσική ξεκίνησε «περίπου από το 1970, όταν δέχτηκα την πρόταση να συνεργαστώ με το The New Grove Dictiοnary of Musik and Musicians, που η πρώτη του έκδοση σε είκοσι τόμους κυκλοφόρησε δέκα χρόνια αργότερα, το 1980, ενώ η δεύτερη, στην οποία επίσης συνεργάζομαι, τον Φεβρουάριο του 2001, σε είκοσι εννέα αυτήν τη φορά τόμους, Ήμουνα ήδη μουσικοκριτικός τότε και γνώριζα ότι πάρα πολλά πράγματα για την ελληνική μουσική θεωρούνται δεδομένα και πάρα πολλά ανεξήγητα. Μετά από χρόνια έρευνας δεν υπάρχουν μυστήρια πια».
Για την αυτοβιογραφία του "Ισοβίτης στο ελληνικό κάτεργο" (εκδόσεις Καστανιώτη, 2022), έγραψε: 
"Όνειρο ζωής μου η μουσική, χτυπήθηκε από γονείς που μου έδειξαν ενωρίτατα ότι κατά βάθος δεν υπήρξα γι’ αυτούς παρά προϊόν μάλλον... ανεπιτυχούς συνουσίας – τέλη Δεκεμβρίου του 1934. Το πώς και γιατί, τελικά, ακολούθησε η ζωή μου μονοπάτια αγριότατα θα διαβάσετε στο ανά χείρας, του οποίου κατ’ εξοχήν ιδιαιτερότητα, που, απ᾽ όσο θυμούμαι, δεν συνάντησα ποτέ σε όσες αυτοβιογραφίες ή απομνημονεύματα διάβασα, είναι το πώς η κακοτυχία και η επαγγελματική μου διαδρομή (ποτέ σταδιοδρομία) αλληλοσφυρηλατήθηκαν τόσο τέλεια ώστε να προκύψει ό,τι προέκυψε: εγώ. Και, θυμίζοντας τον William Blake, σούρθηκα στον «επικίνδυνο κόσμο», πες σφάγιο, ψυχικό και σωματικό, άλλά με τη μουσική και τη λαχτάρα φυγής αιμάσσουσες και αείζωες μέσα μου. Όμως, όλως συμπτωματικά, όσα με πλήγωσαν καθ’ οδόν δεν αφορούσαν μόνο εμένα αλλά και, κυρίως, τα κρανία όσων Ελλήνων εμπεριέχουν ακόμη φαιάν ουσία. Έτσι, γι’ αυτούς, αλλά και ελπίζοντας να ξαλαφρώσω την ψυχή μου, το 2010, καθηλώθηκα μπροστά στον υπολογιστή μου επί 8 χρόνια". 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου