Δευτέρα 3 Ιουνίου 2024

Ο "ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ" ΣΕ ΦΑΝΑΡΙΩΤΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Λιθογραφία από τον "Νέο Ερωτόκριτο" του Διονυσίου Φωτεινού

Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου
Μνήμη Άντειας Φραντζή

Ο λόγος για τον "Νέο Ερωτόκριτο" του Διονυσίου Φωτεινού (18ος αι.), από μεγαλύτερο άρθρο μας για τον σημαντικό αυτό λόγιο από την Πάτρα που έδρασε στη Ρουμανία. 
Το γνωστότερο λογοτεχνικό έργο του Διονυσίου Φωτεινού είναι ο «Νέος Ερωτόκριτος». 
«Εν καιρώ της αργίας του» έκαμε μία παράφραση του «Ερωτόκριτου», του γνωστού κρητικού έργου του Βιτσέντζου Κορνάρου, που ήταν εξαιρετικά δημοφιλές στη Ρουμανία. Πρόκειται για μία έμμετρη διασκευή σε καθαρεύουσα φαναριώτικη γλώσσα. «Η εργασία αυτή», σημειώνει ο Κ. Θ. Δημαράς, «εκφράζει πολύ καθαρά και τον αδιάκοπο σύνδεσμο του Κορνάρου με τον νέο ελληνισμό και, αφετέρου, το νεοκλασικιστικό πνεύμα, που πρυτανεύει τότε στα γράμματά μας».
Το έργο εκδόθηκε στη Βιέννη το 1818 σε δύο τόμους και με ωραιότατες λιθογραφίες. Ενδεικτικό της αλλοτινής δημοτικότητας της διασκευής αυτής είναι ότι γνώρισε τουλάχιστον τέσσερις επανεκδόσεις: μία στην Κωνσταντινούπολη (1845), δύο στη Σμύρνη (1864 και 1879), και οπωσδήποτε μία «λαϊκή» στην Αθήνα (το αντίτυπο του Γ. Π. Σαββίδη χωρίς χρονολογία). 
Ο ίδιος ο Φωτεινός στον πρόλογο του έργου εξηγεί στους φιλογενείς αναγνώστες το εγχείρημά του:
«Η παρούσα εποποιία με το να ευρίσκετο εις φράσιν παλαιάν της Γραικικής Κρητικής διαλέκτου, με ιδιωτισμούς πολλά αηδείς και λέξεις βαρβαρικάς σχεδόν δυσνοήτους, έκρινα εύλογον να παραφράσω ταύτην εν καιρώ της αργίας μου προς περιδιάβασίν μου, κατά την νυν καθομιλουμένην ανθηράν και γλυκυτάτην φράσιν των του ημετέρου γένους πεπαιδευμένων Γραικών. Προς περισσοτέραν χάριν δε του συγγράμματος και περιδιάβασιν τερπνοτέραν των αναγινωσκόντων δεν εφύλαξα το αυτό είδος των στίχων απ’ αρχής μέχρι τέλους, ως έθος της εποποιίας, αλλά παραβλέψας τούτο, τη παρακινήσει των εν Βουκουρεστίω της Βλαχίας ελλογίμων και ευγενών φίλων μου, έκαμα ποικίλον το σύγγραμμα, συνθέσας αυτό από διάφορα μέτρα προς τέρψιν των αναγινωσκόντων˙ εφύλαξα μεν το νόημα της του παλαιού Ερωτοκρίτου μυθιστορίας, επηύξησα δε και παρέκτεινα τούτο επί μάλλον και μάλλον με διάφορα έντονα και ανθηρά στιχουργήματα και με τραγώδια κατά τα διάφορα συμβεβηκότα των περιστάσεων». 
Το πολύ ενδιαφέρον στοιχείο εδώ είναι η παρεμβολή διαφόρων αποσπασμάτων από δημοφιλή έργα της εποχής, όπως το «Σχολείον των ντελικάτων εραστών» του Ρήγα Βελεστινλή, το «Έρωτος αποτελέσματα» που αποδίδεται στον Αθαν. Ψαλλίδα, τα «Διάφορα ηθικά και αστεία στιχουργήματα» του Ζήση Δαούτη κ.ά. Το έργο εξάλλου διανθίζεται και με ποικίλα στιχάκια, που κυκλοφορούσαν ανώνυμα και είχαν μεγάλη διάδοση στο αστικό περιβάλλον από την Κωνσταντινούπολη μέχρι τις παραδουνάβιες επαρχίες. Αυτά τα παρέμβλητα στιχουργήματα φέρουν την ένδειξη «ξένον» και, όπως υπογραμμίζει η Άντεια Φραντζή, «ολοκληρώνουν την ένταξη στο φαναριώτικο κλίμα της μεταγραφής του Φωτεινού, καθώς προσθέτουν στη συνολική γλωσσική και στιχουργική ταυτότητα της μεταγραφής αυτήν του νέου πολιτισμικού κλίματος». «Ελαφρά τραγουδάκια σαλονιού» τα ονομάζει ο Mario Vitti και παρατηρεί: είναι φανερό πως τέτοια στιχάκια, «που ο Δ. Φωτεινός παραθέτει, μεταφρασμένα ίσως από τα ιταλικά, στον “Νέο Ερωτόκριτο”, απηχούν έναν πολιτισμένο τρόπο ερωτοτροπίας στα πλούσια σαλόνια μιας κοινωνίας που διασκεδάζει διακριτικά, κρατώντας μακριά τις βαριές ευθύνες που οι άντρες αντιμετώπιζαν σε άλλους, πλέον κατάλληλους χώρους». 
Ο «Νέος Ερωτόκριτος» είχε μεγάλη απήχηση στη Ρουμανία, μεταφράστηκε εμμέτρως από τον μαθητή του Φωτεινού Anton Pann[xliii] και κυκλοφόρησε «μεταξύ της αστικής τάξεως», αλλά και σε ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Από τον «Ερωτόκριτο» του Φωτεινού εμπνεύσθηκαν Ρουμάνοι ποιητές, ενώ και σύγχρονοι Ρουμάνοι ακαδημαϊκοί επαινούν το έργο –σε αντίθεση με τους περισσότερους Έλληνες φιλολόγους που κατακρίνουν σφοδρά τον Φωτεινό γι’ αυτή την μεταγραφή. 
Ο κριτικός Στυλιανός Αλεξίου χαρακτηρίζει την μετάφραση του Φωτεινού «ανοσιούργημα».
Ο Άλκης Αγγέλου παρατηρεί: «Από την πλευρά του δικαιολογημένα˙ όχι όμως και από ιστορική πλευρά. Υπήρχε ένα κοινό που όχι μόνο την αποδέχτηκε […], αλλά και ενδεχομένως την είχε προκαλέσει». Ο ίδιος ο Φωτεινός, όπως είδαμε, λέει ότι προέβη στην διασκευή «τη παρακινήσει ελλογίμων φίλων του». 
Ο Mario Vitti, αναφερόμενος στον «Νέο Ερωτόκριτο», αλλά και γενικότερα στην ποίηση της εποχής, κάνει λόγο για «αδράνεια του ποιητικού αισθητηρίου», χαρακτηρίζει ωστόσο «καλοπροαίρετη» την ενέργεια του Διονυσίου Φωτεινού να παραφράσει τον «Ερωτόκριτο», με σκοπό να τον καταστήσει προσιτό στο «γένος» των «πεπαιδευμένων Γραικών». Δεν λείπουν παρ’ όλα αυτά από την ελληνική φιλολογική κριτική και θετικότερες κρίσεις για τον «αβασανίστως χλευαζόμενο» «Νέο Ερωτόκριτο», όπως αυτή του Μιχαήλ Περάνθη, που χαρακτηρίζει «ανθηρή» την παράφραση του Φωτεινού και θεωρεί μεγαλεπήβολο το όλο εγχείρημά του. Παρομοίως και ο Μίλτος Πεχλιβάνος, διαπιστώνοντας τη φαναριώτικη προσοχή προς τη λογοτεχνία της Κρήτης, ξεχωρίζει ως «ωριμότερο δείγμα το δίτομο μεταγλωτισμένο “Νέο Ερωτόκριτο” (1818) του Διονυσίου Φωτεινού».
Δείτε τις σχετικές παραπομπές στην πρώτη δημοσίευση εδώ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου